Σοφία Εφραίμογλου: Χρειάζεται ένα υπόδειγμα ανάπτυξης περισσότερο ανθεκτικό σε εξωγενείς κρίσεις και κινδύνους

Σοφία Εφραίμογλου: Χρειάζεται ένα υπόδειγμα ανάπτυξης περισσότερο ανθεκτικό σε εξωγενείς κρίσεις και κινδύνους
Photo: ΑΠΕ-ΜΠΕ
Όπως τονίζει η πρόεδρος του ΕΒΕΑ, Σοφία Κουνενάκη Εφραίμογλου: «Σήμερα, η οικονομία μας είναι σίγουρα σε καλύτερο σημείο, σε σχέση με το παρελθόν. Δεν έχουμε, όμως, την πολυτέλεια του εφησυχασμού».

«Η Ελλάδα εξακολουθεί να παρουσιάζει ρυθμό ανάπτυξης σημαντικά υψηλότερο από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο της, παρά την έντονη γεωπολιτική αβεβαιότητα και τις συνθήκες επιβράδυνσης, που γνωρίζει τα τελευταία χρόνια η ευρωπαϊκή και παγκόσμια οικονομία. Υπάρχουν, ωστόσο, προβληματισμοί…».

Αυτό σημειώνεται στο υπόμνημα με τις θέσεις και τις προτάσεις του για την ελληνική οικονομία που κατέθεσε το Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο Αθηνών στον πρωθυπουργό και τους αρχηγούς των κομμάτων της αντιπολίτευσης, εν όψει της 88ης ΔΕΘ.

Αναφορικά με τους προβληματισμούς, υπογραμμίζεται ότι αυτοί σχετίζονται αφενός με την επίπτωση των συνθηκών αστάθειας σε περιφερειακό και διεθνές επίπεδο, αφετέρου με εσωτερικά ζητήματα, όπως η διεύρυνση του ελλείμματος στο εξωτερικό ισοζύγιο, ο επίμονος πληθωρισμός σε αγαθά πρώτης ανάγκης, η εντεινόμενη δυσκολία εύρεσης εξειδικευμένου ανθρώπινου δυναμικού, καθώς και η διαχρονικά περιορισμένη φορολογική βάση.

Σύμφωνα με το ΕΒΕΑ, χρειάζεται να διαμορφωθεί ένα υπόδειγμα ανάπτυξης, το οποίο θα είναι περισσότερο ανθεκτικό απέναντι σε εξωγενείς κρίσεις και κινδύνους. Προϋποθέτει ταχύρρυθμη αύξηση των επενδύσεων, που αυξάνουν το παραγωγικό δυναμικό της ελληνικής οικονομίας και βελτιώνουν τις επιδόσεις της χώρας και των επιχειρήσεων στην καινοτομία, στις νέες τεχνολογίες, στις εξαγωγές προϊόντων και υπηρεσιών με υψηλή προστιθέμενη αξία.

Σε αυτό το πλαίσιο, το ΕΒΕΑ διατυπώνει μια σειρά από τομείς προτεραιότητας για την οικονομική πολιτική, προτείνοντας συγκεκριμένες επί μέρους παρεμβάσεις.

Όπως τονίζει η πρόεδρος του ΕΒΕΑ, Σοφία Κουνενάκη Εφραίμογλου: «Σήμερα, η οικονομία μας είναι σίγουρα σε καλύτερο σημείο, σε σχέση με το παρελθόν. Δεν έχουμε, όμως, την πολυτέλεια του εφησυχασμού, καθώς το διεθνές περιβάλλον γίνεται όλο και πιο αβέβαιο. Χρειάζεται τώρα να εντείνουμε όλοι τις προσπάθειές μας, για να διασφαλίσουμε μια ανάπτυξη δυναμική, συνεκτική, στηριγμένη σε ισχυρές και υγιείς βάσεις. Μια ανάπτυξη, η οποία θα επιτρέπει τη σύγκλιση των εισοδημάτων και την αναβάθμιση του βιοτικού επιπέδου όλων των πολιτών. Σε αυτή την προσπάθεια, οι επιχειρήσεις της χώρας μπορούν και πρέπει να έχουν πρωταγωνιστικό ρόλο».

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Αναλυτικά, το υπόμνημα έχει ως εξής:

Παρά την έντονη γεωπολιτική αβεβαιότητα και τις συνθήκες επιβράδυνσης, που γνωρίζει τα τελευταία χρόνια η ευρωπαϊκή και παγκόσμια οικονομία, η Ελλάδα παραμένει σε τροχιά σταθερής μεγέθυνσης του ΑΕΠ της. Ο ρυθμός ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας εξακολουθεί να είναι σημαντικά υψηλότερος από τον μέσο όρο της Ε.Ε., τάση που αναμένεται να διατηρηθεί τόσο το τρέχον έτος, όσο και το 2025.

Παραμένουν, ωστόσο, μια σειρά από παράγοντες προβληματισμού.

Ο πρώτος αφορά, ασφαλώς, την επίπτωση που θα έχουν στην ελληνική οικονομία οι συνθήκες αστάθειας σε περιφερειακό και διεθνές επίπεδο.

