Ο νέος ηγέτης της «μεγαλύτερης δημοκρατίας του κόσμου»
- 16/05/2014, 18:45
- SHARE
Ποιος είναι ο Ναρέντρα Μόντι που οδήγησε το ινδουιστικό εθνικιστικό κόμμα της Ινδίας στη μεγαλύτερη εκλογική νίκη των τελευταίων δεκαετιών; - Δείτε τις φωτογραφίες.
Σε αποθεωτικό κλίμα έκανε την πρώτη του δημόσια εμφάνιση μετά την ανακοίνωση των εκλογικών αποτελεσμάτων ο νέος πρωθυπουργός της Ινδίας Ναρέντρα Μόντι, του οποίου το ινδουιστικό εθνικιστικό κόμμα «Μπαρατίγια Τζανάτα» (BJP) κατάφερε μια συντριπτική νίκη στις βουλευτικές εκλογές της χώρας, συγκεντρώνοντας την απόλυτη πλειοψηφία στο κοινοβούλιο, κάτι που συμβαίνει πρώτη φορά εδώ και 30 χρόνια.
«Ο πυρετός των εκλογών έχει πέσει και ο λαός έδωσε την ετυμηγορία του και μας είπε ότι πρέπει να βοηθήσουμε την Ινδία να προχωρήσει για να πραγματοποιήσει τα όνειρα του 1,2 δισεκατομμυρίου Ινδών», δήλωσε ο Μόντι ενώπιον των υποστηρικτών του στην εκλογική του περιφέρεια στη Βαντοντάρα του κρατιδίου Γκουτζαράτ.
«Δεν υπάρχουν εχθροί στη δημοκρατία, δεν υπάρχει παρά μια αντιπολίτευση. Θα πάρω την αγάπη σας και θα την μετατρέψω σε πρόοδο», είπε χαμογελώντας ο νέος πρωθυπουργός, σχηματίζοντας με τα δάχτυλά του το σήμα της νίκης, την ώρα που χιλιάδες υποστηρικτές του φώναζαν «Μόντι! Μόντι!».
«Η υποστήριξη όλων και η ανάπτυξη όλων είναι το σύνθημά μας και δεν πρόκειται για κενά λόγια, είναι η αντίληψή μας. Γι’ αυτόν τον λόγο ο λαός μας έδωσε ξεκάθαρη πλειοψηφία. Δεν υπήρξαμε αρκετά τυχεροί ώστε να πεθάνουμε στη μάχη για την ανεξαρτησία της πατρίδας μας. Αλλά θα ζήσουμε και θα εργαστούμε για την καλή διακυβέρνηση της χώρας μας, αυτή είναι η δέσμευση μας», είπε ο Μόντι, αναφερόμενος στη μάχη της Ινδίας κατά της βρετανικής αποικιοκρατίας.
«Αν κάθε ένας από τους 1,25 δισεκατομμύριο Ινδούς κάνει ένα βήμα, τότε η χώρα μου θα προχωρήσει μπροστά κατά 1,25 δισεκατομμύριο βήματα. Αυτή είναι η ισχύς του λαού, θα δημιουργήσει ένα νέο πεπρωμένο για την Ινδία», κατέληξε ο Ινδός πρωθυπουργός εν αναμονή.
Ο Μόντι έχει υποσχεθεί ότι θα αποδεσμεύσει τις επενδύσεις που έχουν μείνει στάσιμες στο τομέα της ενέργειας, των οδικών έργων και των σιδηροδρόμων για να αναζωογονήσει την οικονομική ανάπτυξη που μειώθηκε σε μια δεκαετία κάτω από το 5%.
Στις εκλογές οι οποίες κράτησαν πέντε εβδομάδες εκτιμάται ότι πάνω από μισό δισεκατομμύριο άνθρωποι προσήλθαν στις κάλπες για να εκλέξουν τα μέλη της εθνικής αντιπροσωπείας. Η καταμέτρηση των ψήφων των βουλευτικών εκλογών είναι ακόμη σε εξέλιξη. Τα τόσο υψηλά ποσοστά που λαμβάνει του BJP είχαν να καταγραφούν από το 1984, όταν το κόμμα του Κονγκρέσου είχε εξασφαλίσει πάνω από 290 έδρες στις εκλογές.
