Παγκόσμια Ημέρα Προσφύγων: Νέο ρεκόρ βίαια εκτοπισμένων ανθρώπων το 2017
- 20/06/2018, 13:21
- SHARE
Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΟΗΕ 44.500 άτομα εκτοπίζονται κάθε μέρα ή ένα άτομο εκτοπίζεται κάθε δύο δευτερόλεπτα.
Οι πόλεμοι, η βία και οι διώξεις προκάλεσαν νέο ρεκόρ βίαια εκτοπισμένων παγκοσμίως, για πέμπτη συνεχή χρονιά, καθιστώντας πιο κρίσιμη από ποτέ μια νέα παγκόσμια συμφωνία για τους πρόσφυγες, σύμφωνα με έκθεση της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ που δημοσιεύτηκε στις 19 Ιουνίου 2018.
Σύμφωνα με την ετήσια έρευνα «Global Trends», 68,5 εκατομμύρια άνθρωποι είχαν εκτοπιστεί βίαια σε ολόκληρο τον κόσμο στο τέλος του 2017, γεγονός που υποδεικνύει έναν τεράστιο αριθμό ανθρώπων σε κίνηση και ισοδυναμεί με 44.500 άτομα που εκτοπίζονται κάθε μέρα ή ένα άτομο που εκτοπίζεται κάθε δύο δευτερόλεπτα.
Οι πρόσφυγες που εγκατέλειψαν τις χώρες τους για να αποφύγουν τις συγκρούσεις και τις διώξεις αντιπροσώπευαν 25,4 εκατομμύρια, 2,9 εκατομμύρια περισσότεροι από ό, τι το 2016. Πρόκειται για τη μεγαλύτερη αύξηση που παρουσίασε ποτέ η Αρμοστεία σε ένα μόνο έτος.
Ο αριθμός των νέων εκτοπισμένων αυξάνεται επίσης: 16,2 εκατομμύρια άνθρωποι εκτοπίστηκαν το 2017, είτε για πρώτη φορά είτε επανειλημμένα. Στην κορυφή της λίστας των παραγόντων που οδήγησαν σε εκτοπίσεις κατά τη διάρκεια του 2017, ήταν η κρίση στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, ο πόλεμος στο Νότιο Σουδάν και η διαφυγή στο Μπανγκλαντές από τη Μιανμάρ εκατοντάδων χιλιάδων προσφύγων Ροχίνγκια.
Ο αριθμός των αιτούντων άσυλο, που αναμένουν την έκβαση των αιτημάτων τους για χορήγηση καθεστώτος πρόσφυγα, αυξήθηκε κατά περίπου 300.000, σε 3,1 εκατομμύρια, μέχρι το τέλος Δεκεμβρίου του 2017. Οι εκτοπισμένοι στο εσωτερικό της χώρας τους αντιπροσώπευαν 40 εκατομμύρια από το σύνολο, ελαφρώς λιγότεροι από τους 40,3 εκατ. το 2016.
«Βρισκόμαστε σε μια λεωφόρο, όπου η επιτυχία στη διαχείριση της καταναγκαστικής μετακίνησης απαιτεί μια νέα και πολύ πιο ολοκληρωμένη προσέγγιση, ώστε να μην αφήνονται οι χώρες και οι κοινότητες να ασχολούνται μόνες με αυτό», ανέφερε ο ύπατος αρμοστής του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες Φίλιππο Γκράντι.
Η έκθεση Global Trends της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες δημοσιεύεται παγκοσμίως κάθε χρόνο πριν από την Παγκόσμια Ημέρα Προσφύγων στις 20 Ιουνίου.
«Σήμερα, την παραμονή της Παγκόσμιας Ημέρας για τους Πρόσφυγες, το μήνυμά μου προς τα κράτη μέλη είναι να το υποστηρίξετε αυτό», ανέφερε ο κ. Γκράντι. «Κανείς δεν γίνεται πρόσφυγας από επιλογή, αλλά οι υπόλοιποι από εμάς μπορούμε να έχουμε την επιλογή για το πώς βοηθούμε».
Τα ευρήματα στην έκθεση «Global Trends» αμφισβητούν ορισμένες από τις αντιλήψεις σχετικά με την αναγκαστική μετακίνηση. Μεταξύ αυτών είναι η ιδέα ότι οι εκτοπισμένοι στον κόσμο έχουν μετακινηθεί κυρίως σε χώρες του παγκόσμιου βορρά. Τα στοιχεία δείχνουν ότι το αντίθετο είναι αλήθεια: 85% των προσφύγων έχουν καταφύγει σε αναπτυσσόμενες χώρες, πολλές από τις οποίες είναι απελπισμένα φτωχές και λαμβάνουν μικρή υποστήριξη για τη φροντίδα αυτών των πληθυσμών. Επίσης, τέσσερις από τους πέντε πρόσφυγες παραμένουν σε χώρες δίπλα στη δική τους.
Ο εκτοπισμός μεγάλης κλίμακας πέραν των συνόρων, είναι επίσης λιγότερο συχνός από ό, τι υποδηλώνει ο συνολικός αριθμός των 68,5 εκατομμυρίων. Σχεδόν τα δύο τρίτα εκείνων που αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τις εστίες τους είναι εσωτερικά εκτοπισμένοι που δεν έχουν εγκαταλείψει τις χώρες τους. Από τα 25,4 εκατομμύρια πρόσφυγες, λίγο περισσότεροι από το ένα πέμπτο είναι οι Παλαιστίνιοι υπό τη φροντίδα της UNRWA.
Από τους υπόλοιπους, για τους οποίους είναι υπεύθυνη η Ύπατη Αρμοστεία, τα δύο τρίτα προέρχονται από μόλις πέντε χώρες: Συρία, Αφγανιστάν, Νότιο Σουδάν, Μιανμάρ και Σομαλία. Ο τερματισμός της σύγκρουσης σε οποιαδήποτε από αυτές έχει τη δυνατότητα να επηρεάσει σημαντικά την ευρύτερη εικόνα της παγκόσμιας μετακίνησης, αναφέρει η Αρμοστεία.
Δύο ακόμα στοιχεία από την έκθεση «Global Trends» είναι ότι οι περισσότεροι πρόσφυγες ζουν σε αστικές περιοχές (58%) όχι σε καταυλισμούς ή αγροτικές περιοχές και ότι ο παγκοσμίως, ο εκτοπισμένος πληθυσμός είναι νέος: 53% είναι παιδιά, συμπεριλαμβανομένων πολλών που είναι ασυνόδευτα ή χωρισμένα από τις οικογένειές τους.
Όπως και με τον αριθμό των χωρών που παράγουν μεγάλους αριθμούς εκτοπισμένων, ο αριθμός των χωρών που φιλοξενούν μεγάλους αριθμούς ήταν επίσης συγκριτικά μικρός. Η Τουρκία παρέμεινε η κορυφαία χώρα που φιλοξενεί πρόσφυγες σε απόλυτους αριθμούς, με πληθυσμό 3,5 εκατομμυρίων προσφύγων, κυρίως Σύρων.
Ο Λίβανος φιλοξένησε τον μεγαλύτερο αριθμό προσφύγων σε σχέση με τον εθνικό πληθυσμό του. Συνολικά, 63% όλων των προσφύγων υπό την ευθύνη της Ύπατης Αρμοστείας ήταν σε μόλις 10 χώρες, ενώ σε ποσοστό 31% βρίσκονταν στην υποσαχάρια Αφρική.
Δυστυχώς, οι λύσεις παρέμειναν περιορισμένες. Οι πόλεμοι και οι συγκρούσεις συνέχισαν να είναι οι κυριότεροι μοχλοί, με μικρή ορατή πρόοδο προς την ειρήνη. Περίπου 5 εκατομμύρια άνθρωποι ήταν σε θέση να επιστρέψουν στα σπίτια τους το 2017, με τους περισσότερους να επιστρέφουν από τον εσωτερικό εκτοπισμό. Μεταξύ αυτών ήταν οι άνθρωποι που επέστρεφαν κάτω από πίεση ή σε εύθραυστα περιβάλλοντα.
Λόγω της μείωσης του αριθμού των τόπων που προσφέρθηκαν, ο αριθμός των προσφύγων που επανεγκαταστάθηκαν μειώθηκε κατά περισσότερο από 40% σε περίπου 100.000 άτομα.
Η κατάσταση στην Ευρώπη και τη Μεσόγειο
Στη διάρκεια του 2018 καταγράφηκαν από τον Διεθνή Οργανισμό Μετανάστευσης 44.570 αφίξεις στην Ευρώπη (στοιχεία μέχρι 10 Ιουνίου), ενώ η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες κατέγραψε 40.357 αφίξεις μέσω του υδάτινου δρόμου της Μεσογείου (στοιχεία μέχρι 19 Ιουνίου).
Σύμφωνα με τον ΟΗΕ, το 2017 είχαν περάσει μέσω θαλάσσης στην Ευρώπη 172.302 άτομα (29.718 στην Ελλάδα, 119.369 στην Ιταλία και 28.349 στην Ισπανία), το 2016: 362.753 (173.450 στην Ελλάδα, 181.436 στην Ιταλία και 14.094 στην Ισπανία), το 2015: 1.015.078 (856.732 άτομα στην Ελλάδα, 153.842 στην Ιταλία και 16.263 στην Ισπανία) και το 2014: 216.054 (41.038 στην Ελλάδα, 170.100 στην Ιταλία και 11.716 στην Ισπανία).
Εφέτος μέχρι τις 19 Ιουνίου είχαν φθάσει με βάρκες στην Ελλάδα 12.587 άτομα, στην Ιταλία 15.521 και στην Ισπανία 12.237. Στην Ελλάδα φθάνουν κυρίως πρόσφυγες από τη Συρία, το Ιράκ και το Αφγανιστάν, στην Ιταλία από Τυνησία, Ερυθραία και Νιγηρία και στην Ισπανία από Γουινέα, Συρία και Μάλι.
ΟΟΣΑ: Οι ΗΠΑ ήταν η χώρα με τις περισσότερες αιτήσεις για χορήγηση ασύλου, ξεπερνώντας τη Γερμανία
Οι Ηνωμένες Πολιτείες έγιναν και πάλι πέρυσι η χώρα του ΟΟΣΑ στην οποία έγιναν οι περισσότερες αιτήσεις χορήγησης ασύλου, αφήνοντας πίσω τη Γερμανία που ήταν πρώτη από το 2013, υπογραμμίζεται σήμερα σε έκθεση του οργανισμού, ο οποίος καλεί τα κράτη να μην «αγνοούν την ανησυχία του κοινού» για το ευαίσθητο ζήτημα της μετανάστευσης.
Οι αιτήσεις χορήγησης ασύλου αυξήθηκαν κατά 26% πέρυσι στις ΗΠΑ, φθάνοντας συνολικά τις 330.000, αναφέρει ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) στην έκθεσή του με τίτλο «Προοπτικές των διεθνών μεταναστεύσεων» η οποία δημοσιοποιήθηκε την ώρα που η κυβέρνηση Τραμπ επιβάλλει αυστηρά μέτρα στα σύνορα προκαλώντας σάλο επειδή χωρίζει τις οικογένειες των παράτυπων μεταναστών.
Ταυτόχρονα η Γερμανία κατέγραψε μείωση 73% στις αιτήσεις ασύλου σε σχέση με το ρεκόρ του 2016, φθάνοντας συνολικά τις 198.000, επισημαίνεται στην έκθεση. Ακολουθούν η Ιταλία (127.000 αιτήσεις), η Τουρκία (124.000) και η Γαλλία (91.000).
Συνολικά στις χώρες του ΟΟΣΑ υποβλήθηκαν το 2017 1,23 εκατομμύριο αιτήσεις, αριθμός που σηματοδοτεί μια «αισθητή μείωση» σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά (1,64 εκατ.), σύμφωνα με τον οργανισμό, ο οποίος διευκρινίζει πως πρέπει στους αριθμούς αυτούς να προστεθούν οι 550.000 Σύροι που εγκαταστάθηκαν στην Τουρκία χωρίς να χρειαστεί να ζητήσουν άσυλο.
«Απομακρυνόμαστε από την κορύφωση της κρίσης των προσφύγων», όπου η πρόκληση ήταν η επείγουσα παροχή βοήθειας, για να μπούμε σε μια «περίπλοκη φάση», όπου προτεραιότητα είναι η ένταξη, υποστηρίζει στην εισαγωγή του ο Στέφανο Σκαρπέτα, διευθυντής κοινωνικών υποθέσεων στον ΟΟΣΑ. Όμως αυτό δεν είναι χωρίς «προκλήσεις», επισημαίνει, διότι «η κρίση των προσφύγων αύξησε τις ανησυχίες της κοινής γνώμης όσον αφορά τα υποτιθέμενα πλεονεκτήματα των μεταναστεύσεων».
Για πρώτη φορά, ο ΟΟΣΑ επιχειρεί να υπολογίσει τις συνέπειες που έχουν αυτές οι αφίξεις προσφύγων για την απασχόληση, υπενθυμίζοντας πως οι προηγούμενες μελέτες κατέληξαν στο συμπέρασμα πως η επίδραση στην αγορά εργασίας είναι μακροπρόθεσμα «μικρή».
Όμως βραχυπρόθεσμα ο ενεργός πληθυσμός μπορεί να αυξηθεί «κατά 0,4% έως τον Δεκέμβριο 2020». Στη Γερμανία ο αριθμός των ανέργων θα μπορούσε «να αυξηθεί περίπου 6%» και σε ορισμένες χώρες «στις οποίες η συρροή προσφύγων είναι σημαντική» (Σουηδία, Γερμανία, Αυστρία) η επίδραση θα είναι «πιο αξιοσημείωτη» στις κατηγορίες που βρίσκονται σε ανταγωνισμό με τους μετανάστες στην αγορά εργασίας, ιδιαίτερα στους άνδρες με χαμηλό επίπεδο εκπαίδευσης.
«Παρόλο που αυτή η πληθυσμιακή υποομάδα είναι σχετικά περιορισμένη, μια νέα επιδείνωση των αποτελεσμάτων της στην αγορά εργασίας, που θα συνδέεται με τον ανταγωνισμό από τους πρόσφυγες (…), θα μπορούσε να επιφέρει μια ισχυρή επιδείνωση της κοινής γνώμης αναφορικά με τη μέση επίδραση των προσφύγων στην οικονομία», προειδοποιεί ο ΟΟΣΑ.
Δείτε ακόμη: Βίτσας: Στόχος η βελτίωση της διαμονής των προσφύγων και η αποσυμφόρηση των νησιών