Οι γυναίκες εργαζόμενες βλέπουν τη σύνταξη με το…κιάλι
- 05/01/2023, 20:00
- SHARE
Το υψηλό μορφωτικό επίπεδο, οι ευκαιρίες επαγγελματικής ανέλιξης και η μεγαλύτερη εκπροσώπηση στην πολιτική και τις επιχειρήσεις, δεν σημαίνουν απαραίτητα ότι οι γυναίκες έχουν κατοχυρώσει τα δικαιώματά τους και μάλιστα εκείνα που σχετίζονται με τη συνταξιοδότηση. Έρευνα του Transamerica Center for Retirement Studies (TCRS), κρούει τον κώδωνα αναφέροντας ότι οι γυναίκες διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο να μην επιτύχουν οικονομικά ασφαλή συνταξιοδότηση συγκριτικά με τους άνδρες λόγω των κοινωνικών αντιξοοτήτων που αντιμετωπίζουν.
Εκτός από το χάσμα στις αμοιβές μεταξύ των δύο φύλων, οι γυναίκες είναι πιο πιθανό να αφιερώσουν χρόνο από την εργασία τους για την ανατροφή των παιδιών και τη φροντίδα της οικογένειας – άρα να επιλέξουν εργασία μερικής απασχόλησης, όπερ λιγότερα ένσημα και χαμηλότερες αποδοχές κατά τη διάρκεια της ζωής τους – το οποίο έχει ως αποτέλεσμα τον περιορισμό της ικανότητάς τους να αποταμιεύσουν. Λαμβάνοντας υπόψη τα παραπάνω γίνεται αντιληπτό ότι έχουν λιγότερη πρόσβαση σε παροχές συνταξιοδότησης που χρηματοδοτούνται από τον εργοδότη και δυνητικά χαμηλότερες παροχές κοινωνικής ασφάλισης κατά τη συνταξιοδότηση.
Η πανδημία, όπως έχει επισημανθεί και σε άλλες έρευνες, όξυνε το πρόβλημα, αφού οι γυναίκες παρέμειναν στο σπίτι και επιβαρύνθηκαν με τα οικογενειακά βάρη, βάζοντας την καριέρα σε δεύτερη μοίρα. Αντιμετώπισαν οικονομικές προκλήσεις και οπισθοδρομήσεις στην απασχόληση.
Σύμφωνα με τα ευρήματα της έρευνας του TCRS, το 37% βίωσε μία ή περισσότερες αρνητικές επιπτώσεις στην απασχόλησή του ως αποτέλεσμα της πανδημίας, συμπεριλαμβανομένων των μειωμένων ωρών εργασίας (21%), των μειωμένων μισθών (13%), και των απολύσεων (11%). Σήμερα, το 44% δηλώνει πως δυσκολεύεται να τα βγάλει πέρα, ενώ το 57% πιστεύει ότι δεν έχει αρκετό εισόδημα για να αποταμιεύσει για τη μελλοντική του συνταξιοδότηση.
Το 58% αναφέρει την εξόφληση κάποιας μορφής χρέους ως οικονομική προτεραιότητα, ενώ το 31% κάνει λόγο για εξόφληση των βασικών εξόδων διαβίωσης ως τη μέγιστη αγωνία του.
Σε ότι δε αφορά τις οικονομίες που βάζουν στην άκρη, το μέγεθός τους εξαρτάται από την ηλικιακή κατηγορία στην οποία ανήκει κάθε γυναίκα. Η εξοικονόμηση χρημάτων έκτακτης ανάγκης των γυναικών είναι χαμηλή, σημειώνει η έκθεση με τον μέσο όρο να κινείται κοντά στα 2.000 δολάρια. Ειδικότερα, οι γυναίκες Gen Z έχουν εξοικονομήσει $500, οι Millennials έχουν εξοικονομήσει $1.400, το Gen X έχει εξοικονομήσει $3.000 και οι Baby Boomers έχουν εξοικονομήσει περί τα 7.000 δολάρια.
Στην πλειονότητά τους πάντως οι εργαζόμενες εκφράζουν έντονη ανησυχία για το μέλλον της Κοινωνικής τους Ασφάλισης. Η TCRS σημειώνει ότι, παρά τον σημαντικό αριθμό γυναικών που αποταμιεύουν, πολλές μπορεί να μην αποταμιεύουν αρκετά, με βάση τις αναφερόμενες συνολικές συνταξιοδοτικές αποταμιεύσεις του νοικοκυριού. Οι συνταξιοδοτικές αποταμιεύσεις αυξάνονται και εδώ βάσει ηλικίας. Οι γυναίκες που ανήκουν στη γενιά Gen Z έχουν εξοικονομήσει $26.000, οι Millennials έχουν εξοικονομήσει $29.000, όσες συμπεριλαμβάνονται στο Gen X έχουν εξοικονομήσει $51.000 και οι Baby Boomers έχουν εξοικονομήσει $101.000.
Η μελέτη καταλήγει στο ότι οι γυναίκες δεν έχουν κατασκευάσει ένα ισχυρό δίκτυ οικονομικής ασφάλειας για το μέλλον τους. Μόνο μια στις πέντε (21%) είναι «πολύ» σίγουρη ότι θα μπορέσει να συνταξιοδοτηθεί πλήρως με έναν άνετο τρόπο ζωής, σε σύγκριση με το 27% των ανδρών. Οι γυναίκες (42%) είναι επίσης λιγότερο πιθανό να πουν ότι έχουν μια σχετική αυτοπεποίθηση συγκριτικά με τους άνδρες (50%). Επιπλέον, μία στις τέσσερις γυναίκες (25%) δηλώνει ότι δεν έχει «καθόλου» αυτοπεποίθηση, όταν το ποσοστό των ανδρών που δίνουν αντίστοιχη απάντηση είναι 8%.
«Οι γυναίκες εργαζόμενες έχουν την ευκαιρία να βελτιώσουν τις συνταξιοδοτικές τους προοπτικές συμμετέχοντας στον οικονομικό προγραμματισμό», λέει η Catherine Collinson, Διευθύνουσα Σύμβουλος και πρόεδρος του Transamerica Institute και TCRS. «Ένας δυνητικός αναξιοποίητος πόρος για τις γυναίκες είναι να επωφεληθούν από τα εργαλεία και τους πόρους που προσφέρει ο πάροχος του συνταξιοδοτικού προγράμματος του εργοδότη τους που μπορεί να τις βοηθήσει να θέσουν στόχους και να διαχειριστούν την επένδυσή τους».
Πεποίθησή της είναι ότι η ενίσχυση της οικονομικής ασφάλειας των γυναικών απαιτεί μια συνεργασία μεταξύ των όλων των συμβαλλόμενων μερών, συμπεριλαμβανομένων των υπευθύνων χάραξης πολιτικής, των εργοδοτών και των ανθρώπων που είναι επιφορτισμένοι με τον εκσυγχρονισμό του συνταξιοδοτικού συστήματος και τη διατήρηση των δικτύων κοινωνικής ασφάλειας για τις σημερινές και τις μελλοντικές γενιές.