Μαρινάκης για Τέμπη: «Όλοι μας θέλουμε δικαιοσύνη» – Τι απαντά στις κατηγορίες για «μονταζιέρα» και «μπάζωμα»
- 27/03/2024, 12:59
- SHARE
Για το δημοσίευμα της εφημερίδας το «ΒΗΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ» και τα περί «δήθεν συγκάλυψης» και αλλοίωσης του υλικού για το δυστύχημα των Τεμπών, τα πυρά για το «μπάζωμα» στον τόπο του δυστυχήματος, τη διαδικασία της Εξεταστικής Επιτροπής αλλά και τη συζήτηση για την πρόταση δυσπιστίας κατά της κυβέρνησης, μίλησε στην εκπομπή «Κοινωνία Ώρα MEGA» ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Παύλος Μαρινάκης.
«Αν δει κανείς την ανάλυση του ρεπορτάζ που κάνει ο συντάκτης στο κεντρικό δελτίο την προηγουμένη της ανάρτησης, δηλαδή το Σάββατο το βράδυ, θα καταλάβει ότι είναι ξεκάθαρη η μομφή. Η μονταζιέρα αυτή δεν απευθύνεται σε κάποιον υπάλληλο ή σε κάποιον δημοσιογράφο και, εν πάση περιπτώσει, για να λέμε τα πράγματα με το όνομά τους, δεν νομίζω ότι κατηγόρησε κανείς κάποιον δημοσιογράφο, κάποιον υπάλληλο, που εγώ θα πω κακώς διέρρευσε ό,τι διέρρευσε, αλλά αυτό συμβαίνει, δυστυχώς, σε όλες τις υποθέσεις που γίνονται διαρροές. Το ‘κακώς’, δηλαδή, ισχύει για όλες τις υποθέσεις. Δεν νομίζω ότι κατηγόρησε κάποιον, που είχε ‘προσωπικά’, ας πούμε, με τον σταθμάρχη ούτως ώστε μία από τις 15 συνομιλίες, το πρώτο βράδυ μόνο, όχι συνολικά, να βγει χωρίς κάποιες σειρές από αυτή. Θέλω να πω ότι για να μην κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας, όλο αυτό το ρεπορτάζ, το οποίο αναρτήθηκε την Κυριακή στο ‘ΒΗΜΑ’, είχε ως σκοπό να χτίσει ένα άλλο αφήγημα πέραν των υπολοίπων, που προσπαθούμε να αντιμετωπίσουμε, το οποίο εντάσσεται ευρύτερα στη δήθεν συγκάλυψη και τη ‘μονταζιέρα’ από την κυβέρνηση», ανέφερε ο κ. Μαρινάκης.
Σχετικά με το αν αλλοιώθηκε το υλικό, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος επεσήμανε ότι «μονταζιέρα είναι η αλλοίωση ενός περιεχομένου με σκοπό την παραπλάνηση της κοινής γνώμης ή την απόδοση ευθυνών σε έναν άνθρωπο. Λοιπόν, τέσσερις γρήγορες απαντήσεις σε δευτερόλεπτα. Ερώτηση πρώτη: Ήταν η μόνη συνομιλία; Απάντηση: Όχι. Όλες οι άλλες συνομιλίες συνηγορούσαν στο ανθρώπινο λάθος; Ναι. Ερώτηση δεύτερη. Το βράδυ δημοσιεύτηκαν αυτές οι συνομιλίες και μία εκ των οποίων, πράγματι, το βράδυ εκείνο, δεν έχει κάποιες σειρές. Πράγματι. Είχε ομολογήσει το μεσημέρι ο σταθμάρχης; ‘Αρα, ετίθετο θέμα η κακιά δήθεν κυβέρνηση ή κάποιος άλλος που δεν μπορώ να βρω εγώ ποιος, να παραπλανήσει τους πολίτες, για να θεωρήσουν οι πολίτες ότι είναι ανθρώπινο λάθος, ενώ είναι ένα ζήτημα λελυμένο;
Δεδομένο τρίτο: Την επόμενη μέρα η Δικαιοσύνη παίρνει πλήρεις τις συνομιλίες συμπεριλαμβανομένης και αυτής που μου διαβάζετε. Πληρέστατες.
