Πόσο καλά είμαστε προετοιμασμένοι για τα «κύματα» της αυτοματοποίησης στην εργασία;
- 09/03/2018, 20:10
- SHARE
Η PwC ερευνά και αναλύει τα δεδομένα που θα επικρατήσουν στον εργασιακό χώρο τις επόμενες δεκαετίες. Ποια είναι τα στοιχεία για την Ελλάδα.
Ζούμε την εποχή μιας πορείας προς την πλήρη αυτοματοποίηση πολλών εργασιακών κλάδων στους οποίους ο ανθρώπινος παράγοντας τείνει να βγει από το προσκήνιο. Κλάδοι όπως οι μεταφορές και η μεταποίηση έχουν ήδη δώσει το στίγμα της μετάβασης στη νέα εποχή, και η επιλογή της μετεκπαίδευσης και της εκ νέου κατάρτισης των εργαζόμενων αποτελεί πλέον μονόδρομο.
Αυτό είναι και το βασικό συμπέρασμα της παγκόσμιας έρευνας της PwC στην οποία εξετάζονται και αναλύονται με εξειδικευμένα εργαλεία τα τρία λεγόμενα «κύματα» της αυτοματοποίησης στην εργασία ως τα μέσα της δεκαετίας του 2030: το κύμα των Αλγορίθμων, της Επαύξησης και της Αυτονομίας.
Στην έρευνα εξετάστηκαν τα καθήκοντα και οι δεξιότητες περισσότερων από 200.000 εργαζομένων σε 29 χώρες, με στόχο την διερεύνηση της πιθανής επίδρασης της αυτοματοποίησης σε διαφορετικούς κλάδους, φύλα, ηλικία και μορφωτικό επίπεδο.
Ποια είναι τα τρία κύματα
Το κύμα των Αλγορίθμων βρίσκεται ήδη σε εξέλιξη και περιλαμβάνει την αυτοματοποίηση της ανάλυσης δομημένων δεδομένων, καθώς και απλά ψηφιακά καθήκοντα όπως είναι η αξιολόγηση της πιστοληπτικής ικανότητας. Αυτό το κύμα είναι πιθανό να ωριμάσει στις αρχές της δεκαετίας του 2020.
Το κύμα της Επαύξησης έχει επίσης ξεκινήσει, αλλά αναμένεται να ωριμάσει πλήρως αργότερα στη δεκαετία του 2020. Το κύμα αυτό επικεντρώνεται στην αυτοματοποίηση επαναλαμβανόμενων καθηκόντων και στην ανταλλαγή πληροφοριών, καθώς και στις εξελίξεις στα εναέρια drones, τα ρομπότ αποθηκών και τα ημι-αυτοκινούμενα οχήματα.
Στο τρίτο κύμα, της Αυτονομίας, που αναμένεται να ωριμάσει έως τα μέσα της δεκαετίας του 2030, η τεχνητή νοημοσύνη (ΑΙ) θα καθιστά ολοένα πιο δυνατές την ανάλυση δεδομένων από πολλαπλές πηγές, τη λήψη αποφάσεων και τη λήψη φυσικών δράσεων με ελάχιστη ή καμία ανθρώπινη συμβολή. Σε αυτό το στάδιο, για παράδειγμα, είναι πιθανό να διευρυνθεί η χρήση των αμιγώς αυτοκινούμενων οχημάτων σε ολόκληρο το φάσμα της οικονομίας.
Ποσοστά θέσεων εργασίας που είναι πιθανό να επηρεαστούν από τα τρία κύματα
Κύμα | Σωρευτικό % θέσεων εργασίας που επηρεάζονται από την αυτοματοποίηση | % γυναικών που πιθανόν επηρεάζονται | % ανδρών που πιθανόν επηρεάζονται |
Κύμα Αλγορίθμων – έως αρχές δεκαετίας 2020 | 3% | 4% | 2% |
Κύμα Επαύξησης – έως τέλη δεκαετίας 2020 | 19% | 23% | 16% |
Κύμα Αυτονομίας – έως μέσα δεκαετίας 2030 | 30% | 26% | 34% |
Πηγή: Η PwC υπολογίζει τις μέσες τιμές μεταξύ 29 χωρών με βάση την ανάλυση δεδομένων του προγράμματος PIAAC του ΟΟΣΑ
Δυνητικές επιπτώσεις ανά χώρα
Η εκτιμώμενη αναλογία των υφιστάμενων θέσεων εργασίας με δυνητικά υψηλά ποσοστά αυτοματοποίησης έως τα μέσα της δεκαετίας του 2030 διαφέρει σημαντικά ανά χώρα.
Σε ορισμένες οικονομίες της Ανατολικής Ασίας και της Σκανδιναβίας με υψηλό μορφωτικό επίπεδο, αυτά τα εκτιμώμενα ποσοστά δεν υπερβαίνουν το 20-25%, έναντι 40% σε οικονομίες της Ανατολικής Ευρώπης όπου η βιομηχανική παραγωγή – η οποία τείνει να αυτοματοποιείται ευκολότερα – εξακολουθεί να αναλογεί σε σχετικά μεγάλο ποσοστό επί της συνολικής απασχόλησης.
Χώρες όπως η Βρετανία και οι ΗΠΑ, στις οποίες η οικονομική δραστηριότητα βασίζεται στην παροχή υπηρεσιών, με αρκετούς εργαζόμενους χαμηλού επιπέδου κατάρτισης, τείνουν να παρουσιάζουν μεσαία επίπεδα δυνητικής αυτοματοποίησης.
Πιθανές επιπτώσεις ανά κλάδο σε παγκόσμιο επίπεδο
Το ποσοστό των υφιστάμενων θέσεων εργασίας με υψηλότερα ποσοστά δυνητικής αυτοματοποίησης έως τα μέσα της δεκαετίας του 2030, διαφοροποιείται σημαντικά ανά κλάδο και κυμαίνεται από μόλις 8% στον εκπαιδευτικό τομέα έως 52% στον κλάδο μεταφορών και αποθήκευσης, μεταξύ των χωρών που συμμετείχαν στην έρευνα.
Οι μεταφορές ξεχωρίζουν, καθώς αποτελούν έναν κλάδο με ιδιαίτερα υψηλά ποσοστά δυνητικής αυτοματοποίησης μακροπρόθεσμα, καθώς η χρήση αυτό-οδηγούμενων οχημάτων διευρύνεται. Ωστόσο, η τάση αυτή θα γίνει περισσότερο αισθητή στο τρίτο κύμα της Αυτονομίας. Βραχυπρόθεσμα, κλάδοι όπως οι χρηματοοικονομικές υπηρεσίες όπου οι αλγόριθμοι θα υπερκεράσουν τον άνθρωπο σε επίπεδο επιδόσεων σε ένα ευρύ φάσμα καθηκόντων, μεταξύ των οποίων και η απλή ανάλυση δεδομένων, φαίνεται να είναι περισσότερο εκτεθειμένοι.
Πόσο θα επηρεαστεί η Ελλάδα
Σύμφωνα με τα στοιχεία της έρευνα, η χώρα μας δεν ξεφεύγει από τον παγκόσμιο μέσο όρο. Το συνολικό ποσοστό των αυτοματοποιημένων θέσεων εργασίας ως τις αρχές της δεκαετίας του 2020 δεν ξεπερνά το 2%. Τα πράγματα δείχνουν να αλλάζουν από τα τέλη της ίδιας δεκαετίας. Το ποσοστό των πιθανών αυτοματοποιημένων θέσεων εργασίας ανεβαίνει στο 13%, ενώ εξετάζοντας επί μέρους κλάδους τα ευρήματα είναι ακόμη πιο χρήσιμα. Στη βιομηχανία, τις πωλήσεις και το εμπόριο το συγκεκριμένο ποσοστό ανεβαίνει στο 15%, στις κατασκευές κινείται στο 6% ενώ στην εκπαίδευση παραμένει μόλις 3%.
Η μεγάλη αλλαγή φαίνεται να έρχεται από τα μέσα της δεκαετίας του 2030. Το συνολικό ποσοστό των θέσεων εργασίας που αναμένεται να αυτοματοποιηθούν εκτινάσσεται στο 23%. Μάλιστα, όσον αφορά το μορφωτικό επίπεδο, όσοι εργαζόμενοι ανήκουν στην κατηγορία της μέσης εκπαίδευσης αναμένεται να δουν το 30% των θέσεων εργασίας τους να εμπίπτει στη σφαίρα επιρροής των τριών «κυμάτων». Στους επί μέρους κλάδους, η βιομηχανία στην Ελλάδα αναμένεται να δει το 35% των θέσεων εργασίας να αλλάζει, ενώ σε κατασκευές και εμπόριο τα ποσοστά διαμορφώνονται σε 26% και 23% αντίστοιχα. Η εκπαίδευση δείχνει να μην επηρεάζεται καθόλου, παραμένοντας σταθερή στο 3%.
Πιθανές επιπτώσεις βάσει φύλου, ηλικίας και εκπαίδευσης
Η ανάλυσή μας αναδεικνύει, επίσης, τις σημαντικές διαφοροποιήσεις που εντοπίζονται ανά τύπο εργαζομένων, οι οποίες αλλάζουν στα τρία κύματα αυτοματοποίησης (βλ. διάγραμμα παρακάτω). Οι μεγαλύτερες αποκλίσεις εντοπίζονται στο μορφωτικό επίπεδο, καθώς οι εργαζόμενοι με υψηλό μορφωτικό επίπεδο – πτυχιούχοι και άνω – παρουσιάζουν κατά μέσο όρο πολύ μικρότερη έκθεση από εκείνους με χαμηλό έως μέσο μορφωτικό επίπεδο.
Μακροπρόθεσμα, οι εργαζόμενοι με χαμηλότερο μορφωτικό επίπεδο αναμένεται να εκτεθούν σημαντικά στους κινδύνους της αυτοματοποίησης, κάτι που αναδεικνύει την ανάγκη για μεγαλύτερη στροφή στη δια βίου μάθηση και την επανεκπαίδευση.
Οι εργαζόμενοι με υψηλότερο μορφωτικό επίπεδο έχουν συνήθως μεγαλύτερες δυνατότητες προσαρμοστικότητας στις τεχνολογικές αλλαγές, όπως για παράδειγμα στις υψηλόβαθμες διοικητικές θέσεις όπου η ανθρώπινη κρίση θα παραμείνει σημαντική, καθώς και στους ρόλους σχεδίασης και επίβλεψης των συστημάτων που βασίζονται στην τεχνητή νοημοσύνη. Οι εργαζόμενοι αυτοί, θα δουν τις αποδοχές τους να αυξάνονται χάρη στην αύξηση της παραγωγικότητας που θα επιφέρουν αυτές οι νέες τεχνολογίες.
Σε επίπεδο ηλικιακών ομάδων, παρατηρούνται μικρότερες αποκλίσεις, παρότι ένα ποσοστό των πιο ηλικιωμένων εργαζομένων θα δυσκολευτεί να προσαρμοστεί και να καταρτιστεί εκ νέου σε σύγκριση με τους νεότερους. Καθώς προχωράμε στο τρίτο κύμα αυτοματοποίησης, την Αυτονομία, αυτό μπορεί να γίνει πιο αισθητό στους άντρες με χαμηλότερο μορφωτικό επίπεδο και συγκεκριμένα σε τομείς όπως τα αυτοκινούμενα οχήματα και άλλα χειρωνακτικά επαγγέλματα όπου κυριαρχούν κυρίως άντρες. Οι γυναίκες, από την άλλη, αναμένεται να πληγούν περισσότερο στα πρώτα κύματα της αυτοματοποίησης που θα επηρεάσουν επαγγέλματα όπως υπάλληλοι γραφείου.
Επιπτώσεις στην άσκηση της δημόσιας πολιτικής
Τα ποσοστά αυτοματοποίησης επίσης διαφέρουν, με βάση τα προφίλ εργασίας ανά χώρα. Ειδικότερα, οι εργαζόμενοι σε χώρες όπως η Σιγκαπούρη και η Νότια Κορέα όπου τα μορφωτικά κριτήρια είναι πιο αυστηρά, θα είναι μακροπρόθεσμα καλύτερα οχυρωμένοι απέναντι στην αυτοματοποίηση. Αυτό ισχύει, επίσης, σε χώρες με υψηλότερες δαπάνες για την Παιδεία ως ποσοστό του ΑΕΠ (ιδίως στην Ευρώπη).
Ο John Hawksworth επισημαίνει σχετικά: «Η ανάλυσή μας αναδεικνύει την ανάγκη για αύξηση των δημόσιων και ιδιωτικών επενδύσεων στην παιδεία και σε δεξιότητες που θα βοηθήσουν τους εργαζόμενους να προσαρμοστούν στις τεχνολογικές αλλαγές στη διάρκεια της σταδιοδρομίας τους. Παρότι η αυξημένη κατάρτιση στις ψηφιακές δεξιότητες και τους τομείς STEM (Επιστήμη, Τεχνολογία, Μηχανική και Μαθηματικά) είναι πολύ σημαντική, η επανεκπαίδευση είναι επίσης απαραίτητη ώστε όσοι έχουν εκτοπιστεί από την αγορά εργασίας να βρουν απασχόληση σε τομείς παροχής υπηρεσιών όπου υπάρχει υψηλή ζήτηση και μικρότερος κίνδυνος αυτοματοποίησης λόγω του σημαντικού ρόλου που παίζουν οι κοινωνικές δεξιότητες και η ανθρώπινη επαφή.
Οι κυβερνήσεις, οι επιχειρήσεις, τα εργατικά συνδικάτα και άλλοι οργανισμοί θα πρέπει να συμβάλλουν ώστε οι άνθρωποι να προσαρμοστούν στις νέες αυτές τεχνολογίες. Επιπλέον, είναι σημαντικό η ζήτηση να παραμείνει σε υψηλά σωρευτικά επίπεδα, ώστε να διευκολυνθεί η δημιουργία νέων θέσεων εργασίας. Ένας προφανής τρόπος για να γίνει αυτό είναι μέσω της αύξησης των δημόσιων και ιδιωτικών επενδύσεων στις υποδομές, σε τομείς όπως οι μεταφορές και η στέγαση.
Το ενδεχόμενο απώλειας των υφιστάμενων θέσεων εργασίας δεν θα πρέπει να σταθεί αφορμή για να χάσουν οι χώρες την ευκαιρία να ηγηθούν στην ανάπτυξη των νέων αυτών τεχνολογιών. Ακόμα και στις χώρες που θα αποκοπούν από το παγκόσμιο εμπόριο και τις επενδύσεις – κάτι το οποίο έχει αποδειχθεί ιστορικά ότι είναι εξαιρετικά επιζήμιο οικονομικά σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα – οι τεχνολογίες αυτές θα έρθουν με την πάροδο του χρόνου, οπότε είναι προτιμότερο να έχει κανείς το προβάδισμα σε αυτή την παγκόσμια κούρσα».