Πώς ξεκίνησε το σκάνδαλο με τις φρεγάτες
- 27/10/2018, 09:17
- SHARE
Πρόκειται για ένα σκάνδαλο που κλόνισε τόσο τη Γαλλία όσο και άλλες χώρες -από τις Φιλιππίνες ως την Αργεντινή και την... Ελλάδα.
Η γαλλική εφημερίδα «Le Monde» προκάλεσε πάταγο τον Σεπτέμβριο του 2005 αποκαλύπτοντας το σκάνδαλο «Thales» -ενός γαλλικού κολοσσού στον τομέα της αεροναυτιλίας, των ηλεκτρονικών, των επικοινωνιών και του Διαστήματος, με δραστηριότητες σε 30 χώρες και με 55.000 εργαζόμενους και με ετήσιο τζίρο 10,3 δισεκατομμύρια ευρώ.
Ο πρώην διευθύνων σύμβουλος της Thales Engineering and Consulting (THEC- θυγατρική της Thales), Μισέλ Ζοσράν, έχει δώσει συνέντευξη στη Le Monde, αποκαλύπτοντας σειρά σκανδάλων της Thales. O Ζοσράν είχε απολυθεί τον Ιανουάριο του 2004 από την εταιρεία, κατηγορούμενος για δωροδοκία δημοτικών συμβούλων στην Νίκαια προκειμένου να αναλάβει η εταιρεία του το έργο του τραμ στην γαλλική αυτή πόλη. Ο δικαστής της Νίκαιας Κριστιάν Γκερί διέταξε έρευνα για το έργο του τραμ που ξεκίνησε το 2002 από την Thales. H έρευνα ήταν συντριπτική για την ηγεσία της Thales και ο δικαστής Γκερί εξέδωσε απόφαση, σύμφωνα με την οποία η εταιρεία είχε δώσει μίζες για να εξασφαλίσει την ανάληψη του έργου. Αντιμέτωπος με την ποινική δίωξη ο Ζοσράν αποφασίζει να μιλήσει. Σύμφωνα με τον ίδιο, η περίπτωση του τραμ της Νίκαιας είναι μόνο ένα μικρό παράδειγμα των πρακτικών που ισχύουν στο γιγάντιο τομέα της ηλεκτρονικής άμυνας.
Μάλιστα, ο Ζοσράν προφυλακίστηκε για τέσσερις μήνες, αν και μετά την απόλυσή του προσελήφθη στην EADS -ανταγωνίστρια εταιρεία της Thales.
Για να ελαφρύνει προφανώς τη θέση του, ο Ζοσράν υποχρεώθηκε να αποκαλύψει σειρά σκανδάλων, όταν η Γαλλική Υπηρεσία Οικονομικού Εγκλήματος εντόπισε πολλά εικονικά τιμολόγια και περίεργες διαδρομές χρημάτων σε λογαριασμούς offshore εταιρειών αλλά και σε αλλοδαπούς πολιτικούς. Ο Ζοσράν ομολόγησε ότι η εταιρεία του έδινε μίζες έως και 2% του ετήσιου τζίρου της για να εξασφαλίζει συμβόλαια τόσο στη Γαλλία όσο και σε άλλες χώρες -από τις Φιλιππίνες ως την Αργεντινή και την… Ελλάδα.
Εκατό συμβόλαια με μίζες στο εξωτερικό
Οι αποκαλύψεις του Μισέλ Ζοσράν προκάλεσαν την έναρξη προκαταρκτικής έρευνας από την εισαγγελία του Παρισιού, που ανέθεσε τον φάκελο στην εθνική Υπηρεσία Οικονομικού Εγκλήματος. Η μαραθώνια ανάκριση επί εβδομάδες του Ζοσράν έριξε άπλετο φως σε ένα πολυδαίδαλο σκάνδαλο. Όπως έγραψε η Le Monde τον Σεπτέμβριο του 2005, ο Ζοσράν αποκάλυψε ότι δόθηκαν μίζες για την εξασφάλιση περίπου 100 συμβολαίων στη Γαλλία και στο εξωτερικό. «Μίζες για αγορές λεωφορείων στο Μπορντό και στο Ρεινιόν, για εξοπλισμό νοσοκομείων στο Τουρ, αμυντικές συμβάσεις στην Ελλάδα, την Αργεντινή και την Ασία. Όλα είχαν γίνει με καταβολή δωροδοκίας» έγραφε η γαλλική εφημερίδα. Τεράστια ποσά από τα «μαύρα ταμεία» κατέληξαν σε λογαριασμό στο Γιβραλτάρ και άλλα χρήματα κατευθύνθηκαν σε λογαριασμό της Ελβετίας, αφού πρώτα πέρασαν από θυγατρική της «Thales» στο Καμερούν απ’ όπου εξεδόθη εικονικό τιμολόγιο για λιβανέζικη εταιρεία.
Ο Ζοσράν αποκάλυψε, ακόμη, απάτες με ευρωπαϊκά κονδύλια, υπεξαίρεση σε σχέση με τα προγράμματα αναπτυξιακής βοήθειας στην Καμπότζη και το Τόγκο -σύμφωνα με τον ίδιο μάλιστα η Thales είχε παραβιάσει το εμπάργκο του ΟΗΕ για να δώσει στρατιωτικό εξοπλισμό στον Σαντάμ Χουσεΐν.
Η Thales κατέθεσε τότε μήνυση κατά της Le Monde και του Ζοσράν για συκοφαντική δυσφήμηση. Το τμήμα επικοινωνιών της Thales επισήμανε ότι «οι κατηγορίες αυτές έγιναν από έναν πρώην επικεφαλής θυγατρικής της εταιρείας, ο οποίος απολύθηκε από τον όμιλο για παρατυπίες σε σύμβαση κατασκευής τού τραμ της Νίκαιας». Όπως έγραψε τότε η Liberation, «η υπόθεση Ζοσράν αναβίωσε αμέσως την παλιά εχθρότητα μεταξύ των δύο αμυντικών βιομηχανιών, της Thales με την EADS. Ο Ζοσράν είχε εγκαταλείψει την Thales τον Δεκέμβριο του 2004 και προσχώρησε στην EADS στις αρχές του 2005. Η ΕΑDS δεν τον απέλυσε μετά την αποφυλάκισή του, όμως ο Ζοσράν δηλώνει ότι η ΕΑDS του ζήτησε προ διμήνου να φύγει από τη Γαλλία, λέγοντας του ότι η παραμονή του στη χώρα είναι επικίνδυνη. Η συνέντευξη τού Ζοσράν στη Le Monde ανάγκασε πάντως και τους δύο έμπορους όπλων να αντιδράσουν υποβάλλοντας μήνυση για δυσφήμιση και οι δύο, καθώς υπονομευόταν το σύνολο της γαλλικής βιομηχανίας.
Η ελληνική διάσταση
Στις αρχές Οκτωβρίου 2005, η γαλλική Liberation δημοσιεύει αποσπάσματα της κατάθεσης Ζοσράν, ο οποίος κάνει λόγο για συμβόλαιο εκσυγχρονισμού των ελληνικών φρεγατών το διάστημα 2002-2003. Η Thales είχε χάσει τότε το συμβόλαιο για την ανάληψη της ασφάλειας των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004 που το πήρε αμερικανική εταιρία SΑΙΚ που πήρε τη μερίδα του λέοντος του συστήματος C-4-I.
Όπως ανέφερε στην κατάθεσή του ο Ζοσράν -σύμφωνα πάντα με τη Liberation-, «το 2002-2003 επισκέφθηκα την Ελλάδα πολλές φορές, οπότε και είχα συναντήσεις με τον πρόεδρο της Thales Ελλάδος, τον κύριο P. O πρόεδρος μού είπε ότι έπρεπε να προβλέψει προμήθεια ύψους 7-10% για τον Έλληνα υπουργό Άμυνας. Δυστυχώς, η αμερικανική εταιρεία, με την υποστήριξη του ίδιου του Ντικ Τσένι, εξασφάλισε το συμβόλαιο. Σύμφωνα με τον κ. P. χάσαμε το συμβόλαιο επειδή «ποτίσαμε» πολύ χαμηλά, ενώ οι Αμερικανοί «στόχευσαν» τον υπουργό Δημόσιας Τάξης και τον πρωθυπουργό. Στο προηγούμενο συμβόλαιο για φρεγάτες, είχε επιτευχθεί συμφωνία με τον ίδιο τον Έλληνα υπουργό Άμυνας».
Τον Νοέμβριο του 2002 το ΚΥΣΕΑ είχε αποφασίσει εξαγορές εξοπλιστικών προγραμμάτων συνολικού κόστους 2,1 δισ. ευρώ και ίσης αξίας αντισταθμιστικά. Ανάμεσα σ΄ αυτά ήταν τα ελικόπτερα «NH-90» και η αναβάθμιση 6 φρεγατών με συνεργασία των Ναυπηγείων Σκαραμαγκά και της Thales. Υπουργός Εθνικής Άμυνας ήταν τότε ο Γιάννος Παπαντωνίου που είχε διαδεχτεί τον Άκη Τσοχατζόπουλο.
Η εφημερίδα «Καθημερινή» και η Αριστέα Μπουγάτσου είχαν αποκαλύψει τότε ότι «ο τότε αρχηγός του ΓΕΝ Αντ. Αντωνιάδης, είχε στείλει τρισέλιδο non paper στον υπουργό με τίτλο: “Σκοπιμότης ναυπήγησης νέων φρεγατών αντί του εκσυγχρονισμού των 6 φρεγατών”».
Τα όσα γράφει ο αρχηγός του ΓΕΝ είναι καταλυτικά. Αναφέρει: «Με τα δεδομένα που προέκυψαν μετά τις πρόσφατες διαπραγματεύσεις πρέπει να θεωρηθεί ως επιχειρησιακά μη αποδεκτή και οικονομικά αρκετά δαπανηρή, για το αποδιδόμενο όφελος, λύση που δεν ικανοποιεί τις επιχειρησιακές απαιτήσεις του Π.Ν.».
Προηγουμένως ο κ. Αντωνιάδης χαρακτηρίζει το κόστος δυσανάλογα υψηλό (381,5 εκατ. ευρώ ή 130 δισ. δρχ.) σε σχέση με το αποτέλεσμα και επισημαίνει: «Έχει μεγάλη διάρκεια -79 μήνες από την υπογραφή της σύμβασης με αναμενόμενο πέρας στα τέλη του 2009- και δεν παρέχεται η ευκαιρία ικανοποιητικής απόσβεσης της επένδυσης στον υπόλοιπο επιχειρησιακό βίο των πλοίων, ο οποίος περιορίζεται δραστικά από την αναμενόμενη διακοπή μεταξύ 2012-2015 της υποστήριξης των K/B RIM 7M/P μέχρι διακοπής αυτού έως το 2017».
Και συνεχίζει: «H διεθνής πρακτική που ακολουθείται σε προγράμματα EMZ πλοίων περιορίζεται στον εκσυγχρονισμό- αντικατάσταση επιλεγμένων συστημάτων, ώστε αυτά να εξακολουθούν να υποστηρίζονται και να είναι λειτουργικά και αξιόπιστα για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο της εικοσαετίας. Στην περίπτωση του εκσυγχρονισμού των φρεγατών “S” περί το τέλος του προγράμματος (2009) τα πλοία θα διάγουν το 30ό έτος της ηλικίας τους και θα χαρακτηρίζονται από περιορισμένο υπόλοιπο επιχειρησιακό βίο».
Ο τότε αρχηγός του ΓΕΝ προτείνει εκσυγχρονισμό αξίας 25 δισ. δρχ., δίχως να αλλαχθούν τα επιχειρησιακά χαρακτηριστικά των φρεγατών, και καταλήγει ότι: «Επιμένοντας για εκσυγχρονισμό μέσης ζωής των “S” εισπράττεται από το Πολεμικό Ναυτικό ελάχιστη ωφέλεια έναντι μεγάλου κόστους. Για τον λόγο αυτό εκτιμάται ότι τα χρήματα του EMZ θα πρέπει να αποτελέσουν τη βάση για τη χρηματοδότηση ενός προγράμματος ναυπήγησης νέων φρεγατών».
Με τη διαφωνία, λοιπόν, του ΓΕΝ, που στη συνέχεια διεμβολίσθηκε, το ΚΥΣΕΑ αποφάσισε έναν πανάκριβο πλην μάταιο εκσυγχρονισμό.
Ποιος ωφελήθηκε;
Έτσι στις 12 Φεβρουαρίου 2003 υπεγράφη η σύμβαση 010B/03 για τον εκσυγχρονισμό μέσης ζωής 6 φρεγατών (συν 2 option) ύψους 381.578.580 ευρώ με την ελληνική συμμετοχή να ξεπερνά το 11,2% και το 88,8% να περνάει στη γαλλοολλανδική σύμπραξη, καθώς η Thales είχε εξαγοράσει τη Hollandse Signaalapparten.
Ο τότε υπουργός Άμυνας Γιάννος Παπαντωνίου, σε ανακοίνωση που εξέδωσε, έκανε λόγο για «σκευωρία που κατέρρευσε από το ίδιο το κείμενο της κατάθεσης τού καταγγέλλοντος και κατηγορούμενου Ζοσράν», και για «συκοφαντία από ένα πρώην υπάλληλο που κατηγορείται για διαφθορά» και είπε ότι έχει «ζητήσει από ένα πολύ γνωστό γαλλικό δικηγορικό γραφείο να προχωρήσει αμέσως σε όλα τα νόμιμα ένδικα μέσα για να προστατεύσει την αλήθεια και το πρόσωπό μου».