Την ήττα του κόμματός τους παραδέχτηκαν ο Ραχούλ και η Σόνια Γκάντι
«Σεβόμαστε την απόφαση αυτή. Αναλαμβάνω την ευθύνη γι’ αυτή την ήττα», δήλωσε η πρόεδρος του κυβερνώντος Κόμματος του Κογκρέσου, Σόνια Γκάντι,. Το Κόμμα του Κογκρέσου, που βρισκόταν επί δέκα έτη στην εξουσία, έχει σπάνια βρεθεί στην αντιπολίτευση μετά την ανεξαρτησία της Ινδίας.
Ο γιός της Σόνιας, ο Ραχούλ Γκάντι, ο οποίος ηγήθηκε στα 43 του της πρώτης πανεθνικής προεκλογικής εκστρατείας του, αναγνώρισε επίσης την ευθύνη του γι’ αυτή την ηχηρή ήττα. «Θα ήθελα κατ’ αρχάς να συγχαρώ τη νέα κυβέρνηση. Έλαβαν την εντολή του λαού αυτής της χώρας. Καταγράψαμε ένα κακό αποτέλεσμα. Ως αντιπρόεδρος του κόμματος, αναλαμβάνω την ευθύνη», δήλωσε.
Η πιο «ηχηρή» προεκλογική εκστρατεία στην ιστορία της Ινδίας
Ο 63χρονος Μόντι μονοπώλησε την προσοχή στη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας υποσχόμενος ότι θα ασκήσει μια ισχυρή πολιτική προκειμένου να ανακάμψει η ινδική οικονομία. Κατά τους οκτώ προηγούμενους μήνες, ο Μόντι -ο πατέρας του οποίου πωλούσε τσάι στο δρόμο- βρισκόταν παντού: σε γιγαντοαφίσες, σε αφίσες σε τοίχους, τρένα, λεωφορεία, στα τηλεοπτικά κανάλια, σε 437 μεγάλες συγκεντρώσεις, ενώ διένυσε 300.000 χιλιόμετρα – Ινδικό τηλεοπτικό κανάλι, μάλιστα, περιέγραψε την προεκλογική εκστρατεία του ως «Η εκστρατεία σοκ και δέους του Ναρέντρα Μόντι».
Οι επικριτές του, ωστόσο, προειδοποιούν για την αδιαλλαξία του και υπενθυμίζουν ότι το παρελθόν του αμφιλεγόμενου ινδουιστή εθνικιστή ηγέτη προκαλεί ανησυχία στους μουσουλμάνους της Ινδίας.
Τον Ναρέντρα Μόντι συνεχάρησαν τηλεφωνικά ήδη ο Βρετανός πρωθυπουργός Ντέιβιντ Κάμερον και ο Πακιστανός πρωθυπουργός Ναουάζ Σαρίφ. Στη διάρκεια της τηλεφωνικής αυτής επικοινωνίας ο Σαρίφ εξέφρασε «τα συγχαρητήριά του και τις καλύτερες ευχές του» στον Μόντι, όπως ανέφερε το γραφείο του πακιστανού πρωθυπουργού.
Ο Σαρίφ, που ανέλαβε την εξουσία πέρυσι τον Ιούνιο, έχει δεσμευθεί να βελτιώσει τις σχέσεις της χώρας του με την Ινδία, όμως κάποιοι στο Πακιστάν δεν έχουν κρύψει την ανησυχία τους που οι ινδουιστές εθνικιστές του Μόντι αναλαμβάνουν την εξουσία στο Νέο Δελχί.
Ποιος είναι ο νέος πρωθυπουργός της Ινδίας;
Λάτρης της γιόγκα και αυστηρά χορτοφάγος, ο Ναρέντρα Μόντι γεννήθηκε σε μια ταπεινή οικογένεια στο κρατίδιο Γκουτζαράτ και μπήκε από νωρίς στις τάξεις της «Ραστρίγια Σουαγιαμσεβάκ Σανγκ» (RSS), μιας εθνικιστικής οργάνωσης η οποία ιδρύθηκε με στόχο να κάνει την Ινδία ένα ινδουιστικό έθνος και είναι ιδεολογικά συγγενής του BJP.
Ο δρόμος δεν ήταν εύκολος για τον αμφιλεγόμενο Μόντι, ο οποίος χαίρει ευρέως θαυμασμού για τις διοικητικές ικανότητες και τις φιλικές προς τις επιχειρήσεις πολιτικές του, αλλά θεωρείται από πολλούς μισαλλόδοξη προσωπικότητα και στη διάρκεια της θητείας του ως πρωθυπουργού του Γκουτζαράτ σημειώθηκαν μερικές από τις χειρότερες ταραχές μεταξύ ινδουιστών και μουσουλμάνων.
Από τις ταραχές αυτές, το 2002, είχαν σκοτωθεί περισσότεροι από 1.000 άνθρωποι, κυρίως μουσουλμάνοι. Τα δικαστήρια έχουν μέχρι τώρα απαλλάξει τον Μόντι από οποιαδήποτε ανάμιξη, όμως ένας στενός συνεργάτης του, ο Μάγια Κοντνάνι, φυλακίσθηκε για ταραχές, φόνο και εγκληματική συνωμοσία.
Κατά την προεκλογική εκστρατεία του, ο Μόντι μίλησε λιγότερο για ινδουιστικό εθνικισμό και περισσότερο για την ανάπτυξη που ελπίζει να φέρει ως πρωθυπουργός ακολουθώντας το «μοντέλο» που εφάρμοσε στο Γκουτζαράτ και για το πώς ελπίζει ότι θα εξαλείψει τη διαφθορά.
Το Γκουτζαράτ είναι ένα από τα περισσότερο οικονομικά ευήμερα κρατίδια της Ινδίας, αν και υπολείπεται σε ορισμένους δείκτες ανθρώπινης ανάπτυξης, όπως στα ποσοστά παιδικής θνησιμότητας και αναλφαβητισμού.
Ωστόσο σε μια περίοδο που η ινδική οικονομία και η αγορά εργασίας είναι στάσιμες, την ώρα που οι τιμές βασικών αγαθών είναι υψηλές και η απερχόμενη κυβέρνηση πλήττεται από οικονομικά σκάνδαλα, η υπόσχεση του Μόντι για ισχυρή ηγεσία και επιστροφή σε υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης προσήλκυσαν ψηφοφόρους σε όλη τη χώρα.
Οι οπαδοί του θεωρούν πως το γεγονός πως η πολιτική του Μόντι επικεντρώνεται στην ινδουιστική κουλτούρα και το αυταρχικό στυλ του αποτελούν τα καλύτερα προσόντα του για να διαχειριστεί την υπερφορτωμένη γραφειοκρατία της Ινδίας, σε συνδυασμό με τη σχετικά καθαρή προσωπική εικόνα του.
Η ιδιωτική ζωή του παραμένει πάντως ένα μυστήριο. Δεν αποδέχθηκε ποτέ το προξενιό που οργάνωσαν γι’ αυτόν οι γονείς του όταν ήταν παιδί και ζει μόνος στην κατοικία του στο Γκουτζαράτ, όπου δείχνει με υπερηφάνεια στους επισκέπτες τη συλλογή πουλιών του.
Ως νεαρός ενήλικος, είχε περάσει πολλά χρόνια στα Ιμαλάια κάνοντας ένα είδος ταξιδιού μύησης, πριν αφοσιωθεί ψυχή τε και σώματι στο RSS και την πολιτική, κερδίζοντας φήμη δεινού οργανωτή.
Ο Μόντι γεννήθηκε στις 17 Σεπτεμβρίου 1950 στο ναό του Βαντναγκάρ στο Γκουτζαράτ και πέρασε την παιδική ηλικία του βοηθώντας τον πατέρα του να δουλεύει τον πάγκο του με το τσάι. Η οικογένειά του ανήκει σε μια κατώτερη κάστα, αλλά όχι σε κάποια που βρίσκεται στο τελευταίο επίπεδο του αρχαϊκού συστήματος κοινωνικής ιεραρχίας της Ινδίας.
Εντάχθηκε στο BJP στα τέλη της δεκαετίας του 1980 και κατάφερε να πάρει την εξουσία στο Γκουτζαράτ. Ένα χρόνο αφότου έγινε πρωθυπουργός του κρατιδίου το 2001, το Γκουτζαράτ επλήγη από θρησκευτική βία.
Η κυβέρνηση των ΗΠΑ αρνήθηκε να του χορηγήσει θεώρηση εισόδου και η Βρετανία διέκοψε τις σχέσεις. Όμως καθώς η προσπάθειά του να γίνει ο δεύτερος πρωθυπουργός της Ινδίας από το BJP άρχιζε να κερδίζει έδαφος, η Βρετανία, η ΕΕ, καθώς και οι ΗΠΑ ανανέωσαν τις σχέσεις μαζί του.
Ο Μόντι καλλιέργησε με επιτυχία μια εικόνα ηγέτη που στηρίζει την ανάπτυξη και είναι ικανός στη διοίκηση, καθώς η οικονομική ανάπτυξη ήταν συνεχής στο Γκουτζαράτ, λέει ο Νιλανγιάν Μουχοπαντιάι, ο οποίος έχει γράψει μια βιογραφία του νέου πρωθυπουργού της Ινδίας.
Μέρος της επιτυχίας του οφείλεται σε έναν επιδέξιο διαφημιστικό μηχανισμό, ο οποίος υποβαθμίζει τους λιγότερο εντυπωσιακούς δείκτες ανάπτυξης του Γκουτζαράτ, λέει ο Ατζάι Νταντεκάρ, καθηγητής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Σιβ Ναντάρ που έχει την έδρα του στο Νέο Δελχί.
«Είναι σπουδαίος στην κατάστρωση στρατηγικής και έχει στρατιές νέων ανθρώπων που βομβαρδίζουν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης», λέει ο βετεράνος δημοσιογράφος ΡΚ Μίσρα. «Έχει ξοδέψει πολλά χρήματα για να διαφημίσει το αναπτυξιακό μοντέλο του Γκουτζαράτ. Οικοδομεί μια οφθαλμαπάτη. Είναι σαν ένας ταχυδακτυλουργός που μπορεί να πουλήσει τα πάντα στον κόσμο».
Στη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας ο Μόντι επικέντρωσε στις θέσεις εργασίας, την υποδομή και τη διαφθορά, κάνοντας ευκαιριακές επιθέσεις στο Πακιστάν και τους παράνομους μουσουλμάνους μετανάστες από το Μπανγκλαντές.
«Ορίζει το ινδικό έθνος αποκλειστικά στη βάση της θρησκευτικής ταυτότητας. Γι’ αυτόν, η ινδική εθνική υπόσταση ουσιαστικά ταυτίζεται με τον ινδουισμό», λέει ο Μουχοπαντιάι, ο οποίος τον περιγράφει ως μια προσωπικότητα δυναμική, λεπτολόγο και με μνήμη ελέφαντα, αλλά επίσης μισαλλόδοξη, περιστασιακά εκδικητική και αυταρχική. «Για να πετύχει τις φιλοδοξίες του μπορεί να κάνει τα πάντα», λέει ο Μίσρα. «Κατέστρεψε ολόκληρη την ανώτερη ηγεσία του BJP. Καταστρέφει όλους όσους θεωρεί απειλή».
Με πληροφορίες ΑΠΕ, Reuters, Γαλλικό Πρακτορείο
Διαβάστε ακόμη: