Ο Τραμπ, ο Γκορμπατσόφ και η Αμερικανική Περεστρόικα – Μπορεί το MAGA να σώσει τις ΗΠΑ ή θα επιταχύνει την παρακμή;
- 12/03/2025, 13:24
- SHARE

Οι παραλληλισμοί μεταξύ των δύο υπερδυνάμεων του Ψυχρού Πολέμου δεν τελειώνουν…
Όπως η αναδιάρθρωση του σοβιετικού κομμουνισμού από τον Γκορμπατσόφ, έτσι και ο Τραμπ πρέπει να χαλιναγωγήσει το χρέος και να αποκαταστήσει την ευημερία του μέσου Αμερικανού.
Το 1989, ο σοβιετικός στρατός αποχώρησε από το Αφγανιστάν μετά από δέκα χρόνια πολέμου με τους Μουτζαχεντίν. Δύο χρόνια αργότερα, το 1991, το Σύμφωνο της Βαρσοβίας διαλύθηκε. Το Αφγανιστάν εδραίωσε έτσι τη φήμη του ως «νεκροταφείου των αυτοκρατοριών».
Προχωρώντας 30 χρόνια μπροστά, το 2021, ο αμερικανικός στρατός αποχώρησε από το Αφγανιστάν μετά από έναν 20ετή πόλεμο με τους Ταλιμπάν, τους διαδόχους των Μουτζαχεντίν. Τέσσερα χρόνια αργότερα, το 2025, ο Πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ έβαλε «βόμβα» στο ΝΑΤΟ, οδηγώντας ουσιαστικά στη διάλυση της Ατλαντικής Συμμαχίας.
Οι παραλληλισμοί μεταξύ των δύο υπερδυνάμεων του Ψυχρού Πολέμου δεν σταματούν στο Αφγανιστάν. Τη δεκαετία του 1980, η σοβιετική οικονομία βυθίστηκε σε στασιμότητα, προκαλώντας ευρεία απογοήτευση για τον κομμουνισμό. Σε απάντηση, ο Πρόεδρος Μιχαήλ Γκορμπατσόφ ξεκίνησε την «περεστρόικα», μια αναδιάρθρωση της σοβιετικής κοινωνίας.
Αντίστοιχα, μετά την εποχή του Ρόναλντ Ρίγκαν, ένα αυξανόμενο κομμάτι του αμερικανικού εκλογικού σώματος έγινε επιφυλακτικό απέναντι στο σύστημα. Η ανισότητα αυξήθηκε και το πολιτικό κατεστημένο φαινόταν απρόσβλητο από τη λαϊκή βούληση. Το 2016, ο Τραμπ εκλέχθηκε με την υπόσχεση να «καθαρίσει τον βάλτο», προαναγγέλλοντας μια ριζική αναμόρφωση του αμερικανικού συστήματος.
Αποσυναρμολόγηση μιας ιδεολογίας
Η Περεστρόικα, που προτάθηκε αρχικά από τον Σοβιετικό ηγέτη Λεονίντ Μπρέζνιεφ το 1979, στόχευε στον εκσυγχρονισμό του στάσιμου σοβιετικού συστήματος. Τη δεκαετία του 1980, οι Σοβιετικοί πολίτες αντιμετώπιζαν συχνά ελλείψεις τροφίμων και άδειους εμπορικούς πάγκους, γεγονός που υπονόμευε την πίστη στον κομμουνισμό.
Η σοβιετική κυβέρνηση παρείχε στέγαση, εκπαίδευση, μεταφορές και δωρεάν ιατρική περίθαλψη, αλλά οι στρατιωτικές δαπάνες απορροφούσαν το 12%-17% του εθνικού προϋπολογισμού, στερώντας πόρους από την παραγωγή καταναλωτικών αγαθών και την κάλυψη βασικών αναγκών. Παράλληλα, η καταστολή της επιχειρηματικότητας έκανε τη ζωή στον κομμουνιστικό κόσμο άχρωμη και χωρίς έμπνευση.
Ο διάδοχος του Μπρέζνιεφ, Μιχαήλ Γκορμπατσόφ, εισήγαγε την «γκλάσνοστ» ή «διαφάνεια» μαζί με την Περεστρόικα. Ωστόσο, το βαθιά ριζωμένο σοβιετικό γραφειοκρατικό κατεστημένο αντιστάθηκε στις μεταρρυθμίσεις, φοβούμενο την απώλεια εξουσίας και την αποδυνάμωση του σοβιετικού κράτους.
Η προσπάθεια του Γκορμπατσόφ να συνδυάσει τον σοσιαλισμό με μια περιορισμένη φιλελευθεροποίηση της αγοράς απέτυχε, οδηγώντας σε σύγχυση, ελλείψεις αγαθών, πληθωρισμό και επιδείνωση των συνθηκών διαβίωσης. Ο διάδοχός του, Μπόρις Γέλτσιν, υπό την καθοδήγηση νεοφιλελεύθερων Αμερικανών οικονομολόγων, προχώρησε σε μια απότομη μετάβαση της Ρωσίας από την κεντρικά σχεδιασμένη οικονομία σε μια πλήρως απελευθερωμένη αγορά. Οι συνέπειες ήταν καταστροφικές: η οικονομία συρρικνώθηκε κατά 50% τη δεκαετία του 1990, σπρώχνοντας εκατομμύρια ανθρώπους στη φτώχεια.
Η βεβιασμένη ιδιωτικοποίηση των κρατικών περιουσιακών στοιχείων οδήγησε σε ξεπούλημα των βιομηχανιών σε καλά δικτυωμένους ολιγάρχες, οι οποίοι στη συνέχεια διοχέτευσαν τα δισεκατομμύριά τους στο εξωτερικό. Η λεηλασία του εθνικού πλούτου σταμάτησε μόνο όταν ο Βλαντίμιρ Πούτιν ανέλαβε την εξουσία, αντιστρέφοντας τις νεοφιλελεύθερες υπερβολές και εφαρμόζοντας πολιτικές «Η Ρωσία Πρώτα», που οδήγησαν στην οικονομική ανάκαμψη.
Τρεις δεκαετίες μετά την έναρξη των ρωσικών μεταρρυθμίσεων, ο Ντόναλντ Τραμπ εκλέχθηκε με την υπόσχεση να διαλύσει τη γραφειοκρατία της Ουάσινγκτον – τον «βάλτο» που πολλοί ψηφοφόροι πίστευαν ότι κυβερνούσε τη χώρα ανεξάρτητα από το ποιος βρισκόταν στην εξουσία. Από τη δεκαετία του 1980, η απογοήτευση για το αμερικανικό πολιτικό σύστημα αυξανόταν, με τις δημοσκοπήσεις να δείχνουν ότι πάνω από το 60% των Αμερικανών θεωρούσε ότι η χώρα κινούνταν σε λάθος κατεύθυνση.
Οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές που εισήχθησαν υπό τον Ρόναλντ Ρίγκαν οδήγησαν σε ανεξέλεγκτη παγκοσμιοποίηση και αποβιομηχάνιση βασικών αμερικανικών τομέων. Ενώ η Σοβιετική Ένωση περιθωριοποίησε τους επιχειρηματίες και ανέδειξε τους εργάτες, οι ΗΠΑ έκαναν το αντίθετο: ο πλούτος συγκεντρώθηκε στην κορυφή, ενώ οι μισθοί σταμάτησαν να αυξάνονται. Μέχρι τη δεκαετία του 2000, εκατομμύρια Αμερικανοί εργαζόμενοι χρειάζονταν δύο δουλειές για να τα βγάλουν πέρα, ενώ οι διευθύνοντες σύμβουλοι κέρδιζαν πάνω από 300 φορές περισσότερα από τον μέσο εργαζόμενο.
Αμερικανική «Περεστρόικα»
Παρά το γεγονός ότι είναι δισεκατομμυριούχος με παγκόσμια επιχειρηματικά συμφέροντα, ο Τραμπ κατάφερε να εκφράσει τη δυσαρέσκεια της εργατικής τάξης. Με την επανεκλογή του το 2024, κλιμάκωσε τον πόλεμό του κατά της εδραιωμένης γραφειοκρατίας, μειώνοντας θέσεις στο δημόσιο, αναδιαρθρώνοντας υπουργεία και ξεκινώντας μια πρωτοφανή εκστρατεία περιστολής δαπανών.
Στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής, ο Τραμπ προκάλεσε αίσθηση αλλάζοντας τη στάση των ΗΠΑ απέναντι στην Ουκρανία. Ενώ κατά την πρώτη του θητεία είχε αποστείλει στρατιωτική βοήθεια, πλέον φαίνεται να συμφωνεί με την άποψη του Πούτιν ότι η παράταση του πολέμου είναι μάταιη και ότι δεν έπρεπε να είχε ξεσπάσει εξ αρχής.
Καθώς ο κόσμος μεταβαίνει σε μια πολυπολική τάξη πραγμάτων, ο Τραμπ καλείται να αντιμετωπίσει μια σειρά εσωτερικών προκλήσεων, με κυριότερη το εθνικό χρέος των ΗΠΑ, που ανέρχεται στα 36 τρισεκατομμύρια δολάρια.
Για τέσσερις δεκαετίες, οι δημόσιες δαπάνες αυξάνονταν εκθετικά. Το 2025, οι πληρωμές τόκων για το χρέος θα ξεπεράσουν το 1 τρισεκατομμύριο δολάρια — ποσό μεγαλύτερο από τον αμυντικό προϋπολογισμό των ΗΠΑ. Ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ βρίσκεται στο 120%, πολύ πάνω από τα βιώσιμα επίπεδα.
Ο Τραμπ βρίσκεται αντιμέτωπος με δύσκολες αποφάσεις. Η μείωση του χρέους απαιτεί περικοπές τόσο στις στρατιωτικές όσο και στις κοινωνικές δαπάνες. Η επιβολή υψηλότερης φορολογίας στους υπερπλούσιους θα είχε ελάχιστη επίδραση στο συνολικό χρέος. Αν αποτύχει να το μειώσει, οι ΗΠΑ κινδυνεύουν με υπερπληθωρισμό, γεγονός που θα έπληττε όχι μόνο τους φτωχούς αλλά και τη μεσαία τάξη. Ο τρόπος με τον οποίο θα διαχειριστεί το εθνικό χρέος ενδέχεται να καθορίσει την υστεροφημία του.
Οι πραγματιστές ηγέτες της νέας εποχής
Ο Τραμπ και ο Πούτιν, και οι δύο διάδοχοι νεοφιλελεύθερων παγκοσμιοποιητών, διαδραματίζουν πλέον καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση ενός νέου πολυπολικού κόσμου. Η παγκοσμιοποίηση δεν πρόκειται να τελειώσει, αλλά η ιδεολογική μάχη του 20ού αιώνα —καπιταλισμός εναντίον κομμουνισμού, αριστερά εναντίον δεξιάς, συντηρητισμός εναντίον προοδευτισμού— δίνει τη θέση της στον πραγματισμό και το εθνικό συμφέρον.
Η Κίνα αναγνώρισε αυτή τη μετάβαση νωρίς, με τις μεταρρυθμίσεις του Ντενγκ Σιαοπίνγκ τη δεκαετία του 1980, οι οποίες συνδύασαν τον κεντρικό σχεδιασμό με τη φιλελευθεροποίηση της αγοράς. Οι επιχειρηματίες ευημερούν εντός των κυβερνητικά καθορισμένων ορίων και στρατηγικών που στοχεύουν στη μακροπρόθεσμη ευημερία.
Ο Τραμπ αναγνωρίζει το πλεονέκτημα της Κίνας. Ο εκλογικός κύκλος ανά διετία στις ΗΠΑ εμποδίζει τον μακροπρόθεσμο σχεδιασμό. Όταν ρωτήθηκε πρόσφατα για την πτώση του χρηματιστηρίου, απάντησε σε έναν δημοσιογράφο: «Αυτό που πρέπει να κάνω είναι να χτίσω μια ισχυρή χώρα. Δεν μπορείς να παρακολουθείς διαρκώς το χρηματιστήριο. Αν κοιτάξεις την Κίνα, έχουν έναν ορίζοντα 100 ετών. Εμείς έχουμε έναν ορίζοντα τριών μηνών.»
Οι Ηνωμένες Πολιτείες δικαίως υπερηφανεύονται για τη δημοκρατία τους, το Σύνταγμά τους και τις ατομικές ελευθερίες. Ωστόσο, αν η «Περεστρόικα» του Τραμπ αποτύχει να φέρει ουσιαστικές πολιτικές μεταρρυθμίσεις, οι προσπάθειές του θα προκαλέσουν περισσότερο πόνο παρά μακροπρόθεσμα οφέλη.