Γιατί όλο και λιγότεροι εργαζόμενοι ενδιαφέρονται να πάρουν προαγωγή

Γιατί όλο και λιγότεροι εργαζόμενοι ενδιαφέρονται να πάρουν προαγωγή
Photo: Shutterstock
Τα δεδομένα της μετά πανδημίας εποχής έχουν αλλάξει ριζικά τις εργασιακές προτεραιότητες των ανθρώπων, τον τόπο και τον τρόπο που θέλουν να δουλεύουν, και τις αρμοδιότητες που θέλουν να έχουν.

Η Άκι Ίτο, ανταποκρίτρια του Business Insider, μίλησε με τον Ζακ, έναν εργαζόμενο σε μια κατασκευαστική εταιρεία. Η ιστορία που της διηγήθηκε σίγουρα δεν αφορά μόνο τον ίδιο, αλλά είναι κάτι που παρατηρείται πάρα πολύ τα τελευταία χρόνια, ιδιαίτερα σε εργαζομένους της γενιάς Υ και νεότερους.

Το προηγούμενο έτος, μια μέρα σχεδόν από το πουθενά, ανακοινώθηκε στον Ζακ ότι παίρνει προαγωγή σε επικεφαλής του τμήματός του. Συγχαρητήρια του είπαν, θα έχεις και αύξηση μισθού πάνω από 10%, και πλέον θα έχεις υπό την επίβλεψή σου όλα τα άτομα του τμήματος. Ανταμοίβεσαι για όλη την καλή δουλειά που έχεις κάνει για εμάς.

Ακούγοντας όλα αυτά τα φαινομενικά ευχάριστα νέα, ο Ζακ είχε μόνο ένα πράγμα στο μυαλό του: «Πώς θα καταφέρω να το αποφύγω αυτό;»

Ο Ζακ, λίγο πάνω από 40 ετών, κάποτε ήταν και αυτός έτοιμος να κάνει τα πάντα για να ανελιχθεί στην «εταιρική σκάλα». Είναι άλλωστε ακρογωνιαίος λίθος του Αμερικανικού Ονείρου. Ακόμα και ως νέος μαθητευόμενος, ήταν πολύ φιλόδοξος, λέει. Και αυτό του δούλεψε πολύ καλά. Κατάφερε ακόμα και να μπει επικεφαλής ενός ολόκληρου τμήματος στην εταιρεία του.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Αλλά όταν η πανδημία Covid-19 «χτύπησε» ξαφνικά τον πλανήτη, τα εργασιακά δεδομένα άλλαξαν εκ θεμελίων, κάτι που έκανε τον Ζακ και εκατομμύρια άλλους να αρχίσουν να αμφισβητούν την ανοδική αυτή πορεία, που μέχρι πριν έβλεπαν ως τη μόνη λύση. Η πρώτη συνειδητοποίηση ήρθε όταν μπήκε στην εξίσωση η δουλειά από το σπίτι κατά τη διάρκεια των lockdowns. Εκεί ανακάλυψε το πόσα πράγματα στερούνταν πριν. «Το μεσημέρι, μπορούσα να πάω να τρέξω για 45 λεπτά», θυμάται. «Όλα αυτά τα πράγματα που μου άρεσαν να κάνω, άρχισα να τα κάνω ξανά. Θεέ μου, ποτέ δε θέλω να εγκαταλείψω αυτή τη ζωή».

Στη συνέχεια, όταν δειλά-δειλά η οικονομία ξεκινούσε να ανοίγει και πάλι, οι ανώτεροι του Ζακ άρχιζαν να τον πιέζουν να πείσει την ομάδα του να επιστρέψει στο γραφείο. Ο Ζακ από αυτό ένιωσε προδομένος. «Αυτή ήταν προδοσία από μια εταιρεία που είχα δείξει τεράστια αφοσίωση. Κάποιοι από τους υπαλλήλους μου είχαν συγγενείς ανοσοκατασταλμένους. Η επιστροφή στο γραφείο θα μπορούσε να απειλείσει τη ζωή τους».

