Οι μη αναστρέψιμες αλλαγές στον χρηματοπιστωτικό τομέα λόγω Covid-19
- 15/10/2020, 12:13
- SHARE
H πανδημία αλλάζει άρδην το τοπίο στον χρηματοπιστωτικό τομέα, με τους τραπεζίτες να καλούνται να επικεντρωθούν σε επαναπροσδιορισμό στρατηγικών και λειτουργιών, εάν θέλουν να ευημερήσουν στην μετά Covid-19 εποχή.
Αυτό επισημαίνουν διεθνείς οίκοι, συμβουλευτικές εταιρείες, ακόμη και τραπεζίτες που τονίζουν ότι ο αντίκτυπος της πανδημίας πιθανότατα θα πάρει λίγο χρόνο για να ξεπεραστεί αλλά ορισμένες από τις αλλαγές που επέφερε είναι μη αναστρέψιμες, όπως και οι τραγικές απώλειες σε ανθρώπινες ζωές, λουκέτα σε επιχειρήσεις και χαμένες θέσεις εργασίας.
Οι ελληνικές συστημικές τράπεζες επιδεικνύουν προσαρμοστικότητα στις νέες συνθήκες επενδύοντας στον ψηφιακό μετασχηματισμό και οικοδομώντας στην ανθεκτικότητα των συστημάτων τους με γνώμονα την προστασία των πελατών τους και τη διασφάλιση της συνέχειας των τραπεζικών εργασιών. Αν και σε σύγκριση με άλλες ευρωπαϊκές αγορές ο κλάδος στην Ελλάδα έχει να αντιμετωπίσει μεγαλύτερους κινδύνους, λόγω της αυξανόμενης έκθεσης σε κόκκινα δάνεια, έχει αναπτύξει σε λίγο χρόνο ανταγωνιστικές ψηφιακές δεξιότητες.
Ψηφιακές πρακτικές
Αν και μένει να διανυθεί δρόμος στον εμπορικό τομέα, είναι ενδεικτικό ότι πάνω από το 90% των αναλήψεων μετρητών γίνεται πλέον από τα ATM και πάνω από ένα εκατ. καταναλωτές διεκπεραιώνουν συναλλαγές μέσω internet και mobile banking. Πλέον αξιοποιούνται και οι βιντεοκλήσεις για θέματα που απαιτούν συνεργασία τράπεζας – πελάτη. Η εξυπηρέτηση γίνεται ακόμη με φυσική παρουσία υπαλλήλου αλλά εκπαιδεύει τον καταναλωτή σε μια εναλλακτική μορφή σχέσης με την τράπεζα, η οποία σε μεταγενέστερο χρόνο πιθανόν θα αυτοματοποιηθεί.
Πρέπει να σημειώσουμε ότι οι συναλλαγές online είναι πιο συμφέρουσες για τους πελάτες, καθώς συνοδεύονται από χαμηλότερες ή καθόλου προμήθειες αλλά είναι πιο φθηνές και για τις ίδιες τις τράπεζες, που μειώνουν λειτουργικά έξοδα. Εξάλλου, πλέον λειτουργούν με τους μισούς υπαλλήλους από αυτούς που είχαν πριν από είκοσι χρόνια και σχεδόν με το μισό δίκτυο, αν ληφθεί υπόψη ότι και οι τέσσερις συστημικές τράπεζες σήμερα ελέγχουν δίκτυο με 1500-1700 σημεία συνολικά όταν το 2000 η Eurobank αριθμούσε 330 καταστήματα, σύμφωνα με τον απολογισμό της, η Εθνική είχε ήδη πάνω από 600, όσα είχε η Alpha Bank το 2014 ενώ η Πειραιώς έφτανε τα 780 μετά τις συγχωνεύσεις και εξαγορές εκείνης της περιόδου.
Το FinTech καταφύγιο για μικρομεσαίους
Επίσης μια άλλη τάση της ψηφιακής εποχής που αναδείχθηκε εν μέσω πανδημίας και ήρθε να αφυπνίσει παραδοσιακούς παίκτες της αγοράς είναι τα ψηφιακά προϊόντα και υπηρεσίες. Τα δάνεια fintech αναπτύσσονται διεθνώς με ρυθμό που τείνει διψήφιος από την αρχή του 2020. Η Κίνα είναι σήμερα η μεγαλύτερη αγορά FinTech στον κόσμο, λόγω της ηγετικής της θέσης στις ψηφιακές πληρωμές και οι ΗΠΑ είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος παίκτης. Αν και οι παραδοσιακές τράπεζες εξακολουθούν να κατέχουν το μεγαλύτερο μερίδιο αγοράς σε καταναλωτικά και επιχειρηματικά δάνεια, τα τελευταία χρόνια παρατηρείται σημαντική ζήτηση για δανεισμό μέσω FinTech, τάση που «απογειώθηκε» εν μέσω πανδημίας. Με εκατομμύρια μικρομεσαίες επιχειρήσεις που αναζητούν οικονομική υποστήριξη να στρέφονται σ’ αυτά τα εργαλεία είναι σαφές ότι η τάση ήρθε για να μείνει.
Τα καταναλωτικά και επιχειρηματικά δάνεια στο χώρο του fintech προσφέρονται μέσω πλατφορμών δανεισμού, συνδέοντας τους δανειολήπτες με τους δανειστές με τρόπο ευέλικτο. Ο έλεγχος και οι διαδικασίες έγκρισης παίρνουν λίγες μέρες ενώ ανταγωνιστικά είναι και τα επιτόκια τόσο για τους δανειολήπτες όσο και για τους δανειστές.
Η McKinsey σε πρόσφατη έκθεσή της για τις ευρωπαϊκές τράπεζες τονίζει ότι η αβεβαιότητα για πιθανή μακρά διάρκεια της οικονομικής κρίσης καθιστά τις αποφάσεις που λαμβάνονται σήμερα κρίσιμες για την πορεία της απόδοσης των τραπεζών τα επόμενα χρόνια. Συμπεραίνει ότι καθώς αυξάνεται δραματικά το κόστος κινδύνου ο τραπεζικός κλάδος στην Ευρώπη θα μπορούσε να χάσει τέσσερα χρόνια οικονομικής προόδου κι επομένως θα μιλάμε για μια κρίση στα τραπεζικά έσοδα πιο σοβαρή από την οικονομική κρίση 2007–08 ή την κρίση χρέους στην Ευρώπη το 2010. Προτείνει μεταξύ άλλων την ανάπτυξη εναλλακτικών καινοτόμων προϊόντων, βελτίωση του κόστους κατά 25-35% για τον μετριασμό τυχόν ευρύτερης οικονομικής ύφεσης, εστίαση στην ταχύτητα, τόσο για την οργάνωση όσο και για την υιοθέτηση νέων τεχνολογιών και ανάπτυξη μηχανισμών προληπτικής παρέμβασης κατά τη διαχείριση μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Από την πλευρά της η PwC στην έκθεση Securing your tomorrow today – The future of financial επισημαίνει τον έντονο ανταγωνισμό που αναμένεται να αντιμετωπίσουν τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα στην μετά- Covid-19 εποχή από μη τραπεζικά ιδρύματα. Προβλέπει ενίσχυση του ρόλου των εναλλακτικών παρόχων κεφαλαίων στο παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα σε σχέση με την παραδοσιακή τράπεζα και τη βασική λειτουργία της που είναι η παροχή χρηματοδότησης και κεφαλαίων. Το 2019, οι εναλλακτικοί πάροχοι κεφαλαίων – μεταξύ των οποίων τα ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια και τα κρατικά επενδυτικά ταμεία – δάνεισαν 41 τρισ. δολάρια, σε σύγκριση με 38 τρισ. δολάρια που δάνεισαν οι παραδοσιακοί δανειστές.