Στο «χείλος του γκρεμού» το 27,6% των εμπορικών επιχειρήσεων
- 02/12/2016, 10:16
- SHARE
Η μείωση του κύκλου εργασιών τους και οι ληξιπρόθεσμες οφειλές οδηγούν στον «γκρεμό» τις ελληνικές εμπορικές επιχειρήσεις.
Στο «χείλος του γκρεμού» βρίσκεται το 27,6% των εμπορικών επιχειρήσεων, καθώς πρόκειται για επιχειρήσεις που καταγράφουν μείωση του κύκλου εργασιών τους και ταυτόχρονα έχουν ληξιπρόθεσμες οφειλές. Σύμφωνα με την Καθημερινή, πρόκειται για επιχειρήσεις αυτοαπασχολουμένων, αφού το 71% δεν απασχολεί προσωπικό.
Παρόμοια συμπεράσματα, ωστόσο, προκύπτουν και για τις μεγαλύτερες εμπορικές επιχειρήσεις, καθώς, εάν τα οικονομικά αποτελέσματα του 2015 διατηρηθούν ή επιδεινωθούν το 2016, τότε το 20% των Α.Ε. και ΕΠΕ απειλείται με «λουκέτο» το 2017.
Τα ευρήματα αυτά περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, στην Ετήσια Εκθεση Ελληνικού Εμπορίου 2016 που παρουσίασε χθες η Ελληνική Συνομοσπονδία Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας (ΕΣΕΕ). Στην πραγματικότητα, αυτό το οποίο αποτυπώνεται στην έκθεση είναι το εξής: οι εμπορικές επιχειρήσεις άντεξαν σε μεγαλύτερο βαθμό από ό,τι ίσως αναμενόταν από τα δραματικά γεγονότα του 2015, αλλά κάθε άλλο παρά αλώβητες είναι.
Ειδικότερα, σε ό,τι αφορά τις Α.Ε. και ΕΠΕ, από τα αποτελέσματα του 2015 προκύπτει υποχώρηση των πωλήσεών τους για δεύτερη συνεχή χρονιά κατά 1,9%. Σε επίπεδο καθαρών αποτελεσμάτων, τα κέρδη προ φόρου περιορίστηκαν εκ νέου, με μείωση κατά 42,4%, που οφείλεται σε σημαντικό βαθμό στις υπέρογκες ζημίες του Μαρινόπουλου.
Το συνολικό χρέος των Α.Ε. και ΕΠΕ αυξήθηκε κατά 3,2% το 2015, εξαιτίας κυρίως της αύξησης των βραχυπρόθεσμων τραπεζικών χρηματοδοτήσεων. Η αύξηση των αναγκών των επιχειρήσεων για βραχυπρόθεσμο δανεισμό αντανακλά και τα εντονότερα προβλήματα ρευστότητας που αντιμετώπισαν οι εμπορικές Α.Ε. και ΕΠΕ μετά την επιβολή των περιορισμών στην κίνηση των κεφαλαίων.
Ακριβώς η έλλειψη ρευστότητας είχε ως συνέπεια η μέση διάρκεια είσπραξης των απαιτήσεων να παραμείνει αμετάβλητη το 2015 σε σχέση με το 2014, στις 62 ημέρες, αλλά σε χαμηλότερα επίπεδα σε σύγκριση με προηγούμενα έτη. Το παραπάνω οφείλεται, σύμφωνα με την έκθεση, στην έλλειψη ρευστότητας στην αγορά, που πιέζει για πιο αυστηρή πιστωτική πολιτική.
Το σχετικά αισιόδοξο στοιχείο είναι ότι το 2015 παρατηρήθηκε ανακοπή του κλίματος αποεπένδυσης στο εμπόριο. Από τα μέχρι στιγμής διαθέσιμα δεδομένα προκύπτει ότι στο εμπόριο οι επενδύσεις ανήλθαν σε 660,5 εκατ. ευρώ και τα μεικτά πάγια διαμορφώθηκαν σε 15,5 δισ. ευρώ περίπου.
Εξαιρετικά αρνητική εξέλιξη, από την άλλη, είναι ότι συνεχίζεται η μείωση της απασχόλησης στο εμπόριο, παρά το γεγονός μάλιστα ότι στο σύνολο της οικονομίας παρατηρείται έστω και μικρή μείωση της ανεργίας.
Ο κλάδος του εμπορίου απασχολούσε, το δεύτερο τρίμηνο του 2016, 650.322 άτομα έναντι 657.320 ατόμων το αντίστοιχο τρίμηνο του 2015, μείωση δηλαδή κατά 1,1%. Ενώ το 2015 είχε αυξηθεί η απασχόληση στον κλάδο κατά 5,3%, μέσα σε ένα έτος χάθηκαν 7.000 θέσεις εργασίας, κατά βάση στο χονδρικό εμπόριο και στο εμπόριο αυτοκινήτων.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει η αύξηση κατά 7,5% το 2016 σε σύγκριση με το 2015 των εργοδοτών στο εμπόριο, με την ΕΣΕΕ να αποδίδει την αύξηση αυτή στο εξής φαινόμενο: άλλοτε συμβοηθούντα μέλη μιας επιχείρησης συστήνουν δική τους επιχείρηση, ακριβώς διότι η πρώτη δεν επαρκεί για τη διαβίωσή τους.
Αύξηση τζίρου
Αύξηση έστω και μικρή σημείωσε ο τζίρος στο λιανεμπόριο τον Σεπτέμβριο του 2016. Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, ο γενικός δείκτης κύκλου εργασιών αυξήθηκε κατά 1,7% σε σύγκριση με τον Σεπτέμβριο του 2015, ενώ ο γενικός δείκτης όγκου (κύκλος εργασιών σε σταθερές τιμές) αυξήθηκε το ίδιο διάστημα κατά 2,6%.
Ο εποχικά διορθωμένος δείκτης κύκλου εργασιών αυξήθηκε τον Σεπτέμβριο του 2016 κατά 1% σε σύγκριση με τον Αύγουστο του 2016, ενώ ο εποχικά διορθωμένος δείκτης όγκου αυξήθηκε κατά 1,8%. Η μεγαλύτερη αύξηση του κύκλου εργασιών σε ετήσια βάση παρατηρείται στα βιβλιοχαρτοπωλεία (6,6%) και τα σούπερ μάρκετ (3,5%). Στις ίδιες κατηγορίες παρατηρείται και η μεγαλύτερη αύξηση του δείκτη όγκου, κατά 9,8% στα βιβλιοχαρτοπωλεία και κατά 5% στα σούπερ μάρκετ.
Παράγοντες της αγοράς και ερευνητές αποδίδουν μέρος της αύξησης του τζίρου που καταγράφει η ΕΛΣΤΑΤ στην ενίσχυση των ηλεκτρονικών συναλλαγών και επομένως στον περιορισμό του φαινομένου μη έκδοσης αποδείξεων.