O «κέλτικος τίγρης» αρχίζει πάλι να βρυχάται
- 14/10/2013, 10:34
- SHARE
Η Ιρλανδία αφήνει πίσω της το Μνημόνιο, αλλά έχει πολύ δρόμο ακόμα να διανύσει.
«Μετά από μερικά καταστροφικά χρόνια, η εμπιστοσύνη σταδιακά αποκαθίσταται. Η χώρα είναι πολύ κοντά στο να αποκτήσει την οικονομική της ανεξαρτησία και ακεραιότητα… μπορώ να επιβεβαιώσω ότι θα βγούμε από το μνημόνιο στις 15 Δεκεμβρίου. Και δεν υπάρχει επιστροφή σε αυτό…Η Ιρλανδία βρίσκεται στο δρόμο της ανάκαμψης και της απασχόλησης».
Αυτές οι δηλώσεις του πρωθυπουργού της Ιρλανδίας το Σάββατο, στο ετήσιο συνέδριο του κόμματος του, πρέπει να ήταν γλυκιά μουσική στα «αυτιά» του Βερολίνου, που επείγεται να επιδείξει μια «ιστορία επιτυχίας» μεταξύ των προβληματικών χωρών, για να αποδείξει στους δύσπιστους ότι η λιτότητα αποδίδει. Η έξοδος από τον εναγκαλισμό της τρόικας θα είναι η εκπλήρωση ενός βασικού στόχου του κυβερνητικού συνασπισμού εδώ και δυόμιση χρόνια, από τότε που ανέλαβε την εξουσία.
Ο Έντα Κένι, ωστόσο, φρόντισε να είναι προσεκτικός. Αν και η κατάσταση έκτακτης ανάγκης τελειώνει, ο δρόμος, προειδοποίησε, για να «ξανακτίσουμε την κέλτικη οικονομία είναι ακόμα είναι μακρύς». Αύριο, η κυβέρνηση του ετοιμάζεται να παρουσιάσει τον έβδομο κατά σειρά προϋπολογισμό λιτότητας τα τελευταία έξι χρόνια, που έχει στόχο μείωση του ελλείμματος και δημιουργία πρωτογενούς πλεονάσματος το 2014.
Διαβάστε ακόμη: Η Ιρλανδία στο επίκεντρο του Eurogroup
Ο τελευταίος προϋπολογισμός λιτότητας;
Σε 2,5 δισ. ευρώ υπολογίζονται τα νέα μέτρα, με το Δουβλίνο να αψηφά τις «προτροπές» των δανειστών του και της Κεντρικής Τράπεζας της χώρας που ζητούσαν να τηρηθεί στο ακέραιο το πρόγραμμα της τρόικας, που προέβλεπε μέτρα 3,1 δισ.ευρώ σε αυξήσεις φόρων και περικοπές δαπανών.
Το κεντροδεξιό κόμμα του Κένι, ωστόσο, υπό την πίεση των εταίρων του Εργατικών, αποφάσισε μονομερώς χαλάρωση της λιτότητας, υποστηρίζοντας ότι και έτσι μπορεί να μειώσει το έλλειμμα στο 4,8% από 5,1%, που προέβλεπε το μνημόνιο. Επιπλέον, ο Ιρλανδός πρωθυπουργός φαίνεται ότι έβαλε «κόκκινες γραμμές» σε ό,τι αφορά στην αύξηση των φόρων για επιχειρήσεις και εισοδήματα, που επιμένει κυρίως το Βερολίνο, υποστηρίζοντας ότι «η ανταγωνιστικότητα της Ιρλανδίας έχει βελτιωθεί και μόνο πέρσι δημιουργήθηκαν 34.000 θέσεις εργασίας».
Οικονομία δύο ταχυτήτων
Στα χαρτιά λοιπόν, οι αριθμοί άρχισαν ευημερούν. Αλλά σε κάθε περίπτωση οι Ιρλανδοί δεν έχουν νιώσει την διαφορά. Τα νέα στοιχεία δείχνουν ότι η χώρα βγήκε από την ύφεση το δεύτερο τρίμηνο, η ανεργία μειώθηκε από το 15,1% πέρσι στο 13,3%, οι τιμές των ακινήτων αυξάνονται, αφού έχασαν το μισό της αξίας τους τα τελευταία πέντε χρόνια. Αλλά η οικονομία υποφέρει και η ανάκαμψη είναι δυο ταχυτήτων: με τις μεγάλες πόλεις- όπως το Δουβλίνο, το Κορκ ή το Γκαλγουέϊ να αναπτύσσονται και την επαρχία στην καλύτερη περίπτωση να έχει μείνει στάσιμη.
Διαβάστε επίσης: Μνημόνιο τέλος για την Ιρλανδία
Στην πρωτεύουσα για παράδειγμα, η ανεργία είναι 12% σε σύγκριση με το 18,3% της επαρχίας. Το ίδιο συμβαίνει και με τα ακίνητα. Οι τιμές στο Δουβλίνο έχουν αυξηθεί κατά 10% μέσα σε ένα χρόνο. Στο Μιλφορντ, όμως μια πόλη στα βορειοδυτικά, 1.500 κατοίκων, τα περισσότερα καταστήματα είναι άδεια, προς ενοικίαση και το μοναδικό ξενοδοχείο εγκαταλελειμμένο, με σπασμένα παράθυρα και ξεφτισμένους τοίχους. Η είδηση της ανάκαμψης δεν έχει φτάσει εκεί, όπως δεν έχει φτάσει και στις περισσότερες αστικές και αγροτικές περιοχές της χώρας. «Η πόλη πεθαίνει», λέει ο Τζον Μακατήρ, διευθυντής στην τοπική εφημερίδα Tirconaill Tribune. «Οι δυο τράπεζες έκλεισαν, ξεριζώνοντας την εμπορική καρδιά της πόλης. Το Λιλφορντ είναι ένας μικρόκοσμος του ευρύτερου προβλήματος στην επαρχία. Στο Ντόνεγκαλ το μόνο πράγμα που εξάγουμε είναι οι νέοι άνθρωποι».
Η μετανάστευση ήταν στοιχείο της ζωής των Ιρλανδών επί γενεές. Η έκρηξη της οικοδομικής ανάπτυξης, όμως, δημιούργησε καλοπληρωμένες θέσεις εργασίας, διευκολύνοντας τους νέους να μένουν στα περιοχές που γεννήθηκαν. Η κατάρρευση της αγοράς των ακινήτων, τα χρόνια της κρίσης, άλλαξε πάλι το τοπίο. Και τώρα κάθε έξι λεπτά ένας Ιρλανδός φεύγει από την χώρα του- αριθμός ρεκόρ από τότε που υπάρχουν στοιχεία την δεκαετία του 1980. Αποτέλεσμα, είναι η επαρχία να ερημώσει από όλες τις παραγωγικές ηλικίες 18-60 ετών. «Ο κοινωνικός ιστός κινδυνεύει» λέει ο Πάτ Κέρλεϊ, πρόεδρος της ποδοσφαιρικής ομάδας του Μίλφορντ. «Η κυβέρνηση κάτι πρέπει να κάνει».
Πώς θα βρει η Ελλάδα 4,4 δισ. ευρώ για το 2014;
Λαμβάνοντας υπόψη της την αδυναμία της τοπικής οικονομίας, το Δουβλίνο χαλάρωσε τα μέτρα λιτότητας που προέβλεπε ο προϋπολογισμός του 2014 και από 3,1 δισ. ευρώ τα μείωσε στα 2,5 δισ. ευρώ παρά τις αντιδράσεις της τρόικας, που φοβάται ότι οποιαδήποτε υπαναχώρηση από τους στόχους μπορεί να πλήξει την εμπιστοσύνη των επενδυτών.
Ο άλλος πλανήτης του Δουβλίνου
Αυτό το επιχείρημα είναι φυσικό να μην βρίσκει μεγάλη υποστήριξη εκτός Δουβλίνου, όπου δουλειές δεν υπάρχουν. Τον Σεπτέμβριο, 1000 άτομα έκαναν αιτήσεις για 15 θέσεις σε ένα πολυκατάστημα στο Λονγκφορντ, ενώ στην Φόσα, μια μικρή πόλη στην επαρχία Κέρι, 435 ήταν οι αιτήσεις για 15 θέσεις μαθητείας σε ένα κατασκευαστή γερανών. Από την άλλη πλευρά, το Δουβλίνο και το Κορκ είναι σαν να «ζουν» σε άλλο πλανήτη. Τα τρία τέταρτα των 144 νέων επενδύσεων από πολυεθνικές πέρσι ήταν σε αυτές τις πόλεις, τις δυο μεγαλύτερες της χώρας.
«Διαλέξαμε το Δουβλίνο κυρίως για τα ταλέντα, αφού γνωρίζαμε ότι μπορούν να στρατολογήσουμε εδώ πολύ καλούς μηχανικούς» είπε η Φιντέλαμ Χίλι, διευθύντρια στην Gilt Ireland. «Υπάρχει, επιπλέον, μια ωραία, ζωντανή, νεανική ατμόσφαιρα. Και έχει εγκατασταθεί και ένα σύμπλεγμα άλλων σύγχρονων εταιρειών, όπως η Google, Twitter, LinkedIn, eBay κλπ». Από την άλλη, το κακό οδικό σύστημα, το προβληματικό σιδηροδρομικό δίκτυο οι ελλιπείς υποδομές συνδέσεων broadband, σε επαρχίες όπως το Ντόνεγκαλ, διώχνουν τους επενδυτές. Η Λέτερκενι για παράδειγμα, η μεγαλύτερη και πλέον πολυπληθής πόλη της επαρχίας, που ήταν η πιο γρήγορα αναπτυσσόμενη πόλη της Ιρλανδίας, βρέθηκε τώρα φορτωμένη με ακίνητα-φαντάσματα και ερημωμένα εμπορικά κέντρα.
«Η Ιρλανδία, είναι μια επιτυχημένη ιστορία» εκτιμά ο μάνατζερ της Wells Fargo Asset Management, Κρις Γουίτμαν, προειδοποιώντας ωστόσο ότι «τα επιτόκια μειώθηκαν πολύ χαμηλά, πολύ γρήγορα». Τα δεδομένα δεν είναι ακόμα τόσο καλά για να δικαιολογούν αυτές τις επιδόσεις και η αγορά ομολόγων παραμένει περιορισμένη, σημειώνει ο Γουίτμαν, παρόλα αυτά, «τα κρατικά ομόλογα του Δουβλίνου είναι σε πολύ καλύτερη θέση από ότι αυτά των άλλων χωρών που βρίσκονται σε παρόμοια θέση».