Στους 50.000 τόνους οι εξαγωγές ελαιολάδου την επόμενη τριετία
- 06/04/2015, 10:50
- SHARE
Ο Γενικός Διευθυντής του ΣΕΒΙΤΕΛ μιλά στο FortuneGreece.com για τις προοπτικές ανάπτυξης του ελληνικού ελαιολάδου.
Όταν μιλά κανείς για ελληνικές εξαγωγές αναφέρεται στη φέτα, το κρασί και πρωτίστως στο εξαιρετικής ποιότητας ελαιόλαδο, για το οποίο οι ξένες αγορές εκφράζουν διαρκώς την προτίμησή τους. Σίγουρα μια χώρα όπως η Ελλάδα, τόσο λόγω μεγέθους όσο και λόγω έλλειψης μιας στοχευμένης σε μακροπρόθεσμο επίπεδο πολιτικής για την προώθηση του ελαιολάδου, δεν μπορεί να φτάσει τα μεγέθη που καταγράφουν η Ισπανία και η γειτονική Ιταλία, μπορεί ωστόσο να «ξεκλειδώσει» νέες αγορές και να αυξήσει σημαντικά τις εξαγωγές της.
Στη διάρκεια της κρίσης δεν είναι λίγοι οι νέοι επιχειρηματίες που στράφηκαν στην πώληση του «υγρού χρυσού», καθώς είδαν τα μεγάλα περιθώρια κέρδους, για ένα προϊόν που βρίσκεται σε αφθονία στην ελληνική γη. Μπορούν όμως όλες αυτές οι μεμονωμένες επιχειρηματικές προσπάθειες να είναι επιτυχείς και αν ναι υπό ποιους όρους; Όπως αναφέρει στο Fortunegreece.com, ο Γενικός Διευθυντής του ΣΕΒΙΤΕΛ (Σύνδεσμος Ελληνικών Βιομηχανιών Τυποποιήσεως Ελαιολάδου), Γιώργος Οικονόμου, ο τομέας του ελαιολάδου έχει σημαντικές προοπτικές, ωστόσο, υπάρχουν εκατοντάδες brands τα οποία δεν μπορούν να είναι βιώσιμα.
«Ξεκινούν πολλοί με την παραγωγή ελαιολάδου, αλλά στις περισσότερες περιπτώσεις έπειτα από δύο χρόνια δραστηριοποίησης εγκαταλείπουν κάθε προσπάθεια. Σημασία έχει ο όγκος που μπορείς να πουλήσεις και όχι απλώς να τοποθετηθείς στο εξωτερικό».
Πέρυσι ήταν μια άσχημη χρόνια για το ελληνικό ελαιόλαδο, με την παραγωγή να υποχωρεί κατά 50% και να διαμορφώνεται στους 150.000 τόνους από 300.000 τόνους που είναι συνήθως.
«Χάθηκε σημαντική ποσότητα από Κρήτη και Πελοπόννησο λόγω των δυσμενών καιρικών συνθηκών που επηρέασαν τη σοδειά για το διάστημα Οκτώβριος 2013 – Μάρτιος 2014. Ο καιρός τιμωρεί αυθαίρετα. Οι Ιταλοί και οι Ισπανοί που ευνοήθηκαν πέρυσι καταγράφοντας ρεκόρ σε παραγωγή και πωλήσεις, για το διάστημα 2014-2015 βλέπουν τους ρόλους να έχουν αντιστραφεί και όπως όλα δείχνουν θα διανύσουν μια μέτρια περίοδο”.
Ο Γενικός Διευθυντής του ΣΕΒΙΤΕΛ, εμφανίζεται καθησυχαστικός όταν λέει πως η αγορά έχει ισορροπήσει, επιφέροντας ,ωστόσο, μειώσεις στο εισόδημα των ελαιοπαραγωγών, καθώς και στην τιμή του προϊόντος που φτάνει στον τελικό καταναλωτή. Προσθέτει δε πως η μειωμένη παραγωγή στην Ισπανία, έδωσε τη δυνατότητα στην Ελλάδα να αυξήσει σημαντικά τις εξαγωγές της προς τις αγορές του εξωτερικού. Βόρεια Αμερική, κυρίως ΗΠΑ και Καναδάς, και Γερμανία αποτελούν τις βασικές αγορές υποδοχής τυποποιημένου ελληνικού ελαιολάδου, ενώ σε ότι αφορά το χύμα λάδι ένα σημαντικό μέρος διοχετεύεται στην Ιταλία. Εξίσου σημαντικές αγορές είναι η Βρετανία, η Αυστραλία και οι Σκανδιναβικές χώρες, ενώ κινήσεις γίνονται για την είσοδο του ελληνικού ελαιολάδου σε Ρωσία, Κίνα, Βραζιλία και Ινδία.
