Roubini: Μια ήπια παγκόσμια ύφεση κάνει την εμφάνισή της 

Roubini: Μια ήπια παγκόσμια ύφεση κάνει την εμφάνισή της 
Πολλά θα εξαρτηθούν από το πώς οι μεγάλες κεντρικές τράπεζες θα αντιμετωπίσουν το «τρίλημμα»: της ταυτόχρονης διατήρησης των τιμών, της ανάπτυξης και της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας.

Παρότι ένας ισχυρός τυφώνας φαίνεται λιγότερο πιθανός για την παγκόσμια οικονομία από ό,τι πριν από λίγους μήνες, είναι πολύ πιθανό να αντιμετωπίσουμε μια σφοδρή τροπική καταιγίδα, που μπορεί να προκαλέσει σημαντικές ζημιές αλλά όχι καταστροφή, αναφέρει ο διακεκριμένος οικονομολόγος Nouriel Roubini με άρθρο του στο Project Syndicate, προσθέτοντας:

Πολλά θα εξαρτηθούν από το πώς οι μεγάλες κεντρικές τράπεζες θα αντιμετωπίσουν το «τρίλημμα»: της ταυτόχρονης διατήρησης των τιμών, της ανάπτυξης και της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας.

Ειδικότερα, σύμφωνα με τον κοινώς ονομαστό ως dr Doom, αυτήν τη στιγμή υπάρχουν τέσσερα σενάρια για τις παγκόσμιες οικονομικές προοπτικές και το μέλλον των αγορών μετοχών.

Τρία από αυτά συνεπάγονται σοβαρούς κινδύνους, με εκτεταμένες επιπτώσεις για τις αγορές:

Το πιο θετικό είναι μια «ήπια προσγείωση», σύμφωνα με το οποίο οι κεντρικές τράπεζες στις προηγμένες οικονομίες θα επαναφέρουν τον πληθωρισμό στον στόχο του 2% χωρίς να προκαλέσουν ύφεση.

Στη δεύτερη περίπτωση, υπάρχει επίσης η δυνατότητα μιας ήπιας προσγείωσης.

Εν προκειμένω επιτυγχάνεται ο στόχος για τον πληθωρισμό, αλλά μέσω μιας σχετικά ήπιας (σύντομης και ρηχής) ύφεσης. Το τρίτο σενάριο εκτιμά πως θα υπάρξει σκληρή προσγείωση…

Βάσει αυτού, η επιστροφή του πληθωρισμού στο 2% προϋποθέτει παρατεταμένη ύφεση, με δυνητικά σοβαρή χρηματοπιστωτική αστάθεια (όπως μεγαλύτερη τραπεζική δυσπραγία και παράγοντες υψηλής μόχλευσης με αποτέλεσμα σοβαρές δυσκολίες σε ό,τι αφορά την εξυπηρέτηση του χρέους όπου γης).

Εάν η προσπάθεια εξομάλυνσης του πληθωρισμού πυροδοτήσει σοβαρή οικονομική και χρηματοπιστωτική αστάθεια, ένα τέταρτο σενάριο καθίσταται επίσης πιθανό.

Σύμφωνα με αυτό, οι κεντρικές τράπεζες αποφασίζουν να επιτρέψουν πληθωρισμό πάνω από τον στόχο, διακινδυνεύοντας την αποδέσμευση των προσδοκιών για τον πληθωρισμό και μια επίμονη σπείρα μισθών-τιμών.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Οικονομίες

Όπως έχουν τα πράγματα, η ευρωζώνη βρίσκεται ήδη σε τεχνική ύφεση, με το ΑΕΠ να έχει υποχωρήσει το τέταρτο τρίμηνο του 2022 και το πρώτο τρίμηνο του 2023, και με τον πληθωρισμό να είναι ακόμη πολύ πάνω από τον στόχο (παρά την πρόσφατη πτώση του).

Το Ηνωμένο Βασίλειο δεν βρίσκεται ακόμη σε ύφεση, αλλά η ανάπτυξη έχει επιβραδυνθεί απότομα και ο πληθωρισμός παραμένει πεισματικά υψηλός (πάνω από τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ).

Και οι Ηνωμένες Πολιτείες υπέστησαν απότομη επιβράδυνση το πρώτο τρίμηνο του 2023, παρότι ο βασικός πληθωρισμός (δεν περιλαμβάνει τις τιμές των τροφίμων και της ενέργειας) παρέμεινε υψηλός (αν και πέφτει, παραμένει πάνω από το 5%).

Εν τω μεταξύ, η ανάκαμψη της Κίνας μετά την COVID-19 φαίνεται να έχει σταματήσει, θέτοντας υπό αμφισβήτηση τον σχετικά μέτριο στόχο της κυβέρνησης για ανάπτυξη 5% το 2023.

Και άλλες οικονομίες αναδυόμενων αγορών και παραμεθόριων οικονομιών παρουσιάζουν σχετικά αναιμική ανάπτυξη σε σχέση με τις δυνατότητές τους (με εξαίρεση την Ινδία), με πολλούς ακόμη να υποφέρουν από πολύ υψηλό πληθωρισμό.

Ποιο από τα τέσσερα σενάρια είναι πιο πιθανό; διερωτάται -δικαίως- ο Roubini…

Αν και ο πληθωρισμός μειώθηκε στις περισσότερες προηγμένες οικονομίες, αυτό δεν επετεύχθη με αρκετά γρήγορο ρυθμό –τουλάχιστον όχι τόσο γρήγορα όσο ήλπιζαν οι κεντρικές τράπεζες– εν μέρει επειδή η στενότητα της αγοράς εργασίας και η ταχεία αύξηση των μισθών έχουν εντείνει τις πληθωριστικές πιέσεις στους τομείς έντασης εργασίας (π.χ. υπηρεσίες).

Επιπλέον, οι επεκτατικές δημοσιονομικές πολιτικές εξακολουθούν να τροφοδοτούν τη ζήτηση και να συμβάλλουν στη διατήρηση του πληθωρισμού.

Αυτό το γεγονός, από μόνο του, έχει καταστήσει δύσκολο για τις κεντρικές τράπεζες να εκπληρώσουν την εντολή τους για τη σταθερότητα των τιμών.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

«Οι προσδοκίες της αγοράς ότι οι κεντρικές τράπεζες θα έκλειναν τον κύκλο των επιτοκιακών αυξήσεων και ότι θα άρχιζαν ακόμη και να μειώνουν τα επιτόκια το δεύτερο εξάμηνο του 2023 έχουν διαψευστεί.

Η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, η Τράπεζα της Αγγλίας και οι περισσότερες άλλες μεγάλες κεντρικές τράπεζες θα πρέπει να αυξήσουν ακόμη περισσότερο τα επιτόκια προτού σταματήσουν τη νομισματική σύσφιξη.

Όπως και να το κάνουν, η οικονομική επιβράδυνση θα γίνει πιο επίμονη, αυξάνοντας τον κίνδυνο οικονομικής συρρίκνωσης και συσσώρευσης νέου χρέους, γεγονός το οποίο θα αυξήσει τις τραπεζικές πιέσεις» αναφέρει ο dr Doom.

Σύμφωνα με τον οικονομολόγο, οι γεωπολιτικές εξελίξεις –π.χ. η ανεπιτυχής προέλαση της Wagner στη Μόσχα– συνεχίζουν να βυθίζουν τον κόσμο προς την αστάθεια, την αποπαγκοσμιοποίηση και τον κατακερματισμό.

Και τώρα που η ανάκαμψη της Κίνας χάνει τη δυναμική της, πρέπει είτε να υπάρξουν επιθετικές πολιτικές τόνωσης -με επιπτώσεις στον πληθωρισμό παγκοσμίως- είτε να υποβαθμιστεί σημαντικά ο αναπτυξιακός στόχος των επιμέρους κρατών.

Στα θετικά, ωστόσο, σύμφωνα με τον Roubini, πρέπει να σημειώσουμε πως μετά τις τραπεζικές χρεοκοπίες τον Μάρτιο και τη μείωση στις τιμές των εμπορευμάτων ο κίνδυνος σοβαρής πιστωτικής κρίσης έχει αμβλυνθεί (εν μέρει λόγω των προσδοκιών για ύφεση), κάτι που συνέβαλε και στη συγκράτηση του πληθωρισμού αγαθών.

Ως εκ τούτου, ο κίνδυνος σκληρής προσγείωσης (σενάριο τρίτο) συγκεντρώνει λιγότερες πιθανότητες από ό,τι πριν από λίγους μήνες.

Αλλά με την επίμονα υψηλή αύξηση των μισθών και τον πυρήνα του πληθωρισμού που αναγκάζουν τις κεντρικές τράπεζες να προβούν σε πρόσθετες αυξήσεις επιτοκίων, μια σύντομη και ρηχή ύφεση το επόμενο έτος (σενάριο δύο) έχει γίνει πολύ πιο πιθανή.

Ακόμη χειρότερα, εάν όντως υπάρξει ήπια ύφεση, αυτή θα διαβρώσει περαιτέρω το καταναλωτικό και επιχειρηματικό κλίμα, δημιουργώντας τις προϋποθέσεις για μια πιο σοβαρή και παρατεταμένη ύφεση και αυξάνοντας τον κίνδυνο χρηματοοικονομικής και πιστωτικής πίεσης.

Ούσες αντιμέτωπες με την πιθανότητα το δεύτερο σενάριο να εξελιχθεί στο τρίτο, οι κεντρικές τράπεζες ενδέχεται να επιτρέψουν στον πληθωρισμό να παραμείνει πολύ πάνω από το 2%, αντί να κινδυνεύουν να πυροδοτήσουν μια σοβαρή οικονομική και χρηματοπιστωτική κρίση.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Το τρίλημμα

Έτσι, το τρίλημμα της νομισματικής πολιτικής στις αρχές της δεκαετίας του 2020 παραμένει. Οι κεντρικές τράπεζες αντιμετωπίζουν το εξαιρετικά δύσκολο έργο της επίτευξης σταθερότητας τιμών, σταθερότητας ανάπτυξης (χωρίς ύφεση) και χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, ταυτόχρονα.

Ποιες θα είναι οι επιπτώσεις για τις τιμές των περιουσιακών στοιχείων σε αυτά τα σενάρια; Μέχρι στιγμής οι αμερικανικές και οι παγκόσμιες μετοχές έχουν αντιστρέψει την bear market ενώ οι αποδόσεις των ομολόγων έχουν κινηθεί ελαφρώς χαμηλότερα – ένα μοτίβο που συνάδει με μια ήπια προσγείωση για την παγκόσμια οικονομία, με τον πληθωρισμό να υποχωρεί προς το ποσοστό στόχο και να αποφεύγεται η συρρίκνωση της ανάπτυξης.

Ωστόσο, οι μετοχές πιθανόν να βιώσουν σημαντική πτώση…

Αν οι κεντρικές τράπεζες δεν εκπέμψουν τα σωστά μηνύματα, η προκύπτουσα αύξηση των προσδοκιών για τον πληθωρισμό θα ανεβάσει τις αποδόσεις των μακροπρόθεσμων ομολόγων και τελικά θα πλήξει τις τιμές των μετοχών, λόγω του υψηλότερου προεξοφλητικού παράγοντα που θα εφαρμοστεί στα μερίσματα.

Συνεπώς, ενώ ένας ισχυρός τυφώνας για την παγκόσμια οικονομία φαίνεται λιγότερο πιθανός από ό,τι πριν από λίγους μήνες, ωστόσο είναι ακόμα πιθανό να αντιμετωπίσουμε μια τροπική καταιγίδα που θα μπορούσε να προκαλέσει σημαντικές οικονομικές και χρηματοοικονομικές ζημιές, καταλήγει ο Nouriel Roubini.

Πηγή: Project Syndicate