Θα είναι η κυβέρνηση Μπάιντεν πιο αυστηρή στην εποπτεία των εταιρειών τεχνολογίας και των συγχωνεύσεων;
- 31/12/2020, 17:00
- SHARE
του Aaron Pressman
Η κυβέρνηση Μπάιντεν αναμένεται να υιοθετήσει μια αυστηρότερη στάση εναντίον των εξαγορών απ’ ό,τι ο πρόεδρος Τραμπ ενώ θα συνεχιστούν οι αναταράξεις λόγων των αντιμονοπωλιακών υποθέσεων κατά των εταιρειών τεχνολογίας.
«Η αντιμονοπωλιακή νομοθεσία και η πολιτική είναι έτοιμες για διόρθωση πορείας», λέει ο Andrew Gavil, εμπειρογνώμονας αντιμονοπωλιακής πολιτικής στη Σχολή Νομικής του Πανεπιστημίου Howard. «Ο βαθμός αυτής της διόρθωσης θα φανεί και θα επηρεαστεί τόσο από την πολιτική όσο και από τη σύνθεση των δικαστηρίων».
Οι αντιμονοπωλιακές ρυθμιστικές αρχές του Τραμπ, με επικεφαλής τον Βοηθό Γενικό Εισαγγελέα Makan Delrahim, προσπάθησαν σθεναρά να σταματήσουν την AT&T να αποκτήσει την Time Warner το 2017 – αλλά υπέστησαν μια σκληρή ήττα στο δικαστήριο. Συνολικά, ωστόσο, το Υπουργείο Δικαιοσύνης επί Τραμπ υπέβαλε 19% λιγότερα αιτήματα για δεδομένα σχετικά με συγχωνεύσεις – που καθυστερούν την ολοκλήρωση της συμφωνίας για να επιτρέψουν στις ρυθμιστικές αρχές να ρίξουν μια πιο προσεκτική ματιά – και 18% λιγότερα αιτήματα για απαγόρευση συγχωνεύσεων, σε σχέση με την προηγούμενη κυβέρνηση.
Σε κάποιες περιπτώσεις, η κυβέρνηση Τραμπ συνέταξε ακόμη και νομικές απόψεις που αντιτίθενται στις αντιμονοπωλιακές αγωγές από άλλες υπηρεσίες, όπως η υπόθεση της Ομοσπονδιακής Επιτροπής Εμπορίου εναντίον της Qualcomm. Από την άλλη πλευρά, στο τέλος της θητείας της, η ομάδα του Delrahim υπέβαλε αντιμονοπωλιακές αγωγές υψηλού προφίλ εναντίον της Google και του Facebook, δείχνοντας ότι η συγκέντρωση ισχύος των μεγάλων εταιρειών τεχνολογίας ήταν ανησυχητική τόσο για τους Ρεπουμπλικάνους όσο και για τους Δημοκρατικούς.
Ο Μπάιντεν δεν κατέστησε την αντιμονοπωλιακή νομοθεσία ή την πάταξη της ισχύος των εταιρειών τεχνολογίας μέρος της προεκλογικής εκστρατείας του, αλλά ανέφερε μερικούς δικηγόρους που εργάστηκαν σε υποθέσεις αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας κατά τη διάρκεια της κυβέρνησης Ομπάμα, σημειώνει ο καθηγητής νομικής του Στάνφορντ, Mark Lemley.
Ο Bill Baer, ο οποίος είχε τον ρόλο του Delrahim υπό την κυβέρνηση Ομπάμα, είναι μέλος της μεταβατικής ομάδας του Μπάιντεν για την Ομοσπονδιακή Επιτροπή Εμπορίου, μαζί με τη Laura Moy, εμπειρογνώμονα στον τομέα της ιδιωτικότητας και καθηγήτρια στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Τζωρτζτάουν. Ο Gene Kimmelman, ανώτερος σύμβουλος στη μη κερδοσκοπική εταιρεία Public Knowledge και βετεράνος του Υπουργείου Δικαιοσύνης επί Ομπάμα, είναι μέλος της μεταβατικής ομάδας του Μπάιντεν για το Υπουργείο Δικαιοσύνης.
Η κυβέρνηση Τραμπ δεν έκανε πολλά για να επιβραδύνει το κύμα των συγχωνεύσεων εταιρειών τεχνολογίας. Μεγάλες συμφωνίες όπως η αγορά της Mobileye από την Intel και της RedHat από την IBM για 15 και 34 δισεκατομμύρια δολάρια αντίστοιχα δεν συνάντησαν καμία αντίσταση. Ακόμα και η ύψους 24 δισεκατομμυρίων δολαρίων συγχώνευση της T-Mobile με τη Spring εξασφάλισε εν τέλει έγκριση. Παρομοίως, δεν υπήρξε σοβαρή αξιολόγηση μικρότερων εξαγορών από εταιρείες όπως οι Microsoft, Adobe, PayPal, Salesforce και άλλες.
Η Wall Street αναμένει συνέχιση του ελέγχου των τεσσάρων ή πέντε μεγαλύτερων εταιρειών τεχνολογίας, αλλά όχι ανοικτή αντιπαράθεση εναντίον τους, λέει ο David Heger της Edward Jones. «Είναι το ζήτημα με την περισσότερη διακομματική υποστήριξη. Και για την ώρα, οι επενδυτές δεν αναμένουν να προκύψει κάτι δραματικό από αυτές τις υποθέσεις, η ολοκλήρωση των οποίων θα απαιτήσει πολλά χρόνια».