Τέλος στο Παγκόσμιο Επισιτιστικό Πρόγραμμα για τους πρόσφυγες της Συρίας
- 01/12/2014, 18:37
- SHARE
Το πρόγραμμα έμεινε χωρίς πόρους και η διακοπή του θέτει σε άμεσο κίνδυνο την επιβίωση 1,7 εκατ. Σύρων προσφύγων μέσα στον χειμώνα.
Χωρίς πρόσβαση σε τρόφιμα πρόκειται να βρεθούν άμεσα 1,7 εκατομμύρια Σύροι πρόσφυγες στην Ιορδανία, στον Λίβανο, στην Τουρκία, στο Ιράκ και στην Αίγυπτο, καθώς το Παγκόσμιο Επισιτιστικό Πρόγραμμα (WFP) του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών αναγκάζεται να πάψει να χορηγεί κουπόνια τροφίμων λόγω έλλειψης πόρων.
«Χωρίς τα κουπόνια του Παγκόσμιου Επισιτιστικού Προγράμματος, πολλές οικογένειες θα πεινάσουν. Για τους πρόσφυγες, οι οποίοι ήδη δυσκολεύονται να επιβιώσουν μέσα στον σκληρό χειμώνα, οι συνέπειες της διακοπής της βοήθειας αυτής θα είναι καταστροφικές», προειδοποίησε το Πρόγραμμα, το οποίο χρειάζεται 64 εκατ. δολάρια για να συνεχίσει να χορηγεί βοήθεια σε τρόφιμα στους πρόσφυγες για το υπόλοιπο του Δεκεμβρίου.
Η αναστολή της επισιτιστικής βοήθειας θα θέσει «σε κίνδυνο την υγεία και την ασφάλεια των προσφύγων κι ενδέχεται επίσης να προκαλέσει νέες εντάσεις, αστάθεια και ανασφάλεια στις χώρες οι οποίες τους φιλοξενούν», τόνισε σε ανακοίνωσή του το WFP.
Στο πλαίσιο της επιχείρησης αυτής ήδη το WFP έχει προμηθεύσει με τρόφιμα αξίας περίπου 800 εκατ. δολαρίων καταστήματα στις χώρες που φιλοξενούν πρόσφυγες. Η επιχείρηση θα ξαναρχίσει αμέσως μόλις εξασφαλιστεί χρηματοδότηση, ανέφερε η ανακοίνωση του Προγράμματος.
Το WFP είχε προειδοποιήσει τον περασμένο μήνα ότι υπήρχε το ενδεχόμενο να προχωρήσει στην αναστολή της επιχείρησης και ότι υπάρχει επίσης η πιθανότητα να ανακοινώσει την αναστολή της χορήγησης βοήθειας εντός της Συρίας τον Ιανουάριο.
Ήδη το Παγκόσμιο Επισιτιστικό Πρόγραμμα έχει μειώσει τις μερίδες που χορηγεί στους 4,25 εκατ. ανθρώπους, οι οποίοι χρειάζονται βοήθεια εντός Συρίας.
Την ίδια ώρα, η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες (UNHCR) ανακοίνωσε ότι η έλλειψη ρευστού την έχει αναγκάσει να δίνει πλέον κατά προτεραιότητα βοήθεια σε είδη για να μπορέσουν οι πρόσφυγες να βγάλουν τον χειμώνα, ιδίως σε εκείνους που έχουν καταφύγει σε περιοχές με μεγαλύτερο υψόμετρο, όπου επικρατούν χαμηλότερες θερμοκρασίες, και στους πιο ευάλωτους από τους πρόσφυγες, όπως είναι τα νεογέννητα.