Η «μαύρη τρύπα» των ευρωπαϊκών τραπεζών
- 08/08/2016, 09:55
- SHARE
Παρά την προσωρινή έκρηξη επενδυτικού ενθουσιασμού ή την αισιοδοξία της Ευρωπαϊκής Τραπεζικής Αρχής, οι ευρωπαϊκές τράπεζες κινδυνεύουν.
του Σον Τάλι
Στις 3 Αυγούστου, οι επενδυτές της HSBC πανηγύριζαν. Κανονικά, όμως, θα έπρεπε να γιουχάρουν. Οι επενδυτές έσπευσαν στις μετοχές του αγγλο-αμερικανικού κολοσσού αφότου η τράπεζα ανακοίνωσε ότι επρόκειτο να επιστρέψει 2,5 δισεκατομμύρια δολάρια στους μετόχους μέσω ενός μεγάλου προγράμματος εξαγοράς μετοχών. Τα νέα αυτά χρύσωσαν το χάπι της είδησης ότι τα έσοδα της εταιρείας μειώθηκαν κατά 45% σε ετήσια βάση για το δεύτερο τρίμηνο. Και η τιμή της μετοχής ανέβηκε κατά 3,5%.
Ακόμα περισσότερο, η ιδέα ότι μια ευρωπαϊκή τράπεζα έχει κεφάλαιο να ξοδέψει τροφοδότησε ένα σπάνιο ράλι στον εξασθενημένο κλάδο. Οι τιμές των μετοχών της γαλλικής Societe Generale και της βρετανικής Royal Bank of Scotland αυξήθηκαν κατά 3% και 2,5% αντίστοιχα.
Μην παρασύρεστε όμως από αυτή την προσωρινή έκρηξη επενδυτικού ενθουσιασμού ή την αισιοδοξία της Ευρωπαϊκής Τραπεζικής Αρχής – οι ευρωπαϊκές τράπεζες κινδυνεύουν.
Κι αυτό δεν ισχύει μόνο για τις πολύπαθες οικονομίες της Ιταλίας ή της Ελλάδας, αλλά και για ισχυρότερες οικονομίες όπως εκείνες της Γερμανίας και της Γαλλίας. Μπορεί ο χρονισμός να είναι απροσδιόριστος, αλλά το τελικό αποτέλεσμα δεν είναι. Οι ευρωπαϊκές τράπεζες θα αναγκαστούν τελικά να εκδώσουν μετοχές με μεγάλες εκπτώσεις, να κουρέψουν ομόλογα, και να πείσουν τις κυβερνήσεις να παράσχουν γιγαντιαίες διασώσεις.
«Η Ευρ. Ένωση κάνει τα ίδια λάθη ξανά και ξανά» λέει ο Βιράλ Ατσαρία, καθηγητής στο Stern School of Business. «Δεν απαιτούν την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, όπως θα έπρεπε, και αφήνουν τα πράγματα να χειροτερέψουν επιτρέποντας στις τράπεζες να διατηρούν δάνεια-ζόμπι που θα έπρεπε να έχουν ξεφορτωθεί εδώ και πολλά χρόνια».
Οι επενδυτές δεν συμμερίζονται τα αποτελέσματα των stress tests της Ευρωπαϊκής Τραπεζικής Αρχής που έδειξαν ότι οι 51 τράπεζες που εξετάστηκαν «έχουν ενισχύσει τα κεφάλαιά τους τα τελευταία χρόνια». Αντίθετα, η αγορά φαίνεται να πιστεύει ότι το πραγματικό κεφάλαιο των τραπεζών – αυτό που θα ανέφεραν αν έρχονταν αντιμέτωπες με την πραγματικότητα και αναγνώριζαν τις αναπόφευκτες απώλειες στα χαρτοφυλάκιά τους – είναι χαμηλότερο απ’ αυτό που εμφανίζεται στα λογιστικά βιβλία τους.
Για παράδειγμα, τον Νοέμβριο του 2014, όταν η ΕΕ θέσπισε ένα κεντρικό ρυθμιστικό καθεστώς γνωστό ως «Τραπεζική Ένωση», η χρηματιστηριακή αξία των μεγάλων ευρωπαϊκών τραπεζών ήταν περίπου ίδια με τη λογιστική αξία των μετοχών τους. Αυτό σημαίνει ότι οι επενδυτές στις ευρωπαϊκές τράπεζες ήταν αρκετά ρεαλιστές ως προς τον εντοπισμό της κακής πίστης. Από τότε, όμως, ο τραπεζικός δείκτης Euro Stoxx έχει πέσει κατά 44%, με το ένα τρίτο αυτής της πτώσης να προκύπτει μετά το σοκ του Brexit.
Οι πραγματικές διαγραφές, όμως, των στοιχείων ενεργητικού δεν έχουν ακολουθήσει τους ίδιους ρυθμούς. Σήμερα, η χρηματιστηριακή αξία των μεγάλων ευρωπαϊκών τραπεζών έχει μειωθεί στο 70% της αναφερόμενης λογιστικής αξίας. Με άλλα λόγια, οι επενδυτές προβλέπουν μεγάλες απώλειες τις οποίες οι τράπεζες καθυστερούν και αποτυγχάνουν να αναγνωρίσουν.
Και οι ρυθμιστές δεν φαίνεται διατεθειμένοι να εξαναγκάσουν τις τράπεζες να αλλάξουν ρότα…