Στο τέλος της περιπέτειας αυτής, ο Ζακ παραιτήθηκε. Βρήκε δουλειά που δε του επέβαλε να γίνει μάνατζερ, και μάλιστα μείωσε τις απολαβές του κατά 20.000 δολάρια για να μπορεί να απολαμβάνει προνόμια όπως το να είναι ανεξάρτητος συνεργάτης, που του δίνει την ελευθερία να εστιάζει στη δική του μόνο δουλειά. Κυρίως όμως, δεν είχε κανένα ενδιαφέρον να είναι επικεφαλής μιας ολόκληρης ομάδας, ούτε να επιστρέψει στο γραφείο σε καθημερινή βάση, όπως έκανε πριν την πανδημία. «Μπορώ να βλέπω τα παιδιά μου όσο θέλω τώρα, δεν υπάρχει μισθός που μπορείς να μου δώσεις για να μου το στερήσεις αυτό».

Επιστρέφοντας στην αρχή της ιστορίας και την πρόταση για τον νέο του, αναβαθμισμένο ρόλο, ο Ζακ μετά από λίγες μέρες ανακοίνωσε στους εργοδότες του ότι δε θα αποδεχθεί την πρόταση. «Είμαι απόλυτα χαρούμενος με αυτό που κάνω τώρα», τους είπε. «Είμαι πολύ καλός σε αυτό που κάνω τώρα, αυτή η θέση δεν είναι για μένα».

Νέα προοπτική

Σε μια έρευνα που διεξήχθη από τη Randstad, μια διεθνή εταιρεία συμβούλων ανθρώπινου δυναμικού, ένα εντυπωσιακό 42% των ερωτηθέντων στις Ηνωμένες Πολιτείες δήλωσε ότι δεν επιθυμούν να πάρουν προαγωγή, καθώς είναι ευτυχισμένοι εκεί που βρίσκονται. Αυτό το ποσοστό ήταν υψηλότερο σε χώρες που είναι γνωστές ότι έχουν μια πιο «χαλαρή» άποψη για την εργασία, όπως η Ιταλία, η Ισπανία και η Νέα Ζηλανδία.

Επαγγελματίες νεότεροι από τον Ζακ έχουν πιο έντονη στάση όσον αφορά την άρνησή τους για εργασική ανέλιξη. Στην έρευνα της Randstad, ερωτηθέντες από τη γενιά Ζ ήταν οι πιο πιθανοί να απαντήσουν ότι συμφωνούν με την πρόταση «Δεν επιθυμώ να κάνω καριέρα». Είναι οι ίδιοι που βρίσκονται στο κάτω μέρος της «σκάλας», με τους χαμηλότερους μισθούς. Για τη γενιά Ζ, η εποχή του αμερικανικού καριερισμού αρχίζει να χάνει τη λάμψη της. Οι ατελείωτες ώρες και οι επί εικοσιτετράωρης βάσης απαιτήσεις είναι ο νούμερο ένα αποτρεπτικός παράγοντας για μια θέση στην κορυφή.

Εν κατακλείδι

Οπότε, η ερώτηση μετά από όλα αυτά είναι μία: Ποιος είναι ο τρόπος για τις εταιρείες να κρατήσουν τους εργαζόμενους προσηλωμένους σε αυτό που κάνουν, εφόσον οι προαγωγές πλέον δεν είναι ελκυστικές;

Δεδομένου του πόσο προδομένος ένιωσε από τον προηγούμενο εργοδότη του, η Ίτο αναρωτήθηκε αν ο Ζακ πλέον μπορεί να νιώσει αφοσιωμένος στη δουλειά του, ανεξάρτητα από τις πιθανές ανταμοιβές. Εκείνος είχε απάντηση σε αυτή και την προηγούμενη ερώτηση. Υπάρχουν ακόμα πολλά πράγματα που τον παρακινούν. Να κάνει ενδιαφέρουσα δουλειά. Να έχει την αυτονομία να δημιουργήσει το δικό του πρόγραμμα. Να νιώθει πως είναι έμπιστο και αξιόλογο μέλος της ομάδας. Να είναι περιτριγυρισμένος από συναδέλφους που είναι σπουδαίοι σε αυτό που κάνουν. Να αναφέρεται σε έναν μάνατζερ που ενδιαφέρεται πραγματικά. Αυτά είναι τα πράγματα που για τον Ζακ και τους συνομήλικούς του επαγγελματίες δίνουν πνοή και μεράκι στην εργασιακή τους δραστηριότητα.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ: