Πλησιάζει η ώρα για συρρίκνωση του ισολογισμού της ΕΚΤ – Ο «πονοκέφαλος» των 5 τρισ. και το… 2008

Πλησιάζει η ώρα για συρρίκνωση του ισολογισμού της ΕΚΤ – Ο «πονοκέφαλος» των 5 τρισ. και το… 2008
epa10860234 European Central Bank (ECB) President Christine Lagarde addresses a press conference following the meeting of the ECB Governing Council in Frankfurt am Main, Germany, 14 September 2023. The Governing Council decided to raise the three key ECB interest rates by 25 basis points. Accordingly, the interest rate on the main refinancing operations and the interest rates on the marginal lending facility and the deposit facility will be increased to 4.50%, 4.75% and 4.00% respectively, with effect from 20 September 2023. EPA/RONALD WITTEK Photo: ΑΠΕ-ΜΠΕ
Η Πρόεδρος Christine Lagarde και οι συνάδελφοί της προσπαθούν να ανανεώσουν τα «υδραυλικά» που συνδέουν την ΕΚΤ με τις τράπεζες του ευρωσυστήματος

Απέναντι σε μια μείζονα πρόκληση καλούνται να αντεπεξέλθουν οι αξιωματούχοι της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, καθώς φαίνεται το κόστος δανεισμού έχει αυξηθεί αρκετά και θα πρέπει να διασφαλίσουν εφεξής πως η πολιτικούς θα συνεχίσει είναι λειτουργική.

Όπως μεταδίδει το Bloomberg, η Πρόεδρος Christine Lagarde και οι συνάδελφοί της προσπαθούν να ανανεώσουν τα «υδραυλικά» που συνδέουν την ΕΚΤ με τις τράπεζες του ευρωσυστήματος, 15 χρόνια από την κατάρρευση της Lehman Brothers – γεγονός που σηματοδότησε την αυγή μιας εποχής μη συμβατικών εργαλείων ρευστότητας και, τελικά, ποσοτικής χαλάρωσης.

Οι αξιωματούχοι δεν μπορούν να γυρίσουν το ρολόι πίσω και απλώς να αναδημιουργήσουν το σύστημα της χρηματαγοράς του παρελθόντος. 

Ωστόσο, χωρίς γενική αναθεώρηση, η απελευθέρωση εκ μέρους της ΕΚΤ ομολόγων και μακροπρόθεσμων δανείων συνολικού ύψους 5,3 τρισεκατομμυρίων ευρώ θα μπορούσε οδηγήσει σε στρέβλωση τους μηχανισμούς νομισματικής πολιτικής που χρησιμοποιεί για την καταπολέμηση του πληθωρισμού.

Οι λύσεις που επιχειρούν άλλες κεντρικές τράπεζες προσφέρουν κάποια έμπνευση, αλλά δεν υπάρχει απλό πρότυπο.

Έτσι, τα στελέχη της ΕΚΤ, έχοντας λάβει μια στενή απόφαση τον Σεπτέμβριο να αυξήσουν ξανά τα επιτόκια, πρέπει να σκεφτούν σκληρά τη λειτουργία του νομισματικού τους πλαισίου.

«Αυτό δεν είναι ένα ασήμαντο ζήτημα», είπε η Lagarde στους ευρωβουλευτές τον περασμένο μήνα, προσθέτοντας ότι «θα μας ενημερώσει για το καταλληλότερο μέγεθος του ισολογισμού».

Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής θέλουν το προσωπικό να επινοήσει ιδέες για την επανεξέταση της σύνδεσης της ΕΚΤ με το χρηματοπιστωτικό σύστημα και κατ’ επέκταση με την ίδια την οικονομία.

Το ζήτημα ίσως συζητηθεί στη συνεδρίαση της Πέμπτης 26/10.

«Η Lagarde μπορεί να στρέψει το επίκεντρο της συζήτησης για τα εργαλεία μη επιτοκιακής πολιτικής», ανέφεραν σε έκθεσή τους οι οικονομολόγοι της ING, συμπεριλαμβανομένου του Carsten Brzeski.

