«Σήμα» συμφωνίας από την ΕΚΤ για το ελληνικό χρέος
- 16/09/2015, 12:15
- SHARE
«Το ελληνικό χρέος δεν θα πρέπει να εξετάζεται με απλά ποσοστά», σημειώνει ο αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
Παρά το γεγονός ότι η ελληνική κρίση κλόνισε την εμπιστοσύνη στην ευρωζώνη, το ενδεχόμενο εξόδου της Αθήνας από το ενιαίο νόμισμα δεν ήταν “ποτέ πραγματικό” διότι δεν θα ήταν νόμιμο και η Ευρώπη πρέπει τώρα να εξαλείψει τις όποιες αμφιβολίες παραμένουν για την βιωσιμότητα της ευρωζώνης, δήλωσε ο αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) Βίτορ Κονστάνσιο.
Η νέα ελληνική κυβέρνηση, που αναμένεται να αναλάβει καθήκοντα μετά τις επικείμενες εκλογές, πρέπει να τηρήσει τη συμφωνία διάσωσης των 85 δισεκ. ευρώ και, εάν το πρόγραμμα παραμείνει σε καλό δρόμο, η χαλάρωση των περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων μπορεί να μην είναι μακριά.
“Έχουν μπει οι βάσεις για τη σταδιακή χαλάρωση των capital controls“, δήλωσε ο Κονστάνσιο σε συνέντευξή του στο Reuters. “Θα αρθούν όπως και στην Κύπρο”. Ο ίδιος πρόσθεσε ότι το ελληνικό χρέος δεν θα πρέπει να εξετάζεται με απλά ποσοστά και εκτιμά ότι οι απόψεις, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ), θα συγκλίνουν όταν συζητηθεί η βιωσιμότητα του χρέους κατά την πρώτη αξιολόγηση.
“Τα κράτη-μέλη έχουν αρνηθεί ένα κούρεμα και ασφαλώς ελπίζω ότι δεν θα είναι απαραίτητο δεδομένων των αριθμών” πρόσθεσε ο Κονστάνσιο. “Όσο περισσότερο ψάχνει κανείς τους αριθμούς, τόσο περισσότερο φαίνεται να εξάγεται αυτό το συμπέρασμα”.
ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΧΑΛΑΡΩΣΗ
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έχει περιθώρια να αγοράσει περισσότερα ομόλογα, καθώς η ποσοτική χαλάρωσή της ήταν μικρή σε σύγκριση με αντίστοιχα προγράμματα σε άλλες χώρες, δήλωσε ο Κονστάνσιο, προσθέτοντας ότι η Ευρώπη χρειάζεται επίσης να ανεβάσουν ταχύτητα η αμερικανική και η κινεζική οικονομία.
Οι αγορές ομολόγων, που ξεκίνησαν τον Μάρτιο για να βγει η ευρωζώνη από τον αποπληθωρισμό, βοήθησαν την Ευρώπη να ξεπεράσει την ελληνική και την κινεζική αναταραχή, αλλά ο πληθωρισμός στη ζώνη του ευρώ θα μπορούσε και πάλι να επιστρέψει σε αρνητικό έδαφος κατά τους προσεχείς μήνες, άρα η τράπεζα είναι έτοιμη να αυξήσει το μέγεθος, τη σύνθεση και τη διάρκεια του προγράμματος, εάν χρειαστεί, είπε ο Κονστάνσιο.
Κάνοντας μια σύγκριση με άλλες μεγάλες κεντρικές τράπεζες σε όλο τον κόσμο, ο Κονστάνσιο είπε το ευρωπαϊκό πρόγραμμα είναι μικρότερο από αγορές ομολόγων που έγιναν στο παρελθόν, ιδιαίτερα από την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ (Federal Reserve) και την Τράπεζα της Ιαπωνίας.
“Το συνολικό ποσό που έχουμε αγοράσει αντιπροσωπεύει το 5,3% του ΑΕΠ της ευρωζώνης, ενώ αυτό που η Fed έχει κάνει αντιπροσωπεύει σχεδόν το 25% του αμερικανικού ΑΕΠ των ΗΠΑ, αυτό που έχει κάνει η Τράπεζα της Ιαπωνίας αντιπροσωπεύει το 64% του ιαπωνικού ΑΕΠ και αυτό που έχει κάνει το Ηνωμένο Βασίλειο το 21% του βρετανικού ΑΕΠ”, δήλωσε ο Κονστάνσιο.
“Άρα απέχουμε πολύ από αυτό που έχουν κάνει οι μεγάλες κεντρικές τράπεζες”, είπε ο Κονστάνσιο. “Αυτό δεν είναι ένα σημείο αναφοράς … (αλλά) υπάρχει περιθώριο, εάν παραστεί ανάγκη”. Ωστόσο, ο Κονστάνσιο απέρριψε την κριτική κάποιων ότι η ποσοτική χαλάρωση δεν αποδίδει, μιλώντας για τις βελτιωμένες προσδοκίες για τον πληθωρισμό, την αύξηση του τραπεζικού δανεισμού και τη μείωση του κόστους δανεισμού, παρά την αναταραχή στις χρηματοπιστωτικές αγορές.
Ο αντιπρόεδρος της ΕΚΤ είπε επίσης ότι η τράπεζα θα πρέπει να παραβλέψει την αστάθεια στις αγορές ακόμη και αν αναταράξεις τους είναι τώρα εντονότερες από ό, τι στο παρελθόν. “Η νομισματική πολιτική δεν αφορά τη ρύθμιση της μεταβλητότητας στις χρηματοπιστωτικές αγορές”, είπε ο Κονστάνσιο. “Οι κεντρικές τράπεζες θα πρέπει να είναι ανεξάρτητες από τις χρηματοπιστωτικές αγορές και να μην ακολουθούν όλες τις διακυμάνσεις τους”.
Αναφερόμενος σε αβεβαιότητες, ο Κονστάνσιο είπε ότι πολλά εξαρτώνται από τις ΗΠΑ και την Κίνα. “Χρειαζόμαστε μια ισχυρή ανάκαμψη στις ΗΠΑ”, δήλωσε ο Κονστάνσιο. “Η Κίνα μπορεί ακόμα να σταθεροποιήσει την κατάστασή της και η διατήρηση της ανάπτυξης πάνω από το 6% είναι εφικτή βραχυπρόθεσμα”. Ο Κονστάνσιο παρότρυνε επίσης την Ευρώπη να δεχθεί μετανάστες για μην συρρικνωθεί περαιτέρω το εργατικό της δυναμικό, λέγοντας ότι χρειάζεται περισσότερους εργαζομένους για να τονώσει την οικονομική της ανάπτυξη.