Πώς η Κίνα μετατράπηκε στη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία του πλανήτη
- 01/10/2019, 16:45
- SHARE
Η Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας γιόρτασε τα 70α γενέθλιά της την Τρίτη 1 Οκτωβρίου, με μια μεγάλη στρατιωτική παρέλαση στην οποία συμμετείχαν περισσότεροι από 15.000 στρατιώτες και 60.000 πολίτες του Πεκίνου, ομιλία του κινέζου προέδρου Σι Τζινπίνγκ και τεράστιες επιδείξεις με πυροτεχνήματα.
Η Κίνα εορτάζει την ημέρα όταν το 1949 όταν ο επαναστάτης ηγέτης Μάο Τσε Τουνγκ κήρυξε την ίδρυση μιας “νέας Κίνας” από την πλατεία Τιενανμέν. Οι κομμουνιστές, 28 χρόνια μετά την ίδρυση του κόμματος, είχαν κερδίσει τον μακρόχρονο εμφύλιο πόλεμο με το Κουομιντάνγκ, τις εθνικιστικές δυνάμεις του Chiang Kai-shek. Οι εθνικιστές στρατιώτες υποχώρησαν στην Ταϊβάν.
Το Πεκίνο αξίζει τους εορτασμούς. Η Κίνα μετετράπη από μια ιδιαίτερα φτωχή χώρα το 1949 στη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου, αλλά πλέον αντιμετωπίζει όλο και μεγαλύτερα προβλήματα. Αυτά περιλαμβάνουν τον «εμπορικό πόλεμο» με τις ΗΠΑ που δεν δείχνει κανένα σημάδι ανακωχής, επιβράδυνση της οικονομίας, τις συνεχιζόμενες διαδηλώσεις στο Χονγκ Κονγκ και αυξανόμενη ανισότητα. Όμως, παρά τα προβλήματα, η ιστορία της οικονομικής ανάδυσης της Κίνας αποτελεί ίσως το πιο επιτυχημένο οικονομικό case study της ιστορίας.
Στη δεκαετία του 1960, το κατά κεφαλήν ακαθάριστο εγχώριο προϊόν της Κίνας (ΑΕΠ) ήτανε μικρότερο όχι μόνο από το ΑΕΠ χωρών υψηλού εισοδήματος, αλλά και χωρών όπως η Καμπότζη, η Κένυα και η Σιέρρα Λεόνε, σύμφωνα με στοιχεία της Παγκόσμιας Τράπεζας.
Σήμερα, έχει γίνει η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία παγκοσμίως μετά τις ΗΠΑ από τα τέλη του 2018 και πρόκειται να κατακτήσει την κορυφή μέχρι το 2030, σύμφωνα με έκθεση της εταιρείας συμβούλων PriceWaterhouse Coopers.
“Μέχρι το τέλος του 2018, το κατά κεφαλήν ΑΕΠ στην Κίνα αυξήθηκε σε 9.732 δολάρια, σημειώνοντας αύξηση 180 φορές σε σχέση με το 1952”, ανέφερε η έκθεση.
Ακολουθεί μια σύντομη ματιά σε μερικά από τα πιο σημαντικά οικονομικά σκαμπανεβάσματα κατά τη διάρκεια των 70 ετών της Κίνας ως Κομμουνιστικού κράτους.
Ένα βήμα μπροστά, δύο βήματα πίσω
Οι πρώτες δύο δεκαετίες μετά την ίδρυση της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας το 1949 σηματοδοτήθηκαν από περιόδους πραγματικής αύξησης του κατά κεφαλήν ΑΕΠ και αύξηση της παραγωγικότητας ανά άτομο, ακολουθούμενη από έντονες ανατροπές.
Στη διάρκεια του πρώτου πενταετούς σχεδίου, κατά το οποίο “6.000 σοβιετικοί σύμβουλοι βοήθησαν στην εγκαθίδρυση και λειτουργία 156 έργων μεγάλης κλίμακας εντατικής βιομηχανικής ενίσχυσης από τη Σοβιετική Ένωση”, αυξήθηκε σημαντικά ο ρυθμός και η ποιότητα της εκβιομηχάνισης στη χώρα. Ωστόσο, ακολούθησε το Μεγάλο Άλμα προς τα Εμπρός (1958-1962), το οποίο ανέτρεψε την πρόοδο που είχε πραγματοποιηθεί.
Οι μεταρρυθμίσεις αυτές καταργήθηκαν μεταξύ του 1962 και του 1966 και οδήγησαν σε μια νέα περίοδο παραγωγικότητας και αύξησης του ΑΕΠ πριν από τα γεγονότα της Πολιτιστικής Επανάστασης έριξαν την οικονομία στο καναβάτσο για άλλη μια φορά.
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ: 70 χρόνια Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας: Οι πιο σημαντικές στιγμές που άλλαξαν τη χώρα αλλά και όλο τον πλανήτη
Οι πρώτες μεταρρυθμίσεις
Έπειτα από τις αναστατώσεις τις περιόδου της Πολιτιστικής Επανάστασης και τον θάνατο του Μάο, η κινεζική ηγεσία ήρθε αντιμέτωπη με μια πραγματικότητα που ήταν αδύνατον πλέον να αγνοηθεί. Όλες οι οικονομικές συνταγές δεν ήταν αρκετές, και παρά την πρόοδο σε σχέση με τα πρώτα χρόνια της ανεξαρτησίας την δεκαετία του 1950, η χώρα υπολείπονταν σημαντικά στο οικονομικό πεδίο.
Έτσι, η οικονομική ανάπτυξη της Κίνας επιταχύνθηκε κυρίως λόγω μεταρρυθμίσεων στα τέλη της δεκαετίας του 1970, το 1978, υπό την ηγεσία του τότε αρχηγού του Κομμουνιστικού Κόμματος, Ντενγκ Σιαοπίνγκ. Μείωσε τους εμπορικούς φραγμούς και επέτρεψε στις δυνάμεις της αγοράς να καθορίζουν τις τιμές και να ενισχύσουν τις επενδύσεις.
Το 1979, το Πεκίνο αποκατέστησε τις διπλωματικές του σχέσεις με τις ΗΠΑ. Η οικονομική ανάπτυξη ξεκίνησε την επόμενη δεκαετία, οδηγώντας στην εκβιομηχάνιση της οικονομίας της Κίνας και την ανάπτυξη του τομέα των υπηρεσιών.
Το μεγάλο άνοιγμα της δεκαετίας του 1980
Αυτή ήταν η δεκαετία που θεμελίωσε το καθεστώς του Ντενγκ ως «αρχιτέκτονα της σύγχρονης Κίνας» με την εφαρμογή οικονομικών μεταρρυθμίσεων φιλικών προς την ιδιωτική αγορά.Οι ιδιωτικές επιχειρήσεις επιτράπηκαν να αναπτυχθούν και δόθηκαν κίνητρα για την προσέλκυση ξένων επενδύσεων , διατηρώντας παράλληλα το προνομιακό καθεστώς των κρατικών επιχειρήσεων.
Αξίζει να σημειωθεί πως οι ιδιωτικές επιχειρήσεις ήταν σχεδόν ανύπαρκτες πριν από το 1978. Σήμερα, ενώ οι κρατικές επιχειρήσεις εξακολουθούν να συμβάλλουν σημαντικά στον οικονομικό κινητήρα της Κίνας, οι ιδιωτικές επιχειρήσεις αποτελούν περισσότερο από το ήμισυ του ΑΕΠ.
Τα αποτελέσματα δεν άργησαν να φανούν: το 1974, οι ΗΠΑ απολάμβαναν εμπορικό πλεόνασμα με την Κίνα – μια δεκαετία αργότερα, αυτό είχε μετατραπεί σε έλλειμμα, το οποίο γιγαντώθηκε σε εκατοντάδες δισεκατομμύρια την τρέχουσα δεκαετία.
Η ανάπτυξη επιταχύνθηκε τα επόμενα χρόνια, με μέσο όρο περίπου 10% πριν επιβραδυνθεί σε μέσο όρο 7,1% υπό τον σημερινό πρόεδρο, Σι Τζινπίνγκ.
1990: Δημιουργώντας το εργοστάσιο του κόσμου
Αν και αντιμετώπισε παγκόσμιες αντιδράσεις για την καταστολή των διαμαρτυριών της πλατείας Τιενανμέν, η Κίνα συνέχισε με τις οικονομικές μεταρρυθμίσεις του Ντενγκ. Το 1990, στη Σαγκάη ιδρύθηκε το πρώτο χρηματιστήριο της χώρας, ακολουθούμενο από ένα δεύτερο στη Shenzhen το ίδιο έτος. Επιπλέον, ένα διάταγμα του 1993 που εκδόθηκε από το Πεκίνο έθεσε τα θεμέλια για την Κίνα να οικοδομήσει τη λεγόμενη “σοσιαλιστική οικονομία της αγοράς“, η οποία παρέχει στις ιδιωτικές και κρατικές επιχειρήσεις ορισμένες ελευθερίες, αλλά με έντονη κυβερνητική παρέμβαση.
Ένας σημαντικός μοχλός πίσω από την οικονομική άνοδο της Κίνας ήταν ένα τεράστιο δίκτυο εργοστασίων που κατασκεύαζαν τα πάντα, από παιχνίδια μέχρι τα κινητά τηλέφωνα για την παγκόσμια αγορά, και οι αλυσίδες ανεφοδιασμού και υποδομών που αυτά απαιτούν.
Δεκαετία 2000: Η άνοδος μιας νέας δύναμης
Μετά από περισσότερο από 15 χρόνια διαπραγματεύσεων, η Κίνα εντάχθηκε στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου (ΠΟΕ) το 2001, ένα ουσιαστικό βήμα για την αξιοσημείωτη οικονομική και εμπορική ανάπτυξη της χώρας τις επόμενες δύο δεκαετίες. Εκτός από την καλύτερη πρόσβαση στις ξένες αγορές, η ένταξη στον ΠΟΕ διαβεβαίωσε τους διεθνείς επενδυτές ότι η Κίνα θα τηρήσει τους διεθνείς κανόνες – αν και οι ΗΠΑ και άλλα έθνη ισχυρίζονται τώρα ότι η Κίνα δεν εκπλήρωσε πάντα τις υποχρεώσεις της.
Το ΑΕΠ του Πεκίνου αυξήθηκε κατά 355% μεταξύ 2001 και 2010, γεγονός που την καθιστά μία από τις ταχύτερα αναπτυσσόμενες μεγάλες οικονομίες, σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα. Η Κίνα ξεπέρασε με επιτυχία την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση του 2008, κυρίως μέσω ενός τεράστιου προγράμματος δημοσίων επενδύσεων στις υποδομές, οδηγώντας στην κατασκευή χάλυβα σε ποσότητες τις οποίες ο Μάο δεν μπορούσε ούτε να ονειρευτεί.
2010-2019: Στροφή στην υψηλή τεχνολογία
Αυτή η περίοδος έφερε τον μετασχηματισμό της Κίνας από ένα “παγκόσμιο εργοστάσιο” σε έναν κόμβο καινοτομίας που έχει βοηθήσει στην ανάπτυξη μιας σειράς τεχνολογικών γιγάντων με παγκόσμια πλέον επιρροή. Αυτές περιλαμβάνουν τον κολοσσό του ηλεκτρονικού εμπορίου Alibaba, τον «αρχι-παίκτη» των τυχερών παιχνιδιών και της πλατφόρμας WeChat, Tencent, καθώς και τον κολοσσό Ant Financial. Μια ομάδα από ενθουσιώδεις κινεζικές νεοφυείς επιχειρήσεις εμφανίστηκαν επίσης εν μέσω του αυξημένου ενδιαφέροντος των επενδυτών να εντοπίσουν τον επόμενο μονόκερο. Ένα από αυτά είναι η ByteDance, μητρική εταιρία της εφαρμογής σύντομων βίντεο, TikTok. Η αξία της εκτιμάται σε περισσότερα από 75 δισεκατομμύρια δολάρια και έχει παγκόσμια παρουσία.
Ακόμη, το Πεκίνο κινεί τα νήματα στην παγκόσμια τεχνολογική καινοτομία του 5G μέσω εταιρειών όπως η Huawei, και καταλαμβάνει ολοένα και μεγαλύτερο κομμάτι της πίτας των ηλεκτρονικών, με εταιρείες όπως η Xiaomi και η Lenovo να αναπτύσσονται παγκόσμια. Η Κίνα έχει πάψει πλέον απλά να συναρμολογεί τις συσκευές που σχεδιάζουν οι κολοσσοί της Silicon Valley.
Άνοδος και της ανισότητας
Ωστόσο, η ανισότητα επίσης αυξήθηκε στην ασιατική χώρα. Σε μια σειρά από έρευνες του London School of Economics, ο Γάλλος οικονομολόγος Thomas Piketty και δύο συνάδελφοι του δήλωσαν: “Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις μας, το μερίδιο του εθνικού εισοδήματος που κατέχει το πλουσιότερο 10% του πληθυσμού αυξήθηκε από 27% το 1978 σε 41% το 2015, ενώ το μερίδιο που κατέχει το φτωχότερο 50% μειώθηκε από 27% σε 15%”. Πλέον, η εσωτερική ανάπτυξη με σκοπό την καταπολέμηση των κοινωνικών εντάσεων που γεννά η ανισότητα, φιγουράρει ολοένα και περισσότερο στις δηλώσεις των αξιωματούχων του Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας. Σηματοδοτώντας την ωρίμανση της χώρας και των προκλήσεων που αντιμετωπίζει.