«Αυτά τα εργαλεία περιλαμβάνουν την αύξηση των ελαχίστων αποθεματικών εκ μέρους των τραπεζών, αντίστροφο tiering και πιθανή παύση του προγράμματος αγορών ομολόγων PEPP».

Ισολογισμός

Βασική προτεραιότητα των αξιωματούχων είναι η συρρίκνωση ενός ισολογισμού που έχει διογκωθεί τα χρόνια μετά την παγκόσμια οικονομική κρίση το 2008 – μια διαδικασία που θα βοηθήσει στη νομισματική σύσφιξη και θα δημιουργήσει χώρο για πιθανές αγορές σε περίπτωση μελλοντικών κρίσεων.

Αυτό επίσης θα έθετε την ΕΚΤ σε πορεία πιθανής επιστροφής στο πλαίσιο που υπήρχε πριν από χρόνια, δηλαδή της μεγάλης κλίμακας πράξεων ρευστότητας και αγορών ομολόγων.

Αλλά η μείωση του ισολογισμού σημαίνει ουσιαστικά απογαλακτισμό του χρηματοπιστωτικού συστήματος από τη ρευστότητα της κεντρικής τράπεζας. Αυτό δεν είναι εύκολο, επομένως όλοι πρέπει να εργαστούν για την αποφυγή τυχόν ωστικών κυμάτων…

Τροφοδοσία τραπεζών

Όταν η ΕΚΤ άρχισε να προσφέρει απεριόριστη ρευστότητα σε όλες τις τράπεζες το 2008, αυτή ήταν η αρχή του τέλους σε έναν κόσμο όπου δάνειζαν ο ένας τον άλλο, αντί να στηρίζονται στην κεντρική τράπεζα, και όπου οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής έλεγχαν αυστηρά την ποσότητα χρημάτων στο σύστημα καθοδηγώντας τις τιμές.

Οι μεγάλες αγορές ομολόγων στη συνέχεια έκλεισαν οριστικά αυτό το σύστημα.

Πλέον, πολλοί αξιωματούχοι ονειρεύονται την αναδημιουργία του περιβάλλοντος που υπήρχε πριν από την κρίση – αν και ανησυχούν επίσης ότι τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα μπορεί να έχουν χάσει την τεχνογνωσία για να λειτουργήσουν σε αυτό.

Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής απολέσει οι ίδιοι την ορατότητα. 

Θα ήθελαν να μάθουν τι κεφάλαια χρειάζεται το τραπεζικό σύστημα, αλλά δεν υπάρχει εύκολος τρόπος να το πουν. 

Η ζήτηση είναι σίγουρα υψηλότερη από ό,τι ήταν παλαιότερα λόγω αυστηρότερων κανονισμών και της απαίτησης για επιπλέον buffer. 

Πιθανή εισαγωγή ενός ψηφιακού ευρώ θα έχει επίσης επιπτώσεις.

Έγγραφο της ΕΚΤ εκτιμά ότι οι τράπεζες θα χρειάζονταν αποθέματα περίπου 1,4 τρισεκατομμυρίων ευρώ για να διατηρήσουν το σύστημα σε λειτουργία. Το Bloomberg Economics κρίνει ότι η νομισματική βάση θα πρέπει να είναι μεταξύ 1,8 τρισεκατομμυρίων ευρώ και 2 τρισεκατομμυρίων ευρώ.

Κάνουλα ρευστότητας…

Το τρέχον πλαίσιο τροφοδοτεί με ρευστότητα το χρηματοπιστωτικό σύστημα και θέτει ένα κατώτατο όριο για το κόστος δανεισμού, αντί να προσπαθεί να κατευθύνει τα επιτόκια σε ένα ανώτατο όριο, στο πλαίσιο ενός συστήματος γνωστού ως διάδρομος.

Αυτή η προσέγγιση που βασίζεται στην προσφορά δεν μπορεί να διασφαλίσει ότι τα άφθονα μετρητά κατανέμονται ομοιόμορφα σε κάθε γωνιά της νομισματικής ένωσης, πράγμα που σημαίνει ότι δεν μπορούν να αποκλειστούν οι πιέσεις χρηματοδότησης.

Οι αξιωματούχοι της ΕΚΤ μελετούν εάν αυτό εξακολουθεί να είναι το βέλτιστο. Η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ έχει δεσμευτεί να διατηρήσει ένα παρόμοιο πλαίσιο, αλλά αυτό σημαίνει μόνιμα μεγάλο ισολογισμό.

Επανεξέταση του 2008

Εάν η ΕΚΤ θέλει τελικά να αναδημιουργήσει το προ κρίσης 2008 σύστημα, θα πρέπει να περιορίσει το ποσό των χρημάτων που παρέχονται στις τράπεζες της περιοχής.

Σε αυτή την περίπτωση, με λιγότερα κεφάλαια ελεύθερα διαθέσιμα, τα επιτόκια της αγοράς μιας ημέρας θα αυξάνονταν επειδή οι τράπεζες θα πληρώνουν ολοένα υψηλότερους τόκους για ολοένα και πιο σπάνια ρευστότητα.

Αυτό θα αποκαθιστούσε το βασικό επιτόκιο αναχρηματοδότησης -το επιτόκιο με το οποίο οι τράπεζες μπορούν να δανειστούν- ως σημείο αναφοράς.

Τα δύο άλλα υφιστάμενα επιτόκια -το επιτόκιο καταθέσεων και το οριακό επιτόκιο δανεισμού- θα χρησιμεύουν ως το κατώτατο όριο και το ανώτατο όριο σε αυτόν τον διάδρομο.

«Έχω κάποια νοσταλγία για τον διάδρομο», είπε ο Francesco Papadia, ο οποίος διηύθυνε τις δραστηριότητες της ΕΚΤ στην αγορά από το 1998 έως το 2012 και τώρα είναι ανώτερος συνεργάτης στο Ινστιτούτο Bruegel στις Βρυξέλλες.

Η σουηδική Riksbank προσπάθησε να επιταχύνει τη δημιουργία ενός διαδρόμου επιτοκίων απορροφώντας πλεονάζοντα κεφάλαια στο τραπεζικό σύστημα, αλλά αυτό είναι ακόμη ένα έργο σε εξέλιξη.

Οι αξιωματούχοι αγωνίζονται να προσελκύσουν αρκετή ζήτηση και ως εκ τούτου το σημείο αναφοράς της αγοράς παραμένει στενά συνδεδεμένο με το χαμηλότερο επιτόκιο καταθέσεων και όχι με το επίσημο επιτόκιο πολιτικής της Riksbank.

Ένα τέτοιο σύστημα διαδρόμου δεν είναι επίσης εύκολα συμβατό με την επανέναρξη της ποσοτικής χαλάρωσης σε μελλοντική κρίση, επειδή η δημιουργία πλεονάζουσας ρευστότητας θα ωθούσε το κόστος δανεισμού στο πάτωμα.

Εργασία σε εξέλιξη 

Ό,τι κι αν αποφασίσουν οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής της ΕΚΤ, το ρολόι χτυπά. Από τα 4,8 τρισεκατομμύρια ευρώ σε ομόλογα της ΕΚΤ, περίπου 333 δισεκατομμύρια ευρώ – περίπου το 7% – θα αποσυρθούν από τον ισολογισμό μέχρι τον επόμενο Σεπτέμβριο.

Άλλα 491 δισ. ευρώ στοχευμένων μακροπρόθεσμων δανείων θα λήξουν μέχρι το τέλος του 2024.

«Οι προσδοκίες είναι ότι θα επιστρέψουμε σε κάτι σαν κανονικό ισολογισμό ίσως το 2028 ή το 2029», είπε ο Papadia. «Μέχρι τότε, δεν υπάρχουν πολλές πιθανότητες να έχουμε κάτι διαφορετικό.

Πιστεύω ότι η ερώτηση σχετικά με το βέλτιστο πλαίσιο μπορεί να απαντηθεί σίγουρα μόνο στο μέλλον, αλλά είναι καλό να αρχίσουμε να το συζητάμε».

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ: