Πόσοι είναι οι Έλληνες διευθυντές σε βρετανικές επιχειρήσεις
- 29/06/2018, 16:30
- SHARE
Μελέτη του γραφείου Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων της ελληνικής πρεσβείας στο Λονδίνο, καταγράφει τα δεδομένα μεταξύ 2009-2018.
Ποσοστό άνω του 80% των διευθυντών που καταγράφονται στο μητρώο εταιρειών του Ηνωμένου Βασιλείου ως Έλληνες αντιστοιχούν σε εταιρείες που έχουν συσταθεί μετά το 2009, ενώ μόλις περίπου το 1/3 του συνόλου των διευθυντών ελληνικής καταγωγής καταγράφονται ως Έλληνες. Αυτό οφείλεται κυρίως στην υψηλή εκπροσώπηση Ελληνοκυπρίων που έχουν αποκτήσει τη βρετανική υπηκοότητα και καταγράφονται ως Βρετανοί, σύμφωνα με όσα αναφέρονται στην ποσοτική μελέτη του γραφείου Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων της ελληνικής πρεσβείας στο Λονδίνο, σχετικά με την ίδρυση βρετανικών επιχειρήσεων από Έλληνες μεταξύ 2009-2018.
Όπως αναφέρεται σχετικά, η δημοσίως διαθέσιμη βάση δεδομένων του μητρώου εταιρειών του Ηνωμένου Βασιλείου (Companies House) δεν παρέχει τη δυνατότητα αναζήτησης διευθυντών εταιρειών βάσει εθνικότητας. Όμως, με τη χρησιμοποίηση συνδυαστικών μεθόδων, εκτιμάται – με μικρό περιθώριο λάθους – ότι, διαχρονικά οι εταιρείες (ενεργές και μη) που είχαν/έχουν διευθυντή ελληνικής υπηκοότητας ή ελληνικής καταγωγής ανέρχονται σε περίπου 84.000, ενώ 70.000 Έλληνες διευθυντές εμφανίζεται να κατέχουν/κατείχαν 118.000 θέσεις διευθυντών (αυτό συμβαίνει διότι μια εταιρεία μπορεί να έχει πάνω από ένα διευθυντή και κάποιος να διατηρεί θέση διευθυντή σε πάνω από μια εταιρεία).
Περίπου 33.000 εταιρείες και 32.000 διευθυντές είναι ενεργοί και εξ αυτών, περίπου 10.000 είναι ελληνικής υπηκοότητας (Greek), ενώ οι υπόλοιποι εμφανίζονται ως Βρετανοί (περίπου 15.500), Κύπριοι (περίπου 3.000) και άλλων υπηκοοτήτων. Την περίοδο αναφοράς 2009-2018, οι ιδρυθείσες εταιρείες (ενεργές και μη) που είχαν/έχουν διευθυντή ελληνικής υπηκοότητας ή ελληνικής καταγωγής ανέρχονται σε περίπου 38.000, ενώ 35.000 Έλληνες διευθυντές εμφανίζεται να κατέχουν/κατείχαν 46.500 θέσεις διευθυντών. Περίπου 23.000 εταιρείες και 22.500 διευθυντές είναι ενεργοί και εξ αυτών, περίπου 8.200 είναι ελληνικής υπηκοότητας (Greek), ενώ οι υπόλοιποι εμφανίζονται ως Βρετανοί, Κύπριοι και άλλων υπηκοοτήτων.
Σημειώνεται, στη μελέτη, ότι ο διευθυντής εταιρείας (Company Director) δεν ταυτίζεται πάντα με τον ιδιοκτήτη της. Δηλαδή, ένας Έλληνας μπορεί να κατέχει θέση διευθυντή σε μια πολυεθνική εταιρεία, αλλά οι περιπτώσεις αυτές είναι σχετικά περιορισμένες, δεδομένου του συνόλου των εταιρειών, και για τη διευκόλυνση της παρουσίασης, οι περιπτώσεις αυτές συμπεριλαμβάνονται στις εταιρείες ελληνικών συμφερόντων. Στους διευθυντές, περιλαμβάνονται Έλληνες, Κύπριοι, Βρετανοί υπήκοοι με ελληνικά ονόματα, καθώς και υπήκοοι άλλων κρατών με ελληνικό όνομα. Υπάρχουν, επίσης, περιπτώσεις διευθυντών με ελληνικά ονόματα που δεν δηλώνουν εθνικότητα. Στον κατάλογο, επίσης, περιλαμβάνονται και διευθυντές που δηλώνουν ως τόπο διαμονής Ελλάδα ή Κύπρο, αλλά είναι άλλης εθνικότητας.
Ανάλυση ανά έτος
Κατά τη διάρκεια της περιόδου αναφοράς και μέχρι το 2016, παρατηρείται μια σταθερή αύξηση της σύστασης εταιρειών με διευθυντές ελληνικής καταγωγής. Η τάση αυτή ακολουθεί τη γενικότερη τάση αύξησης της ίδρυσης εταιρειών στο ΗΒ, με ρυθμό, όμως, υψηλότερο από το μέσο όρο, ιδίως για διευθυντές ελληνικής υπηκοότητας. Ενδεικτικά, ο αριθμός των εταιρειών με διευθυντές ελληνικής υπηκοότητας που συστάθηκαν το 2016 ήταν σχεδόν τετραπλάσιος του αντίστοιχου του 2009.
Οι πέντε σημαντικότεροι κλάδοι επί του συνόλου είναι ο κλάδος επαγγελματικών, επιστημονικών και τεχνικών δραστηριοτήτων (κυρίως δραστηριότητες παροχής συμβουλών διαχείρισης και επιχειρηματικών συμβουλών), ο κλάδος διοικητικών και υποστηρικτικών δραστηριοτήτων (κυρίως δραστηριότητες παροχής υπηρεσιών προς επιχειρήσεις), ο κλάδος ενημέρωσης και επικοινωνίας (κυρίως δραστηριότητες προγραμματισμού υπολογισμού και παροχής συναφών συμβουλών), ο κλάδος χονδρικού και λιανικού εμπορίου και ο κλάδος διαχείρισης ακίνητης περιουσίας. Ειδικότερα για τους διευθυντές με ελληνική υπηκοότητα, σε αναλογικά υψηλότερη θέση βρίσκεται ο κλάδος που σχετίζεται με την ανθρώπινη υγεία (κυρίως ιατρικές δραστηριότητες), γεγονός συνδεόμενο με την ευρεία μετοίκηση Ελλήνων ιατρών στο ΗΒ.
Από την παράθεση των στοιχείων, συμπεραίνεται ότι η παροχή υπηρεσιών, κυρίως υψηλής προστιθέμενης αξίας, είτε προς επιχειρήσεις είτε προς καταναλωτές, είναι η κυρίαρχη μορφή δραστηριοποίησης, ενώ ενδιαφέρον στοιχείο αποτελεί η πληθώρα δραστηριοποιούμενων στον κλάδο τεχνολογιών και πληροφορικής. Επίσης, αν συνδυαστούν διάφοροι κωδικοί δραστηριότητας (π.χ. κατασκευές και αρχιτεκτονικές υπηρεσίες), ο αριθμός των εταιρειών που σχετίζεται με τον τομέα των κατασκευών είναι, επίσης, σημαντικός. Η μέση ηλικία των διευθυντών ελληνικής καταγωγής είναι τα 45 έτη, ενώ αντίστοιχη είναι εκείνων με ελληνική υπηκοότητα (43 έτη).
Ανάλυση σε τοπικό επίπεδο
Αναφορικά με την καταγραφόμενη ως έδρα της επιχείρησης, το Λονδίνο διατηρεί τη μερίδα του λέοντος με το 56% των εταιρειών με ελληνικής υπηκοότητας διευθυντές και το 53% επί του συνόλου των εταιρειών. Σχετική διαφοροποίηση παρουσιάζεται στις επόμενες θέσεις, καθώς, εάν ληφθούν υπόψη μόνο οι ελληνικής υπηκοότητας, έπεται η περιοχή της Νότιας Αγγλίας και η Ανατολική Αγγλία, ενώ στο σύνολο, έπεται η Ανατολική και Νοτιοανατολική Αγγλία, καθώς εκεί παρατηρείται και υψηλή πυκνότητα ελληνοκυπριακού πληθυσμού.
Εντός Λονδίνου, μεγαλύτερη συγκέντρωση ίδρυσης εταιρειών παρατηρείται σε περιοχές με εγκατεστημένους από το παρελθόν ελληνικούς πληθυσμούς, όπως στο Βόρειο Λονδίνο (κυρίως περιοχές Enfield και Barnet) και στο Δυτικό Λονδίνο (Westminster), ενώ ιδιαίτερο δυναμισμό εμφανίζει και η περιοχή του Camden. Εάν ληφθούν υπόψη μόνο οι ελληνικής υπηκοότητας, οι περιοχές εναλλάσσονται μόνο αναφορικά με τη θέση κατάταξης.Εκτός Λονδίνου, στις πόλεις με σημαντικό αριθμό εταιρειών με Έλληνες διευθυντές συγκαταλέγονται το Birmingham, δεύτερη σημαντικότερη σε πληθυσμό πόλη του ΗΒ, το Hertsmere (Potter’s Bar), το Brighton, το Manchester και το Liverpool.
Όσον αφορά στις εταιρείες με ελληνικής υπηκοότητας διευθυντές, ξεχωρίζουν πέραν των ανωτέρω, το Bristol και το Εδιμβούργο. Η συντριπτική πλειοψηφία των διευθυντών αναφέρουν ως τόπο διαμονής τους το ΗΒ. Υπάρχει, επίσης, ένα ποσοστό διευθυντών που αναφέρουν ως τόπο διαμονής την Ελλάδα και την Κύπρο. Στην περίπτωση των διευθυντών ελληνικής υπηκοότητας, περίπου το 1/4 αναφέρει ως χώρα διαμονής την Ελλάδα. Οι περιπτώσεις αυτές συνήθως αφορούν εταιρείες είτε με διεθνή παρουσία είτε κυρίως εταιρείες που έχουν συσταθεί από λογιστικά γραφεία του ΗΒ ή πρακτορεία ίδρυσης εταιρειών (company formation agents), για λογαριασμό των διευθυντών τους, χωρίς να υπάρχει, ταυτόχρονα, μετοίκηση του διευθυντή στο ΗΒ. Τα γραφεία αυτά λειτουργούν ως «εικονικές έδρες εταιρειών» (virtual offices) και παρέχουν ένα ευρύ φάσμα υπηρεσιών (λογιστικές, συγκέντρωσης εταιρικής αλληλογραφίας κλπ).
Η επιχειρηματική δραστηριότητα Ελλήνων στο ΗΒ, παρότι συνεχής από τις αρχές του 19ου αιώνα, παραμένει σταθερή ως προς τον αριθμό και τους τομείς δραστηριότητας, μέχρι τις αρχές του 21ου αιώνα. Με την έναρξη της οικονομικής κρίσης (2009) και μέχρι τις αρχές του 2018 ο αριθμός των εταιρειών με Έλληνες διευθυντές περίπου τετραπλασιάζεται, 11 ακολουθώντας το ρυθμό αύξησης της έλευσης και εγκατάστασης στο ΗΒ, Ελλήνων εργαζομένων, όπως αυτός αποτυπώνεται από τα επίσημα στοιχεία έκδοσης Αριθμού Κοινωνικής Ασφάλισης (ΝΙΝ) σε Έλληνες πολίτες αλλά και την ευρύτερη τάση ίδρυσης εταιρειών στο ΗΒ.
Πέραν του αριθμού, σημαντικό στοιχείο αποτελεί η διαφοροποίηση των κλάδων δραστηριότητας, την περίοδο αυτή. Ενώ μέχρι τις αρχές της χιλιετίας, κυρίαρχοι κλάδοι δραστηριοποίησης είναι αυτοί της ναυτιλίας και των υπηρεσιών προς επιχειρήσεις (νομικές και λογιστικές υπηρεσίες), μετά το 2009, παρότι οι δύο προηγούμενοι παραμένουν σταθεροί, καταγράφεται σημαντική δραστηριοποίηση σε αυτούς των υπηρεσιών υψηλής προστιθέμενης αξίας, της τεχνολογίας και των κατασκευών. Το Λονδίνο και η ευρύτερη περιοχή του συγκεντρώνει διαχρονικά το υψηλότερο ποσοστό των δραστηριοποιούμενων Ελλήνων. Η ελαφρά κάμψη που καταγράφεται στην έλευση Ελλήνων στο ΗΒ, κατά το 2017 και το α΄ τρίμηνο 2018, αποτυπώνεται και στα στοιχεία του Companies House. Ερώτημα, προς το παρόν, αποτελεί αν η γενικότερη τάση μείωσης του αριθμού των προερχομένων από την ΕΕ πολιτών (συμπεριλαμβανομένων και των Ελλήνων), λόγω της Εξόδου της χώρας από την ΕΕ, θα επηρεάσει και την αντίστοιχη δραστηριοποίηση των Ελλήνων στον επιχειρηματικό τομέα ή η Έξοδος θα αποτελέσει παράγοντα αύξησης της δραστηριοποίησης αυτής, λόγω των ευκαιριών που μπορεί να προσφέρει.
Η επιχειρηματική δραστηριοποίηση Ελλήνων στο Ηνωμένο Βασίλειο δεν αποτελεί νέο φαινόμενο, καθώς ήδη από το 19ο αιώνα, εμπορικοί οίκοι Ελλήνων της Διασποράς, καθώς και Έλληνες πλοιοκτήτες εγκαταστάθηκαν στα μεγάλα εμπορικά κέντρα του ΗΒ (Λονδίνο, Κάρντιφ, Μάντσεστερ, Λίβερπουλ) και δραστηριοποιήθηκαν επιτυχώς στο εμπόριο σιτηρών, υφασμάτων και άλλων εμπορευμάτων, καθώς και τη ναυτιλία.
Η επιχειρηματική δραστηριότητα των Ελλήνων εμπόρων και πλοιοκτητών αναπτύχθηκε περαιτέρω τον 20ο αιώνα με επιταχυνόμενο ρυθμό, καθώς το Λονδίνο εξελίχθηκε σε ναυλομεσιτικό και χρηματοοικονομικό κέντρο. Οι ανωτέρω δραστηριότητες, καίτοι μεγάλης οικονομικής σημασίας, ήταν περιορισμένες αριθμητικά και αφορούσαν μικρό αριθμό Ελλήνων. Η σταδιακή μετανάστευση Ελληνοκυπρίων, ήδη από τη δεκαετία του 1930 και με ταχύτερους ρυθμούς τις δεκαετίες 1950-1970 προς το ΗΒ ενισχύει σημαντικά την ελληνική επιχειρηματική παρουσία στο ΗΒ και διευρύνει το πεδίο των κλάδων δραστηριοποίησης τους, καθώς η ελληνοκυπριακή κοινότητα αποκτά στέρεες ρίζες στη χώρα και ενσωματώνεται σταδιακά στη βρετανική κοινωνία.
Το τρίτο κύμα ανάπτυξης ελληνικής επιχειρηματικής δράσης, στο οποίο θα επικεντρωθεί η παρούσα αναφορά, είναι απότοκο της οικονομικής κρίσης από το 2009 και έπειτα, η οποία οδήγησε σημαντικό αριθμό Ελλήνων να μεταναστεύσουν στο ΗΒ για αναζήτηση εργασίας ή ανάπτυξη επιχειρηματικής δράσης. Σύμφωνα με τα στοιχεία του μητρώου εταιρειών του Ηνωμένου Βασιλείου (Companies House), η δραστηριοποίηση αυτή είναι ευρεία, όσον αφορά τους κλάδους δραστηριοποίησης, και διαφοροποιημένη, όσον αφορά τη μέθοδο δραστηριοποίησης.
Παρότι το κυρίαρχο μοντέλο είναι η μετάβαση και παραμονή στο ΗΒ και η επιτόπια δραστηριοποίηση, εντοπίζονται και άλλες μορφές, όπως π.χ. η ίδρυση μέσω ενδιάμεσου βρετανικής εταιρείας, για φορολογικούς ή άλλους λόγους, και παραμονή του ιδρυτή στην Ελλάδα. Λόγω του σύντομου χρονικού διαστήματος που έχει παρέλθει, οποιαδήποτε αποτίμηση της επιχειρηματικής δραστηριοποίησης του τρίτου κύματος Ελλήνων θα ήταν μάλλον παρακινδυνευμένη. Η παρούσα μελέτη επικεντρώνεται στην ποσοτική ανάλυση των δεκάδων χιλιάδων εταιρειών που ιδρύθηκαν την τελευταία δεκαετία, αποτυπώνοντας το δυναμισμό, αλλά, ταυτόχρονα, και την έκταση του «brain drain» λόγω της οικονομικής κατάστασης στην Ελλάδα.