Το βεβαιώνει η Αστυνομία, το βεβαιώνουν άπαντες. Ακόμα, και ‘ΤΑ ΝΕΑ’ χτες στο πρωτοσέλιδό τους το λένε αυτό. Χτες στα «ΝΕΑ» στο πρωτοσέλιδο τα λένε, ότι στη Δικαιοσύνη πήγαν πλήρεις οι συνομιλίες. ‘Αρα, ούτε ζήτημα δικαστικής αλλοίωσης υπάρχει.
Και τέταρτο στοιχείο: Την μεθεπόμενη μέρα, δηλαδή 3 του μηνός, όλα τα sites, 3 και 4 του μηνός, συμπεριλαμβανομένης της δημόσιας ΕΡΤ, αναρτούν το σύνολο των συνομιλιών αυτής συμπεριλαμβανομένης, χωρίς καμία διαφορά με αυτό το οποίο μου διαβάσατε. Θέλω να πω το εξής: Όταν μέσα σε ένα διάστημα τριών ημερών, το σύνολο των Μέσων παρουσιάζει στην κοινή γνώμη πλήρεις τις συνομιλίες και το σύνολο των συνομιλιών πηγαίνουν πλήρεις στην Δικαιοσύνη, δεν μπορεί να ισχυρίζεται κάποιος έναν χρόνο μετά για μονταζιέρα».
Μάλιστα ο κυβερνητικός εκπρόσωπος υπογράμμισε ότι ουσιαστικά «αναβαθμίστηκε ένα λελυμένο, πριν από έναν χρόνο, θέμα διαρροής στοιχείων. Πριν έναν χρόνο ουδείς ισχυρίστηκε ότι προσπάθησε κάποιος να παραπλανήσει την κοινή γνώμη.
Πρώτον, η Αστυνομία το βράδυ του δημοσιεύματος του Βήματος, βγάζει ανακοίνωση σημείο – σημείο πώς δόθηκαν οι συνομιλίες, με ποιον τρόπο, χωρίς απομαγνητοφώνηση, ακέραιες στην Δικαιοσύνη, επίσημα η Αστυνομία. Το σύνολο των συνομιλιών. Και το δεύτερο είναι ότι εδώ και έναν χρόνο και παραπάνω πλέον έχουμε 57 θύματα, άρα 57 συνηγόρους, οικογένειες θυμάτων, ανθρώπους οι οποίοι εμπλέκονται με την υπόθεση, συνηγόρους πολιτικής αγωγής, υπεράσπισης, και ούτε ένας δεν έχει κάνει ούτε αυτή τη μομφή που κάνετε εσείς σήμερα. Αλλά το να κάνουμε συζήτηση επί φανταστικών υποθέσεων, δεν έχει κάποιο νόημα και να πετάμε λάσπη στον ανεμιστήρα».
Κληθείς να απαντήσει για το αν η κυβέρνηση γνώριζε ποιος πήρε πρώτος στα χέρια του το υλικό ο κ. Μαρινάκης τόνισε: ««Επειδή κάποτε στη χώρα μας, κατά δήλωση υπουργού Δικαιοσύνης τότε, λειτουργούσε παρα-υπουργείο Δικαιοσύνης στο Μαξίμου, δεν λειτουργεί από το 2019 και μετά. Στη χώρα μας -νομίζω το ξέρετε με την εμπειρία σας- έχουμε διάκριση των εξουσιών. Υπάρχει Νομοθετική, Εκτελεστική και Δικαστική Εξουσία. Ένα ζήτημα διαρροής στοιχείων δικογραφίας, που φαντάζομαι δεν το είδατε να γίνεται πρώτη φορά σε μια υπόθεση, έχετε καλύψει και αστυνομικές υποθέσεις και σκληρές υποθέσεις, κακώς διαρρέουν.
Κάκιστα διαρρέει όποιος διαρρέει. Δεν ήρθε την Κυριακή η Αντιπολίτευση να πει γιατί έγινε διαρροή στοιχείων. Ήρθε το ΒΗΜΑ και στη συνέχεια η Αντιπολίτευση και είπαν γιατί έγινε μονταζιέρα. Ποιος είχε σκοπό, κατά όλους αυτούς, να κάνει τη μονταζιέρα; Ένας αστυνομικός; Ένας υπάλληλος; Όχι.
Αν έβλεπα δύο μέρες μετά την ΕΡΤ να έχει πλήρη τη συνομιλία και ήξερα ότι η Δικαιοσύνη είχε αυτή τη συνομιλία ακέραιη, αν το ήξερα όλο αυτό, θα έλεγα ότι, προφανώς, κακώς έγινε μία διαρροή και να ερευνήσει η Δικαιοσύνη τη διαρροή, αλλά κανείς δεν είχε σκοπό να παραπλανήσει την κοινή γνώμη. Και το ξαναλέω: Η ουσία εδώ ποια είναι; Το ανθρώπινο λάθος. Αμφισβητεί κανείς τη συνδρομή του ανθρώπινου παράγοντα; Πέραν των υπόλοιπων πτυχών που εξετάζονται. Όχι. Ωραία. ‘Αρα γιατί να θέλει η κυβέρνηση να μοντάρει συνομιλίες; Γιατί να το θέλει;».
Στο σημείο αυτό, ο κ. Μαρινάκης πρόσθεσε: «Επειδή είναι ένα θέμα το οποίο έχει πονέσει πολύ κόσμο και για κάποιους ανθρώπους σταμάτησε η ζωή τους μέχρι εκείνη την ημέρα και ξεκίνησε μια άλλη ζωή, απόλυτης θλίψης και οργής, μην ανοίγουμε θέματα, τα οποία δεν έχει ανοίξει κανείς.
Δεν έχει ανοίξει κανείς θέμα ότι η Δικαιοσύνη έχει παραποιημένες ή μισές ή με ελλείψεις τις συνομιλίες όλων των μοιραίων τρένων και όλης της σειράς των γεγονότων».
Σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο παραδόθηκε το υλικό, ο κ. Μαρινάκης επεσήμανε ότι δεν ξέρει με ποια ακριβώς μορφή πήγε το υλικό. «Δεν είμαι τεχνικός, εκπρόσωπος της κυβέρνησης είμαι. Το σύνολο των συνομιλιών, ακέραιων των συνομιλιών, όλων, έχει πάει από την Αστυνομία στη Δικαιοσύνη», τόνισε.
Και πρόσθεσε: «Εμείς δεν έχουμε καμία δουλειά με το να κάνουμε δικαστική έρευνα σε ‘τηλεπαράθυρα’ ή πουθενά αλλού. Είναι αντικείμενο της δικογραφίας. Είναι μέρος της δικαστικής διερεύνησης. Τα δικαστήρια γίνονται στις δικαστικές αίθουσες και οι ανακρίσεις γίνονται στα γραφεία των ανακριτών. Δεν γίνονται ούτε στις τηλεοράσεις, ούτε στα ‘παράθυρα’, ούτε στα κομματικά γραφεία, ούτε πουθενά αλλού. Πρέπει να αφήσουμε τη Δικαιοσύνη ήρεμα και αντικειμενικά να κάνει τη δουλειά της. Στη συγκεκριμένη περίπτωση προσπάθησαν κάποιοι να δημιουργήσουν ψευδείς εντυπώσεις. Ξέρετε κι εγώ, όπως και πολλοί άλλοι και εμείς πατεράδες είμαστε και εμείς παιδιά έχουμε και εξοργιζόμαστε να έρχονται κάποιοι από έναν άλλο πολιτικό χώρο, στον πόνο ανθρώπων, να μας λένε ότι συγκαλύπτουμε δολοφόνους ή ότι συγκαλύπτουμε τον οποιονδήποτε. Αυτά τα πράγματα δεν είναι εύκολο να τα διαχειριστεί κάποιος. Οπότε, κάθε φορά που πάει κάποιος έστω να υπονοήσει κάτι το οποίο φαίνεται ότι είναι ψευδές και παραπλανητικό, ναι, έχουμε καθήκον να απαντάμε σε αυτό. Γιατί, ξέρετε, είναι πολύ δύσκολο, όλοι μας θέλουμε δικαιοσύνη για τα Τέμπη, όλοι μας θέλουμε να αποδοθούν ευθύνες σε όλους, χωρίς εξαιρέσεις. Και δεν είναι εύκολο πράγμα χωρίς να έχεις κανέναν δόλο να παραπλανήσεις κανέναν, να σε κατηγορούν».
Ερωτηθείς σχετικά με το «μπάζωμα» στον τόπο του δυστυχήματος, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος ανέφερε: «Έχουμε απαντήσει. Όχι, δεν έδωσε εντολή ο κ. Τριαντόπουλος. Κανένας κυβερνητικός παράγοντας δεν έδωσε ποτέ εντολή για κανένα μπάζωμα. Από εκεί και πέρα, όμως, επειδή και αυτή η κατηγορία και κάθε κατηγορία ενός συγγενή είναι σοβαρή, κάθε κατηγορία, είτε θεωρούμε ότι ισχύει, που η συγκεκριμένη θεωρούμε ότι δεν ισχύει, είτε ότι ισχύει είτε ότι δεν ισχύει, την ερευνά η Δικαιοσύνη. Και αυτή τη στιγμή η ανάκριση δεν έχει κλείσει. Είναι ένας φάκελος τεράστιος με πάρα πολλά στοιχεία, απόρρητα στοιχεία, μυστική διαδικασία, ο οποίος είναι εν εξελίξει υπό διερεύνηση και πολύ καλά έκανε η Δικαιοσύνη και διέταξε και δεύτερη πραγματογνωμοσύνη».
Στη συνέχεια ο κ. Μαρινάκης μίλησε για την Εξετεταστική Επιτροπή επισημαίνοντας πως πρόκειται «για μια διαδικασία η οποία ερευνά, όπως αποφάσισε η Βουλή, διαχρονικές ευθύνες οι οποίες μας οδήγησαν σε αυτό το τραγικό δυστύχημα, 57 ανθρώπους να χαθούν τόσο άδικα. Ένα πράγμα αυτό, που δυστυχώς από τη φύση της έχει και πολιτικά χαρακτηριστικά και διερευνήθηκε ό,τι διερευνήθηκε με τους περισσότερους μάρτυρες που έχουν εξεταστεί ποτέ. Η κορυφαία διαδικασία για να μάθουμε την αλήθεια είναι η διαδικασία της Δικαιοσύνης. Και σε κάθε περίπτωση, διαβιβάστηκε φάκελος στην Εξεταστική Επιτροπή.
Τα κόμματα της Αντιπολίτευσης που τόσο ελαφρά τη καρδία λένε τόσο βαριά πράγματα περί συγκάλυψης, που εγώ δεν δέχομαι να τα ακούω όταν αυτά δεν συνοδεύονται από συγκεκριμένες κατηγορίες, θα σας πω τρεις λόγους που όλο αυτό είναι υποκριτικό. Τρεις. Υπάρχουν άλλοι δέκα, αλλά θα σας πω τους τρεις κορυφαίους. Βάζουν θέμα ευθυνών σύμβασης και μετά ανθρωποκτονίας, δηλαδή, του θανάτου των παιδιών. Αυτές οι ευθύνες ξεκίνησαν το 2019; Προφανής η απάντηση. Όχι. Κανείς δεν μιλάει για τις ευθύνες πριν από το 2019, έναν διαλυμένο σιδηρόδρομο χωρίς τηλεδιοίκηση.
Ερώτηση δεύτερη. Βάζουν θέμα βουλευτικής ασυλίας, που δεν έχει σχέση με τη συγκεκριμένη υπόθεση -το μπερδεύουν επίτηδες- και νόμου περί ευθύνης Υπουργών. Στην τελευταία αναθεώρηση του Συντάγματος, που η Νέα Δημοκρατία την παραγραφή του Χασαπόπουλου, της Βούλγαρη, κάθε πολίτη, την εξίσωσε με ενός υπουργού, ήρθε ο ΣΥΡΙΖΑ ή οποιοδήποτε άλλο κόμμα της Αντιπολίτευσης να πει να καταργηθεί, όπως κάνει τώρα ο όποιος ευρωβουλευτής πάει με μια πονεμένη μάνα στην Ευρώπη; Δεν ήρθανε να το πούνε αυτό το πράγμα. Τρίτο σημείο που φαίνεται η υποκρισία τους. Λένε για συγκάλυψη. Έχουνε διατυπώσει συγκεκριμένη κατηγορία με στοιχεία; Κατηγορία όμως και να έρθει η κακιά δήθεν Κυβέρνηση να την απορρίψει, άρα να συγκαλύψει; Όχι είναι η απάντηση. ‘Αρα, τι κάνουν; Πάνω σε μία τόσο σοβαρή, τόσο δύσκολη υπόθεση -να το καταλάβει ο ανθρώπινος νους- που όλοι θέλουμε δικαιοσύνη, αντί να πούνε όλα στη Δικαιοσύνη, θέλουμε την αλήθεια όσο πιο γρήγορα, χτίζουν πολιτικό αφήγημα συγκάλυψης για να πάρουνε ψήφους στις πλάτες πονεμένων ανθρώπων».
Ο κ. Μαρινάκης αναφέρθηκε τέλος και στη συζήτηση για την πρόταση δυσπιστίας υπογραμμίζοντας ότι ο πρωθυπουργός «έχει μιλήσει στη Βουλή πάρα πολλές φορές, ως έχει καθήκον, για το δυστύχημα των Τεμπών, για αυτό το τραγικό δυστύχημα. Έχει μιλήσει πάρα πολλές φορές, έχει απαντήσει όπως έχει υποχρέωση.
Το ΠΑΣΟΚ η ιστορία έγραψε ότι ενώ έχει κατηγορήσει την κυβέρνηση για κάθε πιθανή και απίθανη αιτία, για το κράτος δικαίου, για την οικονομία, για αντισυνταγματικά νομοσχέδια, αποφάσισε, ώ του θαύματος, Κυριακή απόγευμα -τα γεγονότα μιλάνε- να κάνει πρόταση δυσπιστίας για ένα δημοσίευμα που στοιχείο-στοιχείο το έχουμε αποδομήσει. Αυτό είναι ένα δεδομένο.
Εμείς θέλουμε να πείσουμε τους πολίτες. Δεν είναι δουλειά μας να πείσουμε το ΠΑΣΟΚ. Το πρόθυμο ΠΑΣΟΚ κάνει πρόταση δυσπιστίας για ένα δημοσίευμα, όχι για όλα αυτά που έχει κατηγορήσει την Κυβέρνηση όλο αυτό τον καιρό. Θα μπορούσε να κάνει όλους αυτούς τους μήνες, μας έχει κατηγορήσει για τα πάντα. Ο δε ΣΥΡΙΖΑ, για να καταλάβετε για ποιους ανθρώπους μιλάμε, βάζει εισηγητή για συζήτηση με αντικείμενο το Κράτος Δικαίου έναν αμετάκλητα καταδικασμένο από τη Δικαιοσύνη για ζήτημα Κράτους Δικαίου, για τη χειραγώγηση των Μέσων. Αυτά τα πράγματα δεν έχουν προηγούμενο. Χθες το βράδυ υποψήφιος ευρωβουλευτής, ελπίζω να μην είναι υποψήφιος μετά από αυτό, ο κ. Φαραντούρης, επετέθη με χυδαίο τρόπο στη χώρα, είπε ότι μακάρι μία ευρωπαία εισαγγελέας να ρίξει την κυβέρνηση της χώρας του. Δεν έχει σημασία που είναι σε άλλο κόμμα. Είναι απόφαση των πολιτών. Οι πολίτες κάθε τόσο έρχονται, κάθε τρία, κάθε τέσσερα χρόνια και αποφασίζουν οι ίδιοι, όχι εμείς, οι πολίτες. Και έρχεται ο Φαραντούρης από το πουθενά να πει ότι πρέπει μια ευρωπαία εισαγγελέας να ρίξει την κυβέρνηση. Και τι άλλο λέει; Κάνει συνειρμούς της Δικαιοσύνης του Αρείου Πάγου με τη χούντα. Αυτά δεν έχουν προηγούμενο».