Στίγκλιτζ: Ακόμα και αν ο Τραμπ ηττηθεί, η πόλωση θα συνεχίσει να υφίσταται
- 14/10/2024, 15:45
- SHARE
Οι προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ και η Πράσινη Ατζέντα ήταν το θέμα της ομιλιας του νομπελίστα Αμερικανού οικονομολόγου και καθηγητή στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια, Τζόζεφ Στίγκλιτζ, στο συνέδριο του Economist «Eighth Sustainability Summit for SE Europe & the Mediterranean – Re-inventing green leadership: Collectivity vs fragmentation?» του Economist Impact», που πραγματοποιείται στην Αθήνα.
Όπως τόνισε, ο διακεκριμένος οικονομολόγος, οι επερχόμενες εκλογές στην άλλη άκρη του Ατλαντικού, αποτελούν το πλέον σημαντικό ζήτημα για το τι πρόκειται να συμβεί τα προσεχή χρόνια όσον αφορά την παγκόσμια Πράσινη Ατζέντα και επισήμανε την ανάγκη για παγκόσμιες συνεργασίες στο πλαίσιο της ευρύτερης γεωπολιτικής σκηνής όπως αυτή έχει σήμερα διαμορφωθεί.
Σύμφωνα με τον κ. Στίγκλιτζ, ακόμα και αν ο Ντόναλντ Τραμπ ηττηθεί, η πόλωση θα συνεχίσει να υφίσταται, άρα ο αγώνας θα συνεχιστεί. Όπως ανέφερε: «Ο Τράμπ όχι μόνο δίνει φωνή σε απολυταρχικούς ηγέτες αλλά και σε όλους όσοι θεωρούν ότι η κλιματική αλλαγή είναι ένα ψέμα», προσθέτοντας ότι σε περίπτωση που εκλεγεί οι συνέπειες σε παγκόσμιο επίπεδο, θα είναι πολύ μεγάλες.
Όπως εξήγησε, η πλευρά των Δημοκρατικών βλέπει το Κλίμα ως μία υπαρξιακή απειλή, ωστόσο, όπως είπε, οι ισχυρές πολιτικές δεσμεύσεις τους, δεν συνοδεύονται από αντίστοιχα ισχυρές πολιτικές.
«Το χάσμα μεταξύ της κυβέρνησης Μπάιντεν και των εξαγγελιών του Ντ. Τραμπ δεν θα μπορούσε να είναι μεγαλύτερο», σημείωσε ο κ. Στίγκλιτζ, και τόνισε ότι: «Η κλιματική αλλαγή είναι μία παγκόσμια απειλή και απαιτεί παγκόσμιες λύσεις».
Υπενθύμισε μάλιστα, ότι ο Τράμπ είχε βγάλει τις ΗΠΑ από τη Συμφωνία των Παρισίων και έχει δηλώσει ότι θα το ξανακάνει μόλις επανεκλεγεί, χαρακτηρίζοντας τη συγκεκριμένη πολιτική απόφαση ως μία παταγώδη αποτυχία.
Προσέθεσε δε, ότι ο Ντ. Τραμπ δεν πιστεύει στην πολυεπίπεδη συνεργασία, ενώ άσκησε κριτική στην ΕΕ όσον αφορά τις πολιτικές επιλογές για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης.
Ο Αμερικανός νομπελίστας ανέλυσε τους συσχετισμούς μεταξύ ΗΠΑ και Κίνα, επισημαίνοντας, μεταξύ άλλων, ότι η ασιατική χώρα ξεκίνησε έγκαιρα βιομηχανικές πολιτικές σε σχέση με την κλιματική κρίση, με επίκεντρο τον εξηλεκτρισμό. «Είχαν το όραμα να δουν ότι χρειάζονται “πράσινα αυτοκίνητα”», καθώς η μόλυνση, ειδικά στο Πεκίνο ήταν θανατηφόρα.
Ο Τραμπ θα είναι πολύ πιο επιθετικός, δεν ενδιαφέρεται για τη πράσινη μετάβαση, ούτε κατανοεί τα μακροοικονομικά στοιχεία, όσον αφορά την εμπορική πολιτική, τόνισε.
Ενώ, αναφέρθηκε στο κοινωνικό κόστος του άνθρακα, το οποίο διατρέχει όλη την κοινωνία, κάνοντας λόγο για την ανάγκη ενσωμάτωσής του οριζοντίως.
Το χαμηλό κόστος του άνθρακα, οδηγεί στο να μην γίνεται τίποτα για την κλιματική αλλαγή, δήλωσε, ενώ, εκτίμησε ότι σε περίπτωση εκλογές του Ντ. Τραμπ θα γίνουν επιπλέον βήματα πίσω.
Ο κ. Στίγκλιτζ τόνισε την ανάγκη θέσπισης γενικών κανόνων και δεσμεύσεων τόσο για τις ανεπτυγμένες όσο και για τις αναπτυσσόμενες χώρες, στο πλαίσιο μίας Πράσινης Ατζέντας, καθώς οι δεύτερες είναι αυτές που μπορεί να παραβιάσουν αυτές τις προβλέψεις.
Σε αυτό το πλαίσιο, ο κ. Στίγκλιτζ εκτίμησε, ότι μόνο μία διακυβέρνηση Κ.Χάρις θα μπορούσε να παρέμβει βοηθώντας τις αναπτυσσόμενες χώρες να προσαρμοστούν στο πράσινο εμπόριο και τις πράσινες τεχνολογίες.
Σημειώνεται ότι κατά την εισαγωγή τής τοποθέτησής του ο Αμερικανός οικονομολόγος, ξεκαθάρισε ότι αν και ποτέ δεν ήταν υποστηρικτής των αμυντικών δαπανών, πλέον πιστεύει ότι η Ευρώπη πρέπει να υψώσει ανάστημα και να αυξήσει τις στρατιωτικές της δαπάνες μετά την ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, όπως είπε.
Στη συζήτηση που ακολούθησε με τον Τζον Άντριους, The Economist, και τον καθηγητή του ΕΚΠΑ, Ανδρέα Παπανδρέου, SDSN Greece, τέθηκε στο επίκεντρο η πρωτοβουλία Inflation Reduction Act (IRA), βάσει της οποίας προβλέπονται εκτεταμένες επενδύσεις, με ταυτόχρονη στήριξη των αδύναμων, που θα οδηγήσουν τις ΗΠΑ να μειώσουν τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα κατά 40% μέχρι το 2030. «Είναι επιβλαβής η καθυστέρηση σε πολλαπλά επίπεδα», ανέφερε ο κ. Στίγκλιτζ και εξέφρασε την ανάγκη οι δυτικές δημοκρατίες να διαμορφώσουν ένα όραμα που θα είναι ευθέως συγκρίσιμο με χώρες όπως η Κίνα.