Παράταση αβεβαιότητας με κίνδυνο πιο σκληρών μέτρων

Παράταση αβεβαιότητας με κίνδυνο πιο σκληρών μέτρων

Η επιστροφή της οικονομίας στην ύφεση φέρνει την κυβέρνηση προ σημαντικών διλημμάτων.

Τα μηνύματα από την πραγματική οικονομία είναι αδυσώπητα.

Η Ελλάδα πέρασε και πάλι σε ύφεση, αφού για δεύτερο συνεχόμενο τρίμηνο το ΑΕΠ μειώθηκε κατά 0,2%, ενώ η αφαίμαξη των καταθέσεων συνεχίζεται με αμείωτους ρυθμούς: στα 10 δισ. ευρώ από τον Απρίλιο έως τις αρχές Μαΐου, τις υπολογίζει η Goldman Sachs.

Όσο για το πρωτογενές πλεόνασμα στο πρώτο τετράμηνο του έτους; Είναι ουσιαστικά και πραγματικά ανύπαρκτο, αφού βασίζεται καθαρά στο «τσεκούρι» στις δαπάνες. Στα 2,16 δισ. ευρώ το πρωτογενές πλεόνασμα – 2 δισ. ευρώ κάτω από το στόχο οι δαπάνες. Το υπουργείο Οικονομικών έχει κηρύξει άτυπη στάση πληρωμών, καθώς δεν πληρώνει τίποτα άλλο πέρα από μισθούς-συντάξεις και δανειακές υποχρεώσεις.

Τα καθαρά έσοδα του κρατικού προϋπολογισμού είναι αυξημένα κατά 372 εκατ. ευρώ ή 2,4% έναντι του στόχου, ωστόσο τα καθαρά έσοδα του τακτικού προϋπολογισμού είναι μειωμένα κατά 92 εκατ. ευρώ ή 0,6% έναντι του στόχου.

Την ίδια ώρα, οι εναλλακτικές για την αποφυγή μιας στάσης πληρωμών μειώνονται, καθώς, τα χρήματα που συγκεντρώθηκαν από τα διαθέσιμα των φορέων μετά τις 24 Απριλίου είναι μόλις 600 εκατ. ευρώ, όταν μόνο για μισθούς και συντάξεις στο τέλος του μήνα το Δημόσιο πρέπει να καταβάλει 1,1 δισ. ευρώ.

Ακόμη κι αν τα έσοδα σώσουν την παρτίδα του Μαΐου, οι πληρωμές του Ιουνίου μόνο για δανειακές υποχρεώσεις φθάνουν τα 2,7 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 1,4 δισ. ευρώ είναι άλλη μία δόση προς το ΔΝΤ. Παράλληλα, έως το τέλος Ιουνίου, η χώρα θα πρέπει να επιστρέψει και τα περίπου 700 εκατ. ευρώ που «τράβηξε» από το ειδικό αποθεματικό του ΔΝΤ για να πληρώσει τη δόση του Μαΐου προς το Ταμείο.

Οι δανειστές εκτιμούν ότι τον Ιούνιο αρχίζει το πραγματικό πρόβλημα για την Ελλάδα και για το λόγο αυτό πιέζουν για συμφωνία. Σε διαφορετική περίπτωση, η Αθήνα θα πρέπει να επιλέξει εάν θα πληρώσει μισθούς και συντάξεις ή τα δάνεια προς τους διεθνείς πιστωτές της.

Όμως, τι συμφωνία μπορεί να γίνει αποδεκτή από τον ΣΥΡΙΖΑ, όταν -σύμφωνα με τον ίδιο τον Γιάν(ν)η Βαρουφάκη- οι δανειστές ζητούν μισθούς των 700 ευρώ για όλους στο Δημόσιο; Ή όταν εκτιμούν ότι τα πρόσθετα μέτρα για να καλυφθεί η τρύπα του προϋπολογισμού πρέπει να φθάσουν στα 3 δισ. ευρώ;

Το κλειδί για το κατά πόσο μπορεί να γίνει αποδεκτή μια συμφωνία είναι το ύψος του πρωτογενούς πλεονάσματος που θα συμφωνηθεί. Εάν οι δανειστές δεν υποχωρήσουν από την απαίτησή τους για 2,5% του ΑΕΠ, τα μέτρα που καλείται να λάβει η κυβέρνηση θα είναι δυσβάσταχτα. Σε μία τέτοια περίπτωση, ακόμη και στελέχη που δεν πρόσκεινται στην Αριστερή Πλατφόρμα, όπως ο Νίκος Βούτσης, προειδοποιούν ότι η συμφωνία δεν πρόκειται να κλείσει.