Κύμα εγκληματικότητας προκάλεσε η απαγόρευση πώλησης ειδών καπνού στη Νότια Αφρική
- 20/08/2020, 17:00
- SHARE
του David Meyer
Η πανδημία της COVID-19 προκαλεί άγχος σε όλους, παντού στον πλανήτη. Αλλά οι κανόνες μιας χώρας για την καταπολέμηση του ιού προσέθεσαν επιπλέον στρες στους καπνιστές- και στα ταμεία της χώρας.
Η χώρα αυτή είναι η Νότια Αφρική, όπου οι πωλήσεις καπνού απαγορεύθηκαν από τότε που επιβλήθηκε το lockdown στα τέλη Μαρτίου. Και οι πωλήσεις αλκοόλ απαγορεύθηκαν, στη συνέχεια επετράπησαν καθώς το lockdown χαλάρωσε, και μετά απαγορεύθηκαν εκ νέου καθώς αυξήθηκαν οι ρυθμοί μετάδοσης και το lockdown έγινε πιο αυστηρό.
Όμως, η απαγόρευση στις πωλήσεις τσιγάρων παρέμεινε στη θέση της χωρίς κανένα διάλειμμα – για την ακρίβεια, οι πωλήσεις άρχισαν να επιτρέπονται εκ νέου από την περασμένη Δευτέρα το βράδυ, καθώς το lockdown στη Νότια Αφρική χαλαρώνει παράλληλα με την πτώση στα νέα κρούσματα. Μαζί με τα τσιγάρα, επιτρέπεται πλέον και η πώληση αλκοόλ.
Η Μποτσουάνα και κάποιες περιοχές της Ινδίας επέτρεψαν και πάλι τις πωλήσεις καπνού πριν από μερικούς μήνες, και έτσι η Νότια Αφρική παρέμενε η μόνη χώρα στον κόσμο που είχε τέτοια απαγόρευση σε ισχύ.
Το αποτέλεσμα, σύμφωνα με ερευνητές και ακτιβιστές κατά του εγκλήματος, ήταν μια κλασική αναντιστοιχία προσφοράς και ζήτησης. Προέκυψε δηλαδή μια έκρηξη του παράνομου εμπορίου τσιγάρων που στέρησε το κράτος από απαραίτητα φορολογικά έσοδα ενώ παρείχε στους καπνιστές τα αγαπημένα τους τσιγάρα. Και η απαγόρευση δεν απέτρεψε τη Νότια Αφρική από το να εμφανίσει πάνω από τα μισά κρούσματα της αφρικανικής ηπείρου.
«Οι περιορισμοί στην πώληση καπνού θα αρθούν» δήλωσε ο Πρόεδρος Cyril Ramaphosa το περασμένο Σάββατο, ενώ ανακοίνωσε τη χαλάρωση πολλών περιορισμών που είχαν προκύψει στο πλαίσιο του lockdown.
Η Νότια Αφρική έχει 8 εκατομμύρια καπνιστές και ο κλάδος καπνού της χώρας αγγίζει τα 1,7 δισεκατομμύρια δολάρια.
Στην περίπτωση του αλκοόλ, η απαγόρευση είχε μια ξεκάθαρη βάση: η χώρα έχει πρόβλημα αλκοολισμού, το οποίο στέλνει πολλούς στο νοσοκομείο. Η απαγόρευση σκοπό είχε να χαλαρώσει την πίεση στο σύστημα υγείας που κλήθηκε να εστιάσει στην απειλή του κορωνοϊού.
Στην περίπτωση των προϊόντων καπνού, όμως, η βάση της απαγόρευσης άλλαξε σταδιακά. Αρχικά, τα καταστήματα αναγκάστηκαν να πουλούν μόνο τα απολύτως απαραίτητα προϊόντα για να ελαχιστοποιηθεί ο χρόνος που περνούσαν οι άνθρωποι εκεί, και τα τσιγάρα δεν θεωρήθηκαν απαραίτητα προϊόντα. Μετά, η άρση της απαγόρευσης προέκυψε επειδή οι άνθρωποι μοιράζονταν τα τσιγάρα που τους είχαν απομείνει και άρα διέδιδαν ευκολότερα τον ιό.
Πολλοί πιστεύουν ότι πίσω από την απαγόρευση βρίσκεται η Nkosazana Dlamini-Zuma, πρώην υπουργός Υγείας, η οποία παλαιότερα προώθησε τη νομοθεσία κατά του καπνίσματος σε δημόσιους χώρους. Φαίνεται ότι με αφορμή τον κορωνοϊό, η τωρινή υπουργός Συνεργατικής Διακυβέρνησης βρήκε ευκαιρία να συνεχίσει τη …σταυροφορία της κατά του τσιγάρου.