L’ Artigiano: Μαθήματα ιταλικής γεύσης από Έλληνα επιχειρηματία
- 20/01/2015, 11:04
- SHARE
Ο Χρήστος Βιτσικάνος , ο άνθρωπος που μύησε τους Έλληνες στη γνήσια ιταλική κουζίνα, μιλάει στο FortuneGreece για τα σχέδια της γνωστής αλυσίδας.
Η αγάπη του για την μουσική ήταν αυτή που τον οδήγησε στην Αθήνα, ωστόσο το πάθος του για την τέχνη εκφράστηκε τελικά μέσα από άλλα μονοπάτια. Από τη Φιλαρμονική της Νιγρίτας, από όπου και κατάγεται, μεταβαίνει το 1987 στην πρωτεύουσα για σπουδές στο Εθνικό Ωδείο. Έπειτα από μια παύση για τις ανάγκες της στρατιωτικής του θητείας, το 1991 επιστρέφει και πάλι στην Αθήνα και αρχίζει να δουλεύει στον κλάδο της εστίασης, σε πιτσαρίες απασχολούμενος σε όλα σχεδόν τα πόστα μιας τέτοιου είδους επιχείρησης. Μαθαίνει σαν «σφουγγάρι» τη δουλειά και πίσω από τον πάγκο αρχίζει δειλά δειλά να φτιάχνει και τις πρώτες πίτσες. Ο κλάδος βρίσκεται σε άνθηση και γίνονται της μόδας οι πιτσαρίες με χτιστό φούρνο.
Όπως διηγείται στο fortunegreece.com, σε μια από τις σπάνιες συνεντεύξεις του ο Πρόεδρος και Δ/νων Σύμβουλος της αλυσίδας L’Artigiano, κ. Χρήστος Βιτσικάνος, η λειτουργία μιας πιτσαρίας με ξυλόφουρνο στη γειτονιά του Αγ. Δημητρίου, όπου και ο ίδιος δούλευε, τον οδηγεί στο να αναζητήσει εκεί δουλειά προκειμένου να δει από κοντά τον καινοτόμο για την εποχή τρόπο λειτουργίας τέτοιου είδους μαγαζιών.
«Μια φορά συζητούσα με τους συναδέλφους μου τα σχέδιά μας για το μέλλον. Όταν τους είπα ότι σε τόσο νεαρή ηλικία ήθελα να κάνω αλυσίδα με πιτσαρίες, γέλασαν τόσο πολύ μαζί μου που δεν το ξανανέφερα». Η ιστορία έδειξε πως όταν κανείς παραμένει προσηλωμένος στο όραμά του και δουλεύει γι’ αυτό θα κάνει σίγουρα μια μέρα τα όνειρά του πραγματικότητα. Η μέρα εκείνη δεν άργησε για τον κ. Βιτσικάνο αφού στα τέλη του 1992 συναποφασίζει με τους επιχειρηματίες, στους οποίους μέχρι πρότινος εργαζόταν ως υπάλληλος, να ανοίξουν από κοινού το πρώτο κατάστημα στο Βύρωνα, βάζοντας έκαστος το ποσό των 4 εκατομμυρίων δραχμών.
«Όταν κάνω κάτι θέλω να το κάνω καλά. Η πίτσα σε φούρνο με ξύλα ήταν κάτι καινούριο και η απήχηση μεγάλη. Μετά από 6 μήνες αποφάσισα να ανοίξω το δεύτερο κατάστημα μόνος μου».
Το Γενάρη του 1994 γεννήθηκε η αλυσίδα «L’ Artigiano». Το όνομα δεν ήταν προϊόν έρευνας από κάποια διαφημιστική εταιρεία, αλλά προήλθε από την αναζήτηση σε ένα ιταλο-ελληνικό λεξικό λέξεων που θα μπορούσαν να αποδώσουν τη φιλοσοφία μιας αλυσίδας που έβλεπε το φαγητό ως δημιουργία και ως τέχνη.
«Η πίτσα είναι σαν ένας πίνακας. Ανοίγεις το ζυμάρι και το στολίζεις με τα χέρια σου. Ο καταναλωτής τρώει πρώτα με τα μάτια. Το 1994 μπήκαμε με τη L’Artigiano σε μια ανταγωνιστική αγορά στην περιοχή του Ζωγράφου στην οποία υπήρχαν αρκετά μαγαζιά με ισχυρά brands. Όραμά μας ήταν να προσφέρουμε στο σπίτι την καλή ιταλική πίτσα, που θα έτρωγε σε ένα εστιατόριο ο καταναλωτής».
