Κριτική του ΣΕΒ στο Πολυνομοσχέδιο: Μικρά βήματα προόδου για το επιχειρείν
- 14/06/2018, 11:16
- SHARE
Τι αναφέρει στο εβδομαδιαίο δελτίο οικονομικών εξελίξεων.
Μικρά βήματα προόδου σε θέματα φορολογίας και επιχειρηματικού περιβάλλοντος, αλλά και σοβαρές εκπτώσεις σε κρίσιμα πεδία όπως η αγορά εργασίας που επηρεάζουν την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας και τις επενδύσεις διαπιστώνει ο ΣΕΒ στο πολυνομοσχέδιο για την τέταρτη αξιολόγηση.
Σε ανάλυση που περιλαμβάνεται στο εβδομαδιαίο δελτίο οικονομικών εξελίξεων ο ΣΕΒ δηλώνει επίσης αντίθετος με την παράταση του clawback για τα έτη 2019 – 2022, καθώς και με την επαναφορά της ενιαίας τιμής του βιβλίου, ενώ ζητά την κατάργηση του φόρου υπεραξίας στα ακίνητα «που χωρίς να προσφέρει τίποτα στα κρατικά έσοδα οδήγησε σε σημαντική αβεβαιότητα και κατ’ επέκταση μείωση των τιμών στοιχείων ενεργητικού νοικοκυριών και επιχειρήσεων αλλά και της αξίας ενεχύρων».
Αναφερόμενος στα θέματα αδειοδότησης και λειτουργίας επιχειρήσεων ο Σύνδεσμος επισημαίνει την περίπτωση εταιρείας – μέλους, στην οποία μέρος του υφιστάμενου για δεκαετίες εργοστασίου χαρακτηρίστηκε ως χρήση οικίας με αποτέλεσμα νέα καινοτόμα επένδυση επέκτασης με μεγάλη δαπάνη να πρέπει να γίνει εκτός του εργοστασίου, μειώνοντας έτσι σημαντικά την ανταγωνιστικότητα της επιχείρησης.
Τέλος ο ΣΕΒ επαναλαμβάνει την αντίθεσή του στην ενίσχυση της υποχρεωτικής διαιτησίας παρά – όπως αναφέρει – την αντίθεση του Διεθνούς Οργανισμού Εργασίας.
Aκολουθεί ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα από το δελτίο του ΣΕΒ:
Σε ό,τι αφορά το πτωχευτικό δίκαιο και τον εξωδικαστικό μηχανισμό ρύθμισης οφειλών, δεν αντιμετωπίζονται σημαντικά εμπόδια στην εξυγίανση της αγοράς που σχετίζονται με τον χειρισμό των φορολογικών επιπτώσεων που έχουν οι διαγραφές οφειλών, την ώρα που οι απλές υποθέσεις δεν εντάσσονται σε έναν πράγματι ευέλικτο και εξωδικαστικό μηχανισμό και οι πιο σύνθετες υποθέσεις δεν μπορούν να μετακινηθούν σε βελτιωμένες και ταχύτερες προ-πτωχευτικές διαδικασίες. Τέλος, η υπόσχεση του κράτους για μια πιο γενναιόδωρη στάση ως προς τις διαγραφές απαιτήσεων παραμένει προνόμιο μόνο του «εξωδικαστικού» μηχανισμού. Μάλιστα, για την ώρα αυτή η υπόσχεση παραμένει θεωρητική προοπτική.
Την ίδια ώρα δεν θεραπεύονται σημαντικές στρεβλώσεις στην αγορά φαρμάκου, ενώ και τα προτεινόμενα μέτρα για την αντιμετώπιση του λαθρεμπορίου στα καπνικά προϊόντα δεν λαμβάνουν υπόψη τους το υφιστάμενο Ευρωπαϊκό πλαίσιο καθώς και τις σημαντικές επερχόμενες εξελίξεις σε ζητήματα ιχνηλασιμότητας.
Το νομοσχέδιο περιέχει, τέλος, και ορισμένα χρήσιμα (αλλά εξαιρετικά περιορισμένης φύσης) φορολογικά μέτρα και κίνητρα για αύξηση απασχόλησης και πραγματοποίηση ορισμένων επενδύσεων. Από την άλλη, δε φαίνεται να έχει γίνει συνείδηση ότι η Ελλάδα δεν μπορεί να χρεώνει επενδυτές και εργαζομένους με υψηλούς και υπερπροοδευτικούς φόρους και εισφορές ανεπτυγμένης κεντροευρωπαϊκής χώρας – λόγω της χαμηλής ανταποδοτικότητας. Μια τέτοια πρόταση δεν προσελκύει επενδυτές και εργαζόμενους, την ώρα που οι πλέον παραγωγικές ηλικίες του πληθυσμού μειώνονται ραγδαία λόγω του brain drain και της υπογεννητικότητας. Κίνητρα παραγωγικών επενδύσεων συνεχίζουν να απουσιάζουν αν και υπάρχουν πλέον καταγεγραμμένες πρακτικές στην Ε.Ε. ότι αποδίδουν ακόμα και μέσα στην κρίση (πχ υπερ-αποσβέσεις στην Ιταλία).
Η βιομηχανία / μεταποίηση εξακολουθεί να μην είναι κεντρικός αναπτυξιακός βραχίονας αν και έχει τα μεγαλύτερα πολλαπλασιαστικά οφέλη για το σύνολο της οικονομίας, την απασχόληση, τα δημόσια έσοδα, κτλ. Αυτή η σημαντική έλλειψη έρχεται σε αντίθεση με την πρόσφατη δημόσια τοποθέτηση του Πρωθυπουργού στο βήμα της Γενικής Συνέλευσης του ΣΕΒ για στήριξη στη βιομηχανική ανάκαμψη και αποδοχή του στόχου του 12% στο ΑΕΠ μέχρι το 2020.
Τέλος, απουσιάζει ένα συγκροτημένο πλέγμα επενδυτικών μεταρρυθμίσεων με ποσοτικούς στόχους και δράσεις που μπορούν να ανεβάσουν τις επενδύσεις στο 20% του ΑΕΠ από το 12% σήμερα.
Υπό τα δεδομένα αυτά, οι προβλέψεις του ΜΠΔΣ για συνεχή αύξηση των εσόδων του κράτους ερευνώνται με τρόπο αυστηρό ως προς το ρεαλισμό τους, την ώρα που φαίνεται το πλέον δυναμικό μέρος της φορολογητέας ύλης να αποφεύγει τη δραστηριοποίηση στη χώρα μας με όλο και μεγαλύτερη ένταση.