Το μεγάλο ενεργειακό «στοίχημα» της Ελλάδας

Το μεγάλο ενεργειακό «στοίχημα» της Ελλάδας

Ο δρ Κωνσταντίνος Φίλης εξηγεί στο FortuneGreece ποια πρέπει να είναι τα επόμενα βήματα της χώρας στην αγορά ενέργειας.

Συνέντευξη στον Παύλο Ευθυμίου*

Οι συζητήσεις για τις προοπτικές της Ελλάδας και της Κύπρου στον τομέα της ενέργειας, και ειδικότερα των υδρογονανθράκων, έχουν διακυμάνσεις. Άλλοτε υπάρχει υπερπληθώρα πληροφόρησης και ανάλυσης και άλλοτε το θέμα τείνει να απασχολεί μόνο τους ειδικούς, έως ότου οι εξελίξεις, είτε πολιτικές είτε οικονομικές, το ξαναφέρουν στο προσκήνιο. Όμως, ποιες είναι οι πραγματικές οικονομικές προοπτικές; Οι καλύτερες και ρεαλιστικότερες προσεγγίσεις; Ποια τα ρίσκα και οι προκλήσεις και γιατί αξίζει κάποιος να τα πάρει;

Μια σειρά από καίρια ερωτήματα έφεραν το FortuneGreece.com στην πόρτα του γραφείου του κορυφαίου Έλληνα ενεργειακού αναλυτή Κωνσταντίνου Φίλη. Ο διευθυντής Ερευνών του Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων είναι ο πλέον αρμόδιος για να μας αναλύσει τα νέα δεδομένα που διαμορφώνονται στο χώρο της ενεργείας, σε μια περίοδο έντονων διεργασιών σε παγκόσμιο επίπεδο, με την Ελλάδα να έχει την ευκαιρία να αναδειχθεί σε στρατηγικό ενεργειακό κόμβο και ζωτικό κομμάτι των νέων δρόμων που χαράσσονται για να ενώσουν την Ανατολή με τη Δύση.

Ο διευθυντής Ερευνών του Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων, δρ. Κωνσταντίνος Φίλης
Ο διευθυντής Ερευνών του Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων, δρ. Κωνσταντίνος Φίλης
Ο διευθυντής Ερευνών του Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων, δρ. Κωνσταντίνος Φίλης

Κύριε Φίλη, πόσο αισιόδοξος είστε για τις επενδύσεις στο χώρο της ενέργειας;
Λογικά θα υπάρξει μια συνέχεια στο κράτος στον ενεργειακό τομέα. Υπάρχει συγκεκριμένη νομοθεσία, συγκεκριμένο φορολογικό πλαίσιο, συγκεκριμένα κίνητρα που δίνονται στους επενδυτές για την εκμετάλλευση των ελληνικών υδρογονανθράκων. Το πεδίο είναι πιο σταθερό, πιο ξεκάθαρο και έχουν ήδη ξεκινήσει οι διαγωνιστικές διαδικασίες. Όλα τα παραπάνω, σε συνδυασμό με τη στάση της αξιωματικής αντιπολίτευσης – που δεν έχει εκφράσει ενστάσεις που να αποθαρρύνουν υποψήφιους επενδυτές – εξηγούν γιατί είμαστε σε καλύτερη βάση στον ενεργειακό τομέα. Το εν δυνάμει μέγεθος του ίδιου του τομέα και των πρότζεκτ βοηθάει προς αυτή την κατεύθυνση.

ΑΟΖ, Υφαλοκρηπίδα και Επενδύσεις. Υπάρχει μια σύγχυση στην κοινωνία. Τι πιστεύετε ως ειδικός;
Τεράστιες προσδοκίες, επικίνδυνες ερμηνείες, και πολλές γνώμες μη ειδικών. Η σύγχυση υπάρχει στην κοινωνία και δυστυχώς και σε κάποια τμήματα της Βουλής – αλλά ευτυχώς όχι ανάμεσα στους «παροικούντες την Ιερουσαλήμ». Για την αξιοποίηση και την εκμετάλλευση του όποιου ορυκτού πλούτου βρίσκεται στο υποθαλάσσιο υπέδαφος της χώρας, επαρκεί ο ορισμός υφαλοκρηπίδας και δεν απαιτείται η οριοθέτηση ΑΟΖ. Η ΑΟΖ αφορά πρωτίστως εργασίες που γίνονται στην επιφάνεια της θάλασσας – π.χ. αλιεία και όχι εργασίες στο βυθό της. Οι Ελληνικοί διαγωνισμοί που έχουν ξεκινήσει στη Δυτική Ελλάδα σε περιοχές οι οποίες γειτνιάζουν με την Αλβανία και λιγότερο με την Ιταλία, αλλά και νοτίως της Κρήτης, σε περιοχές οι οποίες γειτνιάζουν με την Αίγυπτο και την Λιβύη έχουμε πάρει ως γνώμονα τη μέση γραμμή – και έχουν γίνει «de facto» αποδεκτοί από της γειτονικές χώρες. Συνεπώς μέση γραμμή και κυρίως η υφαλοκρηπίδα, επαρκούν για να αξιοποιήσει η χώρα τον ορυκτό της πλούτο. Τώρα αν κατορθώσουμε να βρούμε ένα «modus operandi» με τις γειτονικές χώρες και να συμφωνήσουμε στην οριοθέτηση ΑΟΖ, προφανώς και είναι ένα επιπλέον πλεονέκτημα, αλλά όχι αναγκαία συνθήκη.

Υπάρχουν εκείνες οι ρεαλιστικές ενδείξεις, πως η Ελλάδα θα μπορέσει να αποκτήσει έναν ακόμα παραγωγικό τομέα κάποια στιγμή εκμεταλλευόμενη τους υδρογονάνθρακές της;
Υπάρχουν σοβαρά ψήγματα αισιοδοξίας σε ότι αφορά μια σειρά περιοχών της χώρας. Στην παρούσα φάση το επενδυτικό ενδιαφέρον επικεντρώνεται στην Δυτική Ελλάδα – είναι και προτεραιότητα της κυβέρνησης. Αλλά και σε δεύτερη φάση νοτίως της Κρήτης. Οι περιοχές αυτές δείχνουν να προσφέρουν καλύτερες προοπτικές εκμετάλλευσης. Μια σειρά από γεωλογικοί και γεωμορφολογικοί παράγοντες είναι το κλειδί – που σχετίζονται με τα βάθη, τα θαλάσσια ηφαίστεια κ.ο.κ. Έτσι, τα οικόπεδα στην Κρήτη είναι μεγαλύτερα, καθώς δεν υπάρχει γνώση βάση των δεδομένων και τα βάθη είναι πολύ μεγαλύτερα από εκείνα στη Δυτική Ελλάδα (3500-4000μ έναντι 1500-2000). Πρέπει να είμαστε ρεαλιστικοί ως προς τις προσδοκίες που πρέπει να έχουμε από την πρώτη διαγωνιστική διαδικασία. Το παράδειγμα της Κύπρου είναι χαρακτηριστικό: από τα 13 οικόπεδα που είχαν βγει σε διαγωνισμό, μόνο για ένα – το οικόπεδο 12 – εκδηλώθηκε ενδιαφέρον στον πρώτο γύρο (από την Αμερικανική Noble Energy). Στο Μαυροβούνιο από τα 30 οικόπεδα που βγήκαν σε διαγωνισμό εκδηλώθηκε ενδιαφέρον για 3. Αν λοιπόν εκδηλωθεί ενδιαφέρον για 1-3 ελληνικά οικόπεδα, δεν πρόκειται για αποτυχία. Έτσι λειτουργεί η συγκεκριμένη αγορά. Αν βρουν λοιπόν υδρογονάνθρακες σε αυτά τα οικόπεδα, το ενδιαφέρον μετακυλύετε και σε πολλές άλλες εταιρίες που είναι πιο έτοιμες να αναλάβουν το ρίσκο να εξερευνήσουν παραπλήσια οικόπεδα.

Αν απευθυνόσασταν σε μία ομάδα επενδυτών, θα τους λέγατε πως η Ελλάδα προσφέρει ευκαιρίες; Και αν αυτοί έβρισκαν κοιτάσματα, θα άλλαζε αυτό τις οικονομικές προοπτικές της χώρας;
Θα τους έλεγα πως η ενεργειακή δυναμική της χώρας ξεπερνά το ζήτημα εύρεσης ή μη υδρογονανθράκων και πηγάζει από την θέση μας στον ευρύτερο ενεργειακό χάρτη. Το τρίπτυχο στο οποίο στηριζόμαστε, με χρονική σειρά, έχει ως εξής: α) αποθήκες και υποδομές – υπόγειες αποθήκες, πλωτές πλατφόρμες LNG, β) διαμετακόμιση – συμμετοχή της Ελλάδας στο Νότιο Ευρωπαϊκό Ενεργειακό Διάδρομο και στον TAP, που δίνει νέα δυναμική, γ) εκμετάλλευση των υδρογονανθράκων μας.

Επίσης, στις θετικές επενδυτικές προοπτικές συμπεριλαμβάνονται ο μεγαλύτερος πλουραλισμός στην αγορά με την εξαγορά του ΔΕΣΦΑ, η νέα κινητικότητα γύρω από την ΔΕΠΑ και γενικότερα το αυξημένο ιδιωτικό επενδυτικό ενδιαφέρον, όπως και το γεγονός πως διορθώνονται οι στρεβλώσεις στον χώρο της ενέργειας

Με αμιγώς οικονομικό γνώμονα, υπάρχει κάτι άλλο που θα έπρεπε να αναφέρουμε ως υποσχόμενο πεδίο για επιχειρηματικές κινήσεις:
Οι προτεραιότητες της χώρας είναι η αναβάθμιση της Ρεβυθούσας και η διεύρυνση των δυνατοτήτων αυτής, η υπόγεια εγκατάσταση αποθήκευσης αερίου στην Καβάλα, η πλωτή πλατφόρμα LNG πάλι στη Βόρειο Ελλάδα, ο κάθετος άξονας διασύνδεσης Ελλάδος-Βουλγαρίας (IGB) – ο οποίος έχει δυνατότητα επέκτασης ως και την Ουγγαρία-, ο Διαδριατικός Αγωγός (TAP), και τέλος τα δικά μας κοιτάσματα. Γύρω από αυτούς τους άξονες θα δημιουργηθούν φυσικά και επιπρόσθετες δυναμικές με ιδιαίτερο επιχειρηματικό ενδιαφέρον.

Θα είχε νόημα σε αυτό το στάδιο να επεκταθούν οι έρευνες και σε άλλα τμήματα, όπως αυτά του Αιγαίου και του Κρητικού πελάγους;
Θα έλεγα όχι σε αυτή τη φάση, γιατί όσο περισσότερο απλώνεις τον τραχανά τόσο μεγαλύτεροι είναι οι κίνδυνοι να διαψευσθούν οι προσδοκίες. Γίνεται μια σωστή δουλειά αυτή τη στιγμή από το αρμόδιο Υπουργείο και από την ελληνική πολιτεία εν γένει. Χρειάζονται προσεκτικά βήματα. Πρέπει να βγει ο λαϊκισμός και η παραπληροφόρηση από την εξίσωση και να μείνει μόνο ο ρεαλισμός και η προσεκτική και υπεύθυνη διαχείριση και πολιτική. Δεν έχει κανένα λόγο η Ελλάδα, ειδικά σε αυτή τη συγκυρία , να κάνει ενέργειες προς άλλες κατευθύνσεις. Αρκεί για τώρα να δούμε τι θα γίνει στη Βόρεια Ελλάδα και Νοτίως της Κρήτης.

Αν καταφέρουμε παράλληλα να προχωρήσουμε το ερχόμενο διάστημα με τον καθορισμό και τη νομική θωράκιση των σχέσεων μας με τις γειτονικές χώρες, αυτή θα ήταν μια ιδανική εξέλιξη που σε μεγάλο βαθμό θα προάσπιζε τα συμφέροντά μας και θα ενίσχυε περαιτέρω τις επενδυτικές προοπτικές και το ενδιαφέρον.

Σε μία γραμμή: Υπάρχει ρίσκο, είναι διαχειρίσιμο και υπάρχουν περιθώρια για κερδοφόρες επενδύσεις.

Για την Κύπρο ισχύουν τα παραπάνω;
Το μοντέλο της Κύπρου είναι ιδιαίτερα σημαντικό και αξίζει να το μελετήσει κανείς και να το λάβει σοβαρά υπόψη του. Η Κύπρος θα μπορούσε να πει κανείς πως είναι περισσότερο θωρακισμένη. Έχει εξασφαλίσει τη συμμετοχή μεγάλων και ισχυρών εταιριών οι οποίες διεξάγουν αυτή τη στιγμή έρευνες στην ΑΟΖ της. Η Κύπρος έχει καθορίσει ΑΟΖ με Αίγυπτο, Ισραήλ και Λίβανο και έχει αποφασίσει σε περίπτωση εύρεσης κοιτασμάτων σε κοινές περιοχές να διαμοιράσει τα κέρδη και τα έσοδα με αυτές τις χώρες – κάτι που «δένει» τα συμφέροντά τους. Μη ξεχνάμε πως η Τουρκία, μια μεγάλη περιφερειακή δύναμη, με σημαίνουσα θέση για μια σειρά ζητημάτων φωνάζει, απειλεί, εκβιάζει αλλά επί της ουσίας δεν έχει καταφέρει τον κύριο στρατηγικό της σκοπό, που είναι να μπλοκάρει τις εργασίες εκμετάλλευσης που γίνονται από την πλευρά της Κυπριακής Δημοκρατίας. Ακόμα και με τα πολεμικά πλοία και το σεισμογραφικό Μπαρμπαρός δεν έχει καταφέρει το σκοπό της.

Η Τουρκία δηλαδή δεν πετυχαίνει τους στρατηγικούς στόχους της, περιθωριοποιείται με τις απειλές και τις προκλήσεις της, αποδυναμώνει τη θέση της, ενισχύοντας και βαθαίνοντας παράλληλα τους άξονες αντίβαρων και εξισορρόπησης;
Σωστά, και αξίζει να προσθέσουμε πως μέσα από τις πράξεις της δίνει μια εικόνα αναξιόπιστου εταίρου στην αγορά ενέργειας. Μια κακή εικόνα, που πάει αντίθετα σε αυτό που επιζητούν οι επενδυτές – αξιοπιστία και προβλεψιμότητα.

Ο ενεργειακός άξονας Ελλάδας-Κύπρου-Ισραήλ, σε τι βαθμό μας θωρακίζει; Ποιες είναι οι προοπτικές αυτής της συνεργασίας;
Είναι πολύ καλό και σημαντικό για την Ελλάδα και την Κύπρο ότι έχουν αναπτύξει σχέσεις με το Ισραήλ. Αλλά οφείλουμε να εξελίξουμε και να κατοχυρώσουμε τη σχέση αυτή εγκαίρως για να προλάβουμε μια πιθανή βελτίωση των σχέσεων Ισραήλ – Τουρκίας, σε περίπτωση που βρουν οι τελευταίοι κοινό παρονομαστή.

Πως μπορούμε λοιπόν με πραγματικούς όρους να «δέσουμε» αυτή τη σχέση;
Μεγάλη σημασία έχει η ατζέντα της Ελλάδας να είναι «inclusive» και όχι «exclusive», να μπορεί να συμπεριλάβει δηλαδή όποιον ενδιαφέρεται για ευρύτερες συνεννοήσεις και συναινέσεις στη βάση δημιουργίας ενός ευνοϊκότερου κλίματος για επενδύσεις στον ενεργειακό τομέα και σε μια σειρά από άλλους τομείς. Ο άξονας συνεργασίας Ελλάδας-Κύπρου-Ισραήλ πρέπει να διευρυνθεί με τη συμμετοχή και άλλων κρατών όπως είναι η Αίγυπτος. Δεν πρέπει να δημιουργήσεις μία συμμαχία που εύκολα θα μπορούσε να σε κατηγορήσει κανείς πως είναι αντι-Ισλαμική ή αντι-Αραβική, για αυτό χρειαζόμαστε και την Αίγυπτο, το μεγαλύτερο Ισλαμικό κράτος του κόσμου, μέσα σε αυτή τη συμμαχία, ώστε με το δικό της ρόλο να αποτελέσει γέφυρα και για άλλες συνεργασίες. Όσον αφορά στη συνεργασία με το Ισραήλ, πρέπει να σκεφτόμαστε κυρίως με οικονομικούς όρους – είναι μια ανεπτυγμένη και ισχυρή οικονομικά χώρα.

Σε τι βαθμό το Ευρωπαϊκό πλαίσιο εγγυάται την ασφάλεια του εγχειρήματος;
Η ΕΕ έχει ένα καλό και ένα κακό. Το κακό είναι πως κρατάει πολύ συχνά ίσες αποστάσεις, εξομοιώνοντας περίπου το θύτη με το θύμα – όπως είδαμε στην περίπτωση της Κύπρου. Αυτό έχει να κάνει με τη φιλοτουρκική διάθεση πολλών εταίρων (π.χ. Βρετανία, Σουηδία, Φιλανδία). Άρα δεν μπορείς να βασιστείς στην ΕΕ για να προασπίσεις τα συμφέροντά σου σε επίπεδο ισχύος. Εκεί που μπορείς να αξιοποιήσεις την Ευρώπη όμως, είναι στο κομμάτι της ανάγκης που έχει η Ευρώπη να ενσωματώσει ουσιαστικά τις οικονομικές, εμπορικές και ενεργειακές δυνατότητες της περιοχής αυτής στην δική της ατζέντα. Η Ελλάδα οφείλει να κινείται και με Ευρωπαϊκό πρόσημο γιατί έτσι αποδαιμονοποιείται και η δική της παρουσία στην περιοχή.

Τι οικονομικό αντίκτυπο έχει η επιτυχία της Τριμερούς Ελλάδας – Κύπρου – Αιγύπτου;
Είναι μια σημαντική συνέργεια που βελτιώνει τις συνθήκες, εξομαλύνει την κατάσταση και συμβάλλει στην ταυτόχρονη βελτίωση των επενδυτικών και αναπτυξιακών προοπτικών.

Αν λοιπόν διευκολυνθεί η χάραξη ΑΟΖ, αυτό θα δώσει νέα δυναμική σε έρευνες, θα προάγει το πλαίσιο ασφάλειας και θα ενισχύσει την εμπιστοσύνη των επενδυτών. Ταυτόχρονα, η Ελλάδα χρησιμοποιώντας μια διαφαινόμενη συμφωνία χάραξης ΑΟΖ με την Αίγυπτο, μπορεί να πιέσει την Τουρκία με ευνοϊκότερους όρους για μια παράλληλη συμφωνία.

Γενικά να κλείσουμε με αυτό το συμπέρασμα: διευθετώντας νομικές και άλλες ανοιχτές εκκρεμότητες, περιορίζεις το ρίσκο, κλείνεις μέτωπα και ανοίγεις προοπτικές ανάπτυξης και εκμετάλλευσης φυσικού πλούτου.

*Ο Παύλος Ευθυμίου είναι ερευνητής σε θέματα ασφάλειας και διεθνούς πολιτικής στο Πανεπιστήμιο του Cambridge και το ΕΛΙΑΜΕΠ.