Ο κ. Βιτσικάνος παραδέχεται πως πολλοί πελάτες του εξομολογούνται πως έχουν συνδέσει τα φοιτητικά τους χρόνια με τα καταστήματά του, ακριβώς γιατί τους θύμιζαν σπιτικό φαγητό. Η εταιρεία του μέσα σε λίγα χρόνια επεκτάθηκε σε όλη την Ελλάδα και το 1999 ακολούθησε τη στρατηγική του franchise για τη διεύρυνση του δικτύου διανομής. «Στο παρελθόν έχω κλείσει κατάστημα επειδή δεν συμμορφωνόταν με τα standards της εταιρείας. Δεν διαπραγματευόμαστε την ποιότητα των πρώτων υλών».
Η L’ Artigiano εισήγαγε στην ελληνική αγορά το microvelle, μια πρωτοποριακή συσκευασία που αν και έχει τριπλάσιο κόστος από τις συμβατικές, χάρη στο θερμομονωτικό υλικό της είναι περισσότερο ανθεκτική και διατηρεί για περισσότερη ώρα ζεστό το φαγητό. Επιπρόσθετα, από το 2000 έως και το 2009 έγιναν επενδύσεις της τάξης των 5 εκατομμυρίων ευρώ σε κτήρια και ανακαίνιση ορισμένων εξ’ αυτών. Δυστυχώς όμως η κρίση χτύπησε και τον κλάδο της εστίασης με αποτέλεσμα το 2010 να κλείσουν 12 καταστήματα της γνωστής αλυσίδας που παρουσίαζαν σημάδια κόπωσης.
Το 2011 η L’ Artigiano κάνει το πρώτο rebranding και την ίδια χρονιά κερδίζει βραβείο στα «International Branding Awards» στο Παρίσι. «Το 2013 λανσάραμε στην αγορά την αφράτη πίτσα, η οποία πηγαίνει πολύ καλά σε πωλήσεις. Έχουμε ισχυροποιηθεί σε αυτό το κομμάτι, αλλά το DNA μας είναι η ιταλική κουζίνα. Το 2014 έκλεισε ανοδικά με +5% στο τζίρο. Για την εταιρεία το 2011 ήταν η χειρότερη χρονιά. Τη διετία 2012-2013 επήλθε σταθεροποίηση και από τότε τα μεγέθη αυξάνονται».
Από τα τέλη της περασμένης χρονιάς η εταιρεία έχει συμπεριλάβει στο μενού της νέα πιάτα και δίνει έμφαση στο νέο λογότυπό της και στην προβολή της νέας εταιρικής της ταυτότητας που θα γίνει μέσα στο 2015. «Στο χώρο της εστίασης ο καταναλωτής έχει γίνει πιο απαιτητικός και πιο ποιοτικός. Αν κάτι έκανε η L’Artigiano, αυτό ήταν να εκπαιδεύσει ένα κοινό που δεν γνώριζε τι είναι η καρμπονάρα».
Όσο για τον κυριότερο ανταγωνιστή της εταιρείας του, ο κ. Βιτσικάνος υποστηρίζει πως είναι ο ίδιος της ο εαυτός και η συμβουλή που δίνει στους νεότερους επιχειρηματίες είναι πως για να πετύχει κανείς στη δουλειά του θα πρέπει να του αρέσει αυτό που κάνει και αν μπορεί να κάνει το χόμπι του επάγγελμα. Ο ίδιος δηλώνει «ερωτευμένος» με τη δουλειά του και ακόμα και σήμερα, που είναι επιφορτισμένος με τα βάρη της διοίκησης, επισκέπτεται αρκετά από τα καταστήματά του, φοράει την ποδιά του και φτιάχνει στη κουζίνα πίτσα.
«Όταν έρχεται η επιτυχία στη ζωή σου το σημαντικότερο είναι να μην επαναπαύεσαι και να μην πηγαίνεις πίσω. Ο χειρότερος εχθρός μου είναι ο εαυτός μου και όχι οι ανταγωνιστές μου».