Ο κ. Οικονόμου παραδέχεται πως θα έπρεπε ως χώρα να παρουσιάζουμε μεγαλύτερα ποσοστά εξαγωγών, υπογραμμίζοντας πως παλαιότερα υπήρχε η στήριξη της Πολιτείας και γινόταν εντατικές εκστρατείες ενημέρωσης σε Αμερική, Καναδά και Αυστραλία. Δυστυχώς σήμερα απουσιάζουν πλήρως μεγάλες εταιρείες που να είναι διατεθειμένες να επενδύσουν στην προβολή των ελληνικών προϊόντων σε επίπεδο εξαγωγών και να συναγωνιστούν την Ιταλία, η οποία διαθέτει ένα πολύ ισχυρό brand με ιστορία 150 ετών. Γνώμη του κ. Οικονόμου είναι πως θα πρέπει να υπάρχει ένα καλάθι ελληνικών προϊόντων, το οποίο μέσα από συνέργειες να προωθεί παράλληλα τον τουρισμό μας.
«Χάσαμε πολύ χρόνο στο παρελθόν. Η αγορά της Κίνας έχει ήδη καταληφθεί από Ισπανούς και Ιταλούς και εμείς ερχόμαστε τρίτοι και καταϊδρωμένοι. Τώρα ότι κάνουμε το κάνουμε με ίδια χρηματοδότηση και με μια βοήθεια από ένα κοινοτικό πρόγραμμα που “τρέχει” για την παρουσία του ευρωπαϊκού ελαιολάδου στο εξωτερικό. Στόχος μας είναι οι εξαγωγές σε επίπεδο τριετίας να αυξηθούν στους 50.000 τόνους από 30.000 τόνους που είναι σήμερα. Επιλέγουμε δράσεις διαφήμισης. Από το β´ εξάμηνο του τρέχοντος έτους μέχρι και το ά εξάμηνο του 2017 έχουν προγραμματιστεί δράσεις προβολής σε Αμερική, Αυστραλία, Νορβηγία, Αλβανία, Κίνα, Ρωσία, Βραζιλία, Ελβετία και Σερβία. Θα πρέπει να σας πω πως ειδικά η αγορά της Αλβανίας κάθε χρόνο αυξάνει τη ζήτηση της».
Αγκάθι για τους Έλληνες ελαιοπαραγωγούς εξακολουθεί και παραμένει η καπήλευση του ελαιολάδου και η πώλησή του ως προϊόν διαφορετικής προέλευσης. Μολονότι οι ποσότητες που πωλούνται χύμα σε τρίτες χώρες είναι υποχρεωτικό να αναγράφουν χώρα πρόελευσης, στην Ιταλία παρατηρείται το φαινόμενο της δημιουργίας μείγματος με ελληνικό και ιταλικό λάδι και η πώλησή του στη συνέχεια ως «προϊόν ευρωπαϊκής προέλευσης».
Σημειώνεται πως στον κλάδο του ελαιολάδου, αυτή τη στιγμή, υπάρχουν περί τις 460 επιχειρήσεις εκ των οποίων μόλις 50 αποτελούν μέλη του ΣΕΒΙΤΕΛ. Για φέτος δε εκτιμάται ότι οι εξαγωγές θα αυξηθούν κατά 4% -5%, ενώ από τους 300.000 τόνους που παράγονται σε ετήσια βάση οι 130.000 καταναλώνονται στην Ελλάδα. «Το ελαιόλαδο είναι εθνικό προϊόν. Έχει παρόν αλλά και λαμπρό μέλλον. Δεν είναι απλά ένα λιπαρό, αλλά ένας φυσικός φρουτοχυμός απαραίτητος για τον ανθρώπινο οργανισμό».