Μάχη για να πείσει τον κυβερνητικό της εταίρο δίνει η Τερέζα Μέι ενώ οι Ευρωπαίοι περιμένουν
- 05/12/2017, 15:14
- SHARE
Το ζήτημα των συνόρων της Βορείου Ιρλανδίας αποτελεί «αγκάθι» για τον αδύναμο βρετανικό κυβερνητικό συνασπισμό.
Η Βρετανίδα πρωθυπουργός Τερέζα Μέι δήλωσε σήμερα σε υπουργούς της ότι αναμένει να επανεκκινήσουν οι συνομιλίες του Brexit με την Ευρωπαϊκή Ένωση αργότερα αυτή την εβδομάδα, τονίζοντας ότι η Βρετανία και η ΕΕ είναι πολύ κοντά σε μια συμφωνία, αν και υπάρχουν ακόμα λίγα εκκρεμή ζητήματα.
Την ίδια ώρα, η Βρετανίδα πρωθυπουργός αγωνίζεται για να διασώσει μία συμφωνία στις διαπραγματεύσεις για το Brexit προσπαθώντας να ξεπεράσει τις διαφωνίες των πολύτιμων για τον κυβερνητικό συνασπισμό Βορειο-Ιρλανδών κυβερνητικών της εταίρων, του μικρού Ενωτικού Κόμματος της Βόρειας Ιρλανδίας (DUP) που αντιτίθεται με κάθε σφοδρότητα στην εναρμόνιση, μετά την έξοδο της Βρετανίας από την ΕΕ, του ρυθμιστικού πλαισίου που θα ισχύει στην Βόρεια Ιρλανδία με εκείνο που εφαρμόζεται στην Δημοκρατία της Ιρλανδίας και μέλος της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Το DUP προβάλλει το βέτο του σε μία ρύθμιση που «θα αποσπάσει» την βρετανική επαρχία του Ολστερ από την βρετανική επικράτεια και απειλεί να εγκαθιδρύσει ένα «σκληρό σύνορο» ανάμεσα στην ιρλανδική και την βρετανική νήσο.
Η Αρλίν Φόστερ, ηγέτις του DUP, διεμήνυσε σήμερα ότι δεν προτίθεται να μετακινηθεί μέχρι το Λονδίνο, αφού δεν υπάρχει προοπτική συμφωνίας για το θέμα, σύμφωνα με δημοσίευμα της Daily Telegraph. «Η Αρλίν θα παρουσιαστεί όταν θα βρίσκονται κοντά σε συμφωνία ως προς κάτι. Υπάρχει τόση δουλειά που πρέπει να γίνει, αυτή τη στιγμή … δεν βρισκόμαστε σε ένα στάδιο στο οποίο μπορεί να εμπλακεί η Αρλίν ως ηγέτης», δήλωσε πηγή του DUP.
Ωστόσο, η συμφωνία για το Ιρλανδικό εμφανιζόταν χθες ως επικείμενη: προέβλεπε την εναρμόνιση των ρυθμιστικών πλαισίων που θα ισχύουν στην Βόρεια Ιρλανδία και τη Δημοκρατία της Ιρλανδίας μετά το Brexit για να αποφευχθεί η επαναφορά του συνοριακού διαχωρισμού ανάμεσά τους και μαζί με αυτόν ο έλεγχος στην κυκλοφορία προσώπων και αγαθών.
Τα ενδο-ιρλανδικά σύνορα είχαν εξαφανισθεί μετά την «συμφωνία της Μεγάλης Παρασκευής» τον Απρίλιο 1998, που έβαλε τέλος σε τριάντα χρόνια αιματηρών συγκρούσεων ανάμεσα σε καθολικούς εθνικιστές και προτεστάντες ενωτικούς στη Βόρεια Ιρλανδία.
Αλλά φαίνεται πως η Τερέζα Μέι λογάριαζε χωρίς το προτεσταντικό DUP, που έθεσε βέτο τινάζοντας στον αέρα την τελευταία στιγμή τη συμφωνία. Σφοδρά αντίθετο, εξ ορισμού άλλωστε, με τον διαχωρισμό της Βόρειας Ιρλανδίας από το υπόλοιπο Ηνωμένο Βασίλειο με την θέσπιση διαφορετικού ρυθμιστικού καθεστώτος, το μικρό προτεσταντικό κόμμα αποφάσισε να παίξει το ισχυρό του χαρτί απειλώντας την Τερέζα Μέι με αποχώρηση από τον κυβερνητικό συνασπισμό.
Αισιόδοξος για συμφωνία στον τελικό «λογαριασμό» ο Φίλιπ Χάμοντ
Το Ηνωμένο Βασίλειο είναι πεπεισμένο ότι θα επιτευχθεί συμφωνία με την ΕΕ όσον αφορά τα κρίσιμα ζητήματα του διαζυγίου τους, παρά την αποτυχία των χθεσινών συνομιλιών, δήλωσε σήμερα o Βρετανός υπουργός Οικονομικών Φίλιπ Χάμοντ. «Είμαστε πολύ κοντά, αλλά δεν έχουμε καταλήξει ακόμη», δήλωσε σήμερα μετά την αποτυχία χθες την τελευταία στιγμή της επίτευξης μιας κρίσιμης συμφωνίας μεταξύ ΕΕ και Βρετανίας. «Είμαστε απόλυτα πεπεισμένοι ότι θα μπορέσουμε να προχωρήσει αυτό», πρόσθεσε ο Χάμοντ.
Η ΕΕ και η Βρετανία απέτυχαν χθες να οριστικοποιήσουν μια συμφωνία όσον αφορά ένα από τα σημαντικά θέματα του διαζυγίου τους, το μέλλον των συνόρων μεταξύ της Δημοκρατίας της Ιρλανδίας και της Βόρειας Ιρλανδίας μετά το Brexit.Το θέμα αυτό είναι μία από τις τρεις προτεραιότητες που υπάρχουν σε αυτήν την πρώτη φάση των διαπραγματεύσεων για το Brexit, μαζί με την ρύθμιση του «λογαριασμού»για το διαζύγιο και τα δικαιώματα των απόδημων πολιτών.
Οι Ευρωπαίοι αξιώνουν «επαρκή πρόοδο» και στα τρία αυτά μέτωπα για να δεχθούν να περάσουν στη δεύτερη φάση των διαπραγματεύσεων, στην οποία περιλαμβάνονται οι διαπραγματεύσεις για τις εμπορικές σχέσεις, κάτι το οποίο ζητεί επίμονα το Λονδίνο.