Σε εγχώριο επίπεδο, ανησυχία προκαλούν ζητήματα όπως η διεύρυνση του ελλείμματος στο εξωτερικό ισοζύγιο, ο επίμονος πληθωρισμός σε αγαθά πρώτης ανάγκης, η εντεινόμενη δυσκολία εύρεσης εξειδικευμένου ανθρώπινου δυναμικού, καθώς και η διαχρονικά περιορισμένη φορολογική βάση.

Σε αυτό το περιβάλλον, είναι προφανές ότι θετικές επιδόσεις της ελληνικής οικονομίας δεν πρέπει να οδηγoύν σε εφησυχασμό.

Στόχος της χώρας παραμένει η επίτευξη υψηλού και διατηρήσιμου ρυθμού ανάπτυξης, με στόχο αφενός τη σύγκλιση του κατά κεφαλήν ΑΕΠ της Ελλάδας με τις υπόλοιπες χώρες της ευρωζώνης, αφετέρου τη διασφάλιση της βιωσιμότητας του δημοσίου χρέους. Για να αποκατασταθεί το χάσμα που δημιουργήθηκε εξαιτίας της οικονομικής κρίσης της περασμένης δεκαετίας, το ΑΕΠ της χώρας πρέπει να συνεχίσει να μεγεθύνεται ταχύτερα σε σχέση με τον αντίστοιχο μέσο όρο της ΕΕ – 27, για τουλάχιστον μια δεκαετία.

Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να τρέξουμε ακόμη πιο γρήγορα και – κυρίως – να διαμορφώσουμε ένα υπόδειγμα ανάπτυξης, το οποίο θα είναι περισσότερο ανθεκτικό απέναντι σε εξωγενείς κρίσεις και κινδύνους.

Ζητούμενο δεν είναι μόνο η ταχύτητα, αλλά και η ποιότητα και η ανθεκτικότητα της ανάπτυξης.

Στα χρόνια που έρχονται η μεγέθυνση της ελληνικής οικονομίας οφείλει να στηριχθεί περισσότερο στους πυλώνες των επενδύσεων, της παραγωγής και των εξαγωγών και λιγότερο στην κατανάλωση.

Χρειάζεται να προσπαθήσουμε περισσότερο, ώστε η μεταποίηση να αυξήσει τη συμμετοχή της στο 15% του ΑΕΠ, να αποκτήσουμε περισσότερες μεγάλες και μεσαίες επιχειρήσεις, να αυξηθούν σημαντικά οι επενδύσεις σε τεχνολογίες αιχμής, να στηριχθεί αποτελεσματικότερα η νεοφυής επιχειρηματικότητα και το οικοσύστημα καινοτομίας της χώρας και να φθάσουν οι εξαγωγές στο 70% του ΑΕΠ έως το 2030.

Χρειάζεται να βελτιώσουμε ακόμη περισσότερο τις επιδόσεις της χώρας και των επιχειρήσεων, σε θέματα ψηφιακής μετάβασης, στην παραγωγή και τις εξαγωγές προϊόντων και υπηρεσιών, που διακρίνονται από καινοτομία και υψηλή τεχνολογική εξειδίκευση.

Χρειάζεται να προσελκύσουμε περισσότερες ακόμη επενδύσεις, που αυξάνουν το παραγωγικό δυναμικό της ελληνικής οικονομίας. Στα επόμενα χρόνια θα πρέπει οι επενδύσεις στη χώρα να αυξάνονται με πολλαπλάσιο ρυθμό, από το ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ, ώστε να λειτουργήσουν ως επιταχυντής της ανάπτυξης. Πέρα από το ύψος των κεφαλαίων που επενδύονται, είναι σημαντικό να αναβαθμιστεί και το μείγμα των επενδύσεων, ώστε να υποστηριχθεί ο παραγωγικός μετασχηματισμός της ελληνικής οικονομίας.

Η τρέχουσα περίοδος, αποτελεί μοναδικό παράθυρο ευκαιρίας για να επιταχύνουμε τα βήματά μας. Η ελληνική οικονομία έχει ανακτήσει την αξιοπιστία της, η χρηματοπιστωτική σταθερότητα έχει αποκατασταθεί, ενώ η διαθεσιμότητα των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας λειτουργεί ως ανάχωμα στις εξωτερικές πιέσεις.

Δεν έχουμε την πολυτέλεια να χάσουμε την ευκαιρία.

Η προσπάθεια οφείλει να είναι κοινή.

Απαιτεί συνένωση δυνάμεων, συναντίληψη και γόνιμες συνέργειες μεταξύ της Πολιτείας, των φορέων της αγοράς, της ερευνητικής και επιστημονικής κοινότητας.

Προϋποθέτει ισχυρές, υγιείς επιχειρήσεις οι οποίες θα μπορέσουν να προσαρμοστούν στη νέα πραγματικότητα, να ενισχύσουν την ανθεκτικότητά τους, να παραμείνουν ανταγωνιστικές, να μετουσιώσουν τις ευκαιρίες σε αξία για την οικονομία και για την κοινωνία.

Το Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο Αθηνών, συμπληρώνοντας φέτος 105 χρόνια λειτουργίας, συνεχίζει να συμμετέχει εποικοδομητικά στο δημόσιο διάλογο, στηρίζοντας ουσιαστικά τις δημιουργικές δυνάμεις του τόπου.

Στο πλαίσιο αυτής της αποστολής, επισημαίνει τους παρακάτω στόχους και δράσεις προτεραιότητας για το προσεχές διάστημα.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ: