Ρατσισμός και φτώχεια, δύο όψεις του ίδιου νομίσματος;
- 07/06/2024, 18:00
- SHARE
Ο ρατσισμός είναι ευρέως διαδεδομένος στη Γερμανία. Αλλά ποιες συγκεκριμένες συνέπειες μπορεί να έχει αυτό για τους θιγόμενους; Το Γερμανικό Κέντρο Έρευνας για την Ένταξη και τη Μετανάστευση (DeZIM) στο Βερολίνο διερευνά αυτό το ερώτημα. Οι κοινωνικοί επιστήμονες Τσέριν Σαλικούτλουκ και Κλάρα Ποντκόβικ θέλησαν να μάθουν αν υπάρχει σχέση μεταξύ του ρατσισμού και του κινδύνου φτώχειας. Η απάντηση είναι θετική.
Οι αναλύσεις βασίζονται στο National Discrimination and Racism Monitor (NaDiRa), για το οποίο η Σαλικούτλουκ είναι συνυπεύθυνη. «Αν κοιτάξετε τις επίσημες στατιστικές ή τις εκθέσεις της ομοσπονδιακής κυβέρνησης για τη φτώχεια και τον πλούτο, αυτές αναλύονται κυρίως με βάση το μεταναστευτικό υπόβαθρο και τη γερμανική υπηκοότητα. Αυτό που δεν είμαστε σε θέση να πούμε μέχρι στιγμής είναι πoια κατάσταση αντιμετωπίζουν οι άνθρωποι που πλήττονται από τον ρατσισμό στη Γερμανία».
Καθημερινές διακρίσεις
Σε συνέντευξή του στην DW, η ειδικός εξηγεί ότι εξετάστηκαν διάφοροι τομείς όπως το εκπαιδευτικό σύστημα, η αγορά εργασίας, η αγορά κατοικίας και ο τομέας της υγείας, προκειμένου να φωτιστεί καλύτερα το ζήτημα. Άλλες μελέτες έχουν ήδη δείξει ότι υπάρχουν διακρίσεις κατά την αναζήτηση εργασίας, για παράδειγμα. Όλα αυτά αυξάνουν τον κίνδυνο να χρειαστεί να ζήσει κανείς κάτω από το όριο της φτώχειας.
Στη Γερμανία, οι άνθρωποι θεωρούνται ότι αντιμετωπίζουν κίνδυνο φτώχειας όταν έχουν στη διάθεσή τους λιγότερο από το 60% του στατιστικού μέσου εισοδήματος. Το 2023, αυτό το ποσό ήταν 1.310 ευρώ τον μήνα. Το 5% των Γερμανών χωρίς μεταναστευτικό υπόβαθρο ήταν κάτω από αυτό το ποσοστό, όπως ανέφεραν οι ίδιοι οι ερωτηθέντες, παρά το γεγονός ότι είχαν πλήρη απασχόληση. Για τους μαύρους, τους μουσουλμάνους και τους Ασιάτες, από την άλλη πλευρά, ο μέσος όρος ήταν 20%.
Κίνδυνος φτώχειας παρά την καλή μόρφωση
Ακόμα και μια καλή εκπαίδευση – από την επαγγελματική κατάρτιση σε μια βιοτεχνική επιχείρηση μέχρι τη συγγραφη διδακτορικού – παρέχει μόνο περιορισμένη προστασία από επισφαλείς οικονομικές συνθήκες.
Σε ποσοστό 33%, οι μουσουλμάνοι άνδρες είναι σαφώς οι περισσότερο επηρεαζόμενοι. Η συγγραφέας της μελέτης Τσέριν Σαλικούκτλουκ έχει μια εξήγηση γι’ αυτό: περίπου το 20% των μουσουλμάνων που συμμετείχαν στην έρευνα έχουν έρθει στη Γερμανία μετά το 2013, κυρίως από τη Συρία και το Αφγανιστάν. Με άλλα λόγια, από χώρες που πλήττονται σοβαρά από τον πόλεμο και τη φτώχεια. «Και είναι ήδη γνωστό ότι οι πρόσφυγες διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο φτώχειας, λόγω της δύσκολης πρόσβασής τους στην αγορά εργασίας, για παράδειγμα», λέει η συγγραφέας της μελέτης.
Αν το όνομα ακούγεται ξένο…
Αλλά ακόμη και οι άνθρωποι με ξένες ρίζες που ζουν στη Γερμανία για πολύ μεγαλύτερο χρονικό διάστημα ή γεννήθηκαν εδώ και έχουν γερμανική υπηκοότητα, εξακολουθούν να υφίστανται διακρίσεις. Η Σαλικούκτλουκ αναφέρεται σε πειράματα, στα οποία πανομοιότυπα έγγραφα αιτήσεων αποστέλλονταν με διαφορετικά ονόματα. Το αποτέλεσμα: «Οι άνθρωποι που έχουν ένα όνομα που ακούγεται τούρκικο, για παράδειγμα, έχουν λιγότερες πιθανότητες να προσκληθούν σε συνέντευξη για δουλειά».
Όπως λέει η κοινωνική επιστήμων, τα ευρήματα της έρευνας υπογραμμίζουν την ανάγκη λήψης στοχευμένων μέτρων για την καταπολέμηση της φτώχειας και την προώθηση ίσων ευκαιριών για τις μειονεκτούσες ομάδες. Στη μελέτη υπάρχουν συγκεκριμένες προτάσεις. Μία από τις πιο σημαντικές είναι ότι θα πρέπει να αναγνωρίζονται τα εκπαιδευτικά και επαγγελματικά προσόντα που αποκτήθηκαν στο εξωτερικό.
Επιτάχυνση ενσωμάτωσης
Η μελέτη αναφέρει πως η λήψη μέτρων και η προώθηση ίσων ευκαιριών «θα επιτάχυνε την είσοδο των προσφύγων και άλλων μεταναστών στη γερμανική αγορά εργασίας και θα έδινε πρόσβαση σε κατάλληλα επαγγέλματα για τους εργαζόμενους με τίτλους σπουδών που έχουν αποκτηθεί στο εξωτερικό». Για την ταχύτερη ένταξη στην αγορά εργασίας η ομάδα με επικεφαλής την Σαλίκουτλουκ θα ήθελε να δει μία ταχύτερη συμπερίληψη των νεοαφιχθέντων σε μαθήματα γλώσσας και κοινωνικής ένταξης.
Ο Μαρσέλ Φράτσερ, πρόεδρος του Γερμανικού Ινστιτούτου Οικονομικών Ερευνών (DIW), ζητά επίσης κάτι παρόμοιο. Αφενός θεωρεί τα αποτελέσματα της μελέτης «σοκαριστικά», αφετέρου όμως βλέπει «τεράστιες δυνατότητες».
Έκκληση στους πολιτικούς
Σύμφωνα με τον Φράτσερ, οι περισσότερες επιχειρήσεις ενδιαφέρονται πολύ να προσφέρουν στους ανθρώπους αυτούς προοπτικές, επειδή χρειάζονται εκπαιδευόμενους. Γι’ αυτό ο επικεφαλής του DIW θεωρεί ότι και οι πολιτικοί έχουν καθήκον: «Απαιτείται μεγάλη ευελιξία όχι μόνο στην αναγνώριση των προσόντων, αλλά κυρίως στο ίδιο το σύστημα κατάρτισης», λέει ο Φράτσερ.
Το συμπέρασμα της μελέτης σχετικά με τη σχέση μεταξύ ρατσισμού και κινδύνου φτώχειας είναι αντίστοιχο: Μόνο αν διασφαλιστεί ότι οι αποδοχές από την επαγγελματική απασχόληση καλύπτουν το κόστος διαβίωσης, μπορεί να μειωθεί το υψηλό ποσοστό φτώχειας μεταξύ των προσφύγων.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ:
- ΕΚΤ: Το μήνυμα για δανειολήπτες-αγορές και η συγκυρία της Ευρωκάλπης
- ΑΑΔΕ: Πώς τα ληξιπρόθεσμα χρέη προς το Δημόσιο θα μπαίνουν στο «ψυγείο»
- Ποιες κατηγορίες ασφαλισμένων «κλειδώνουν» πρόωρη σύνταξη το 2024
Πηγή: dw.com