Πόσα κατάφεραν να βάλουν στην άκρη τα ελληνικά νοικοκυριά το 9μηνο του 2021
- 10/02/2022, 08:46
- SHARE
Μόλις το 3,1% του διαθέσιμου εισοδήματός τους αποταμίευσαν τα νοικοκυριά στο 9μηνο Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου 2021, με το υπόλοιπο να οδηγείται στην κατανάλωση, σύμφωνα με το εβδομαδιαίο δελτίο της Eurobank «7 Ημέρες Οικονομία». Ωστόσο ο ρυθμός αποταμίευσης στην Ελλάδα να παραμένει ένας από τους χαμηλότερους στην ΕΕ των 27.
Όπως ανέφερε σε προηγούμενη έκθεση της η Τράπεζα, το διαθέσιμο εισόδημα των ελληνικών νοικοκυριών στο επίμαχο διάστημα ανήλθε στα 94,9 δισ. ευρώ σε τρέχουσες τιμές, καταγράφοντας άνοδο κατά 3,5 δισ. ευρώ ή 3,9% σε σύγκριση με το 9μηνο Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου 2019 (5,2 δισ. ευρώ ή 5,8% σε σύγκριση με το 9μηνο Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου 2020).
Αναλυτικότερα ο ρυθμός αποταμίευσης των νοικοκυριών το 2020 και το 2021 βελτιώθηκε σε σύγκριση με τα προηγούμενα χρόνια, περίοδο κατά την οποία η κατανάλωση ήταν υψηλότερη από το διαθέσιμο εισόδημα.
Αναλυτικά, διαμορφώθηκε στα 2,9 δισεκ. Ευρώ από 3,1 δισεκ. Ευρώ το 9μηνο Ιανουαρίου – Σεπτεμβρίου 2020 (3,5% του διαθέσιμου εισοδήματος) και – 2,2 δισ. ευρώ το 9μηνο Ιανουαρίου – Σεπτεμβρίου 2019 (-2,5% του διαθέσιμου εισοδήματος).
Η εικόνα στην ΕΕ
Παρά ταύτα, παρέμεινε από τους χαμηλότερους ανάμεσα στα κράτη μέλη της ΕΕ-27. Επί παραδείγματι, σε χώρες του Νότου όπως η Ιταλία, η Ισπανία και η Πορτογαλία, ο ρυθμός αποταμίευσης των νοικοκυριών ως ποσοστό του διαθέσιμου εισοδήματος ήταν στο 13,7%, 10,6% και 9,3% αντίστοιχα, ενώ στην Ευρωζώνη στο 18,5%.
Επιπρόσθετα, η ενίσχυση του ρυθμού αποταμίευσης των νοικοκυριών στην Ελλάδα, όπως και στα περισσότερα κράτη μέλη της Ευρωζώνης, στηρίχτηκε κυρίως στον συνδυασμό δύο προσωρινών παραγόντων, όπως τα lockdown και τα μέτρα στήριξης. H συσσώρευση πόρων για σκοπούς προφύλαξης έναντι πιθανών απωλειών εισοδήματος (π.χ. προσδοκίες για μείωση μισθών ή αυξημένων υποχρεώσεων στο κράτος όταν επανέλθει η δημοσιονομική πειθαρχία, με τον τελευταίο παράγοντα να εδράζεται στο γνωστό θεώρημα της ρικαρδιανής ισοδυναμίας) είχε σχετικά μικρότερο μερίδιο στην αύξηση της αποταμίευσης.
Πέραν των αποταμιευτικών ροών των 2,9 δισ. ευρώ στο 9μηνο Ιανουαρίου – Σεπτεμβρίου 2021, τα νοικοκυριά στην Ελλάδα έλαβαν καθαρές μεταβιβάσεις κεφαλαίου ύψους 1,1 δισεκ. ευρώ (επιχορηγήσεις επενδύσεων και λοιπών μεταβιβάσεων), συγκεντρώνοντας πόρους της τάξης των 4,1 δισ. ευρώ για να χρηματοδοτήσουν τις επενδύσεις τους και τη διαφορά ανάμεσα στις αγορές και τις πωλήσεις μη χρηματοπιστωτικών μη παραχθέντων περιουσιακών στοιχείων.
Το σύνολο των επενδύσεών τους ανήλθε στα 3,4 δισ. ευρώ (2,9 δισ. ευρώ πάγια και 0,4 δισ. ευρώ μεταβολή αποθεμάτων), ενώ η διαφορά ανάμεσα στις αγορές και τις πωλήσεις μη χρηματοπιστωτικών μη παραχθέντων περιουσιακών στοιχείων ήταν αρνητική στα 0,1 δισ. ευρώ.
Ως εκ τούτου, οι αποταμιευτικές ροές μαζί με τις μεταβιβάσεις κεφαλαίου ήταν υψηλότερες από τις επενδύσεις, με αποτέλεσμα τα νοικοκυριά στην Ελλάδα για 2η συνεχή χρονιά να συσσωρεύσουν καθαρούς πόρους προς απόκτηση χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων και αποπληρωμής δανείων (0,8 δισεκ. Ευρώ στο 9μηνο Ιανουαρίου – Σεπτεμβρίου 2021 και 1,5 δισ. ευρώ στο 9μηνο Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου 2020). Το εν λόγω αποτέλεσμα εδράζεται στις έκτακτες συνθήκες που δημιούργησε η πανδημία και στην υψηλή δημοσιονομική παρέμβαση.
Τέλος, στο σύνολο της οικονομίας, η αποταμίευση διαμορφώθηκε στα 15,3 δισεκ. Ευρώ ή 11,3% του ΑΕΠ και οι καθαρές μεταβιβάσεις κεφαλαίου ανήλθαν στα 2,2 δισεκ. Ευρώ ή 1,6% του ΑΕΠ (Ιανουάριος-Σεπτέμβριος 2021). Οι επενδύσεις ήταν της τάξης των 23,3 δισ. ευρώ ή 17,2% του ΑΕΠ στο 9μηνο Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου 2021, με το εν λόγω μέγεθος να μην συνιστά πρόβλεψη για το σύνολο του έτους (16,5 δισεκ. ευρώ πάγια + 6,8 δισ. ευρώ μεταβολή αποθεμάτων).
Βάσει των παραπάνω μεγεθών απαιτήθηκε καθαρή λήψη δανείων από το εξωτερικό της τάξης των 6,1 δισ. ευρώ ή 4,5% του ΑΕΠ για να καλυφθεί το προαναφερθέν κενό. Όπως έχουμε αναφέρει σε παλαιότερα τεύχη του δελτίου 7 Ημέρες Οικονομία, για την αποφυγή υψηλών και παρατεταμένων ελλειμμάτων στο εξωτερικό ισοζύγιο, η αναμενομένη ενίσχυση του ΑΕΠ και των επενδύσεων τα επόμενα χρόνια θα πρέπει να συνοδευτεί από αύξηση των αποταμιεύσεων.