Κατώτατος μισθός: Αντίδοτο στο «τοξικό κοκτέιλ» ακρίβειας και ανισοτήτων
- 12/01/2023, 09:51
- SHARE
Με την κατάθεση στη Βουλή, εντός των επομένων ημερών, της τροπολογίας που θα ορίζει το χρονοδιάγραμμα της διαβούλευσης με τους κοινωνικούς εταίρους σχετικά με τον κατώτατο μισθό, ανοίγει και επισήμως η διαδικασία για την αύξηση του κατώτατου μισθού που θα ενεργοποιηθεί από 1η Απριλίου.
Ο κατώτατος μισθός αναμένεται να επιστρέψει στα επίπεδα προ των μνημονίων ξεπερνώντας τα 750 ευρώ από 713 που είναι σήμερα και ο πήχης φαίνεται να αυξάνεται, με τα σενάρια που είναι στο τραπέζι να τον τοποθετούν μέχρι και τα 780 ευρώ, κάτω πάντως από τα 850 ευρώ που είναι η πρόταση της ΓΣΕΕ. Ταυτόχρονα, η αύξηση των κατώτατων αποδοχών προσμετράται στην ευρύτερη δέσμη πρωτοβουλιών της κυβέρνησης για μέτρα που χτίζουν άμυνα απέναντι στις επιπτώσεις της κρίσης στα εισοδήματα των πολιτών.
Υπενθυμίζεται ότι ο κατώτατος μισθός αυξήθηκε σε 713 ευρώ μεικτά από την 1η Μαϊου 2022. Προηγήθηκε αύξηση την 1η Ιανουαρίου του 2022 στα 663 ευρώ μεικτά. Επίσης, η τελευταία αύξηση προ των μνημονίων (από το 1998 ο κατώτατος μισθός αυξανόταν συνεχώς στο πλαίσιο των συλλογικών διαπραγματεύσεων μεταξύ των κοινωνικών εταίρων για την υπογραφή Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας) έγινε την 1η Ιουλίου του 2011, με τον κατώτατο μισθό να διαμορφώνεται σε 751,39 ευρώ. Τον Φεβρουάριο του 2012 αποφασίστηκε ότι ο κατώτατος μισθός θα καθορίζεται με νομοθεσία από το Ελληνικό Κοινοβούλιο και τότε μειώθηκε ο κατώτατος μισθός για τους άνω των 25 ετών στα 586,08 ευρώ και για τους εργαζόμενους από 18 έως 25 ετών στα 510,95 ευρώ. Το 2019 (1η Φεβρουαρίου), μετά από 7 χρόνια κρίσης, καταργήθηκε ο υποκατώτατος μισθός και ο κατώτατος ορίστηκε στα 650 ευρώ.
Στα διαδικαστικά της δρομολογούμενης αύξησης για το 2023, σημειώνεται ότι ο διάλογος με τους κοινωνικούς εταίρους εκτιμάται ότι θα ολοκληρωθεί έως το τέλος Φεβρουαρίου ενώ αρχές Μαρτίου αναμένεται η εισήγηση του υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, Κωστή Χατζηδάκη, στο Υπουργικό Συμβούλιο προκειμένου να ληφθεί η τελική απόφαση, που θα προσφέρει στήριξη στους εργαζόμενους απέναντι στα υψηλά κόστη διαβίωσης.
Εξάλλου, σύμφωνα με το σχόλιο του πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη, με αφορμή την έκθεση του ΟΟΣΑ, από 1η Απριλίου με την νέα σημαντική αύξηση του κατώτατου μισθού θωρακίζονται οι εργαζόμενοι μισθωτοί, που βρίσκονται σε αυτό το επίπεδο απέναντι στις επιπτώσεις του εισαγόμενου πληθωρισμού. Πάντως, σε συνάντηση που είχε με την Πρόεδρο της Δημοκρατίας, Κατερίνα Σακελλαροπούλου, διαβεβαίωσε ότι, καθώς το 2023 είναι προεκλογική χρονιά, σε καμία περίπτωση η κυβέρνηση δεν πρόκειται να ενδώσει στις σειρήνες του λαϊκισμού και να ξεφύγει από το πλαίσιο του ψηφισμένου προϋπολογισμού, ο οποίος προβλέπει πρωτογενές πλεόνασμα για το 2023, αναγκαία και ικανή συνθήκη, προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος της επενδυτικής βαθμίδας.
Από την πλευρά του ο υπουργός Εργασίας, σε δηλώσεις του τις τελευταίες ημέρες, επανέλαβε ότι η νέα αύξηση θα είναι σημαντική και θα απαντά στην πίεση που δέχονται οι εργαζόμενοι, ιδίως αυτοί που λαμβάνουν τον κατώτατο μισθό, αλλά ταυτόχρονα θα λαμβάνει υπόψη τις αντοχές και την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων.
Η αύξηση του κατώτατου μισθού είναι μείζον θέμα καθώς οι εργαζόμενοι στην Ελλάδα βρίσκονται εδώ και πάνω από μια δεκαετία αντιμέτωποι με τρεις διαδοχικές κρίσεις –κρίση χρέους, πανδημική κρίση, κρίση ακρίβειας–, οι οποίες έχουν συμπιέσει το πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα και έχουν υποβαθμίσει την ποιότητα της εργασίας και το βιοτικό επίπεδο. Σύμφωνα με το Ινστιτούτο Εργασίας της ΓΣΕΕ, αν και ο χρονικός ορίζοντας των επιπτώσεων της κρίσης στην οικονομία και στην αγορά εργασίας παραμένει ακόμη αβέβαιος, το σίγουρο είναι ότι οι επιπτώσεις αυτές συνδυαστικά με το κύμα ανατιμήσεων στην αγορά λειτουργούν σωρευτικά και σε συνέχεια εκείνων της κρίσης χρέους και της «μεγάλης ύφεσης» δημιουργώντας ένα «τοξικό κοκτέιλ», του οποίου το κύριο συστατικό είναι η αυξανόμενη ανισότητα στην κατανομή της ευημερίας.
Σε φθίνουσα τροχιά η αγοραστική δύναμη
Τα στοιχεία δείχνουν ότι από τον Απρίλιο του 2022 και ύστερα η απώλεια της αγοραστικής δύναμης του κατώτατου μισθού στην Ελλάδα κυμαίνεται γύρω στο 19%. Ειδικότερα, σύμφωνα με την ανάλυση του ΙΝΕ ΓΣΕΕ για την κρίση του κόστους ζωής στην Ελλάδα (Νοέμβριος 2022), ο συνδυασμός αύξησης των τιμών κυρίως σε βασικά αγαθά, όπως είναι η ενέργεια και τα τρόφιμα, και τα πολύ χαμηλά εισοδήματα εκτινάσσουν την απώλεια αγοραστικής δύναμης των νοικοκυριών με μηνιαίο εισόδημα χαμηλότερο των 750 ευρώ έως και 40%.
Στο αμέσως επόμενο εισοδηματικό κλιμάκιο (751-1.100 ευρώ) η απώλεια αγοραστικής δύναμης είναι υψηλή (9% έως 14%) αλλά σημαντικά πιο περιορισμένη σε σχέση με το φτωχότερο εισοδηματικό κλιμάκιο, παρ’ ότι η μέση κατανάλωση είναι αρκετά υψηλότερη. Στα υπόλοιπα εισοδηματικά κλιμάκια η απώλεια αγοραστικής δύναμης είναι χαμηλότερη του 11% και μειώνεται όσο αυξάνεται το επίπεδο του εισοδήματος. Εξαίρεση αποτελούν τα μηνιαία εισοδήματα που είναι μεγαλύτερα των 3.500 ευρώ, των οποίων η απώλεια αγοραστικής δύναμης μπορεί και να ξεπερνάει την αντίστοιχη του αμέσως προηγούμενου κλιμακίου (2.801-3.500 ευρώ), επειδή η κατανάλωση στο υψηλότερο κλιμάκιο είναι πολύ μεγαλύτερη του προηγούμενου. Σε κάθε περίπτωση, όπως τονίζουν οι αναλυτές, οι διαφορές στην απώλεια αγοραστικής δύναμης αποκαλύπτουν με εμφατικό τρόπο την άνιση επιβάρυνση που υφίστανται τα φτωχότερα στρώματα του πληθυσμού.
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ: