Τι κρύβεται πίσω από την απόφαση για τα «απαγορευμένα» προϊόντα στα σούπερ μάρκετ
- 10/11/2020, 15:56
- SHARE
Με ρυθμό που άγγιξε το 20% αναπτύσσονταν οι πωλήσεις διαρκών αγαθών στα super market, με σαφή αυξητική τάση, γεγονός που αποτέλεσε το επίκεντρο της επιχειρηματολογίας των επαγγελματιών που ζητούσαν από την κυβέρνηση να λάβει μέτρα.
Με απόφασή του, που δημοσιεύθηκε την Τρίτη, το υπουργείο Ανάπτυξης απαγόρευσε την πώληση από τα super market και τα καταστήματα τροφίμων, τα φαρμακεία και τα συνεργεία καθόλη τη διάρκεια του lockdown μια σειρά αγαθών από είδη ένδυσης και υπόδησης μέχρι ηλεκτρικά είδη και βιβλία. Στο σκεπτικό της απόφασης ελήφθη υπόψη το επιχείρημα όσων πλήττονται από το lockdown (κι έχουν κλείσει με κρατική εντολή) ότι η διάθεση αυτών των προϊόντων από μη εξειδικευμένα καταστήματα, όπως τα καταστήματα τροφίμων, προωθεί τον αθέμιτο ανταγωνισμό.
Είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι τα supermarket είχαν επωφεληθεί σημαντικά και στο πρώτο lockdown από την συγκεκριμένη κατηγορία προϊόντων, η οποία πριμοδοτεί συστηματικά τον τζίρο τους. Τα πρόσφατα στοιχεία της IRI για την εξέλιξη της ζήτησης στα supermarket μέχρι την εβδομάδα που τελείωσε στις 27 Οκτωβρίου δείχνουν μια σημαντική αύξηση των πωλήσεων διαρκών αγαθών συγκριτικά με άλλες κατηγορίες προϊόντων.
Ενδεκτικά, την εβδομάδα που τελείωσε στις 25/10 τα τρόφιμα κατέγραψαν αύξηση πωλήσεων 2%, στα είδη οικιακής χρήσης η αύξηση πωλήσεων διαμορφώθηκε σε 9,4% και στα είδη προσωπικής περιποίησης σημειώθηκε αύξηση 1,9%. Στα υπλολοιπα είδη όμως η αύξηση διαμορφώνεται σε 19,7% καταδεικνύοντας την σταθερή διείσδυση των αλυσίδων super market σε όλους τους κλάδους του λιανεμπορίου, καθώς πωλούν από ρούχα μέχρι παιχνίδια και ηλεκτρικά είδη. Λίγες ημέρες νωρίτερα, την εβδομάδα που τελείωσε στις 18/10 η αύξηση πωλήσεων στη συγκεκριμένη κατηγορία ήταν 16,7%. Μάλιστα πρόκειται για κατηγορία με πλούσιο κωδικολόγιο περιλαμβάνοντας στο δείγμα αριθμό κωδικών ίσο με αυτόν για τα είδη οικειακής χρήσης και προσωπικής περιποίησης μαζί.
Η δίκαιη μοιρασιά της ζημιάς (lose-lose)
Αξίζει να σημειωθεί ότι η αγορά δέχθηκε με ικανοποίηση την απόφαση του υπουργείου Ανάπτυξης να απαγορεύσει προσωρινά την πώληση διαρκών αγαθών από τα καταστήματα τροφίμων, μιλώντας για απόφαση lose-lose. Ενδεικτική είναι η αναφορά της ΕΣΕΕ και του προέδρου της Γιώργου Καρανίκα που μίλησε για δίκαιη μοιρασιά της ζημιάς. “Η αποφυγή αθέμιτου ανταγωνισμού και η έγκαιρη ανταπόκριση στα δίκαια αιτήματα της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας αποτελούν πάγιες διεκδικήσεις μας, που θα συντελέσουν στην επαναφορά του εμπορίου στην κανονικότητα, με τις μικρότερες δυνατές απώλειες”, ανέφερε.
Ζητούμενο είναι βέβαια τι αποτύπωμα θα έχει στο τζίρο των supermarket η συγκεκριμένη απόφαση τη στιγμή που είχε παγιωθεί ρυθμός ανάπτυξης της τάξης του 9% από την αρχή του έτους στο σύνολο της αγοράς.
Βαρόμετρο το lockdown
Ειδικότερα, με βάση τα τελευταία στοιχεία της έρευνας της IRI μέχρι τις 25 Οκτωβρίου, διαπιστώνεται ότι την τελευταία εβδομάδα της περιόδου μέτρησης καταγράφεται αύξηση τζίρου 4,2%, με την αξία της αγοράς των 340 σημαντικότερων κατηγοριών ταχυκίνητων κωδικών να ανέρχεται σε 119,99 εκατ. ευρώ έναντι 115,1 εκατ. ευρώ την αντίστοιχη εβδομάδα του 2019. Διαπιστώνεται επίσης ότι το lockdown ευνοεί τις πωλήσεις των supermarket κάτι που επιβεβαιώνει το διψήφιο ποσοστό αύξησης του τζίρου των καταστημάτων στη Θεσσαλονίκη κατά το εξεταζόμενο διάστημα, που ξεπέρασε το 19%, καθώς η Θεσσαλονίκη ήταν από τις περιοχές που μπήκαν πρώτες σε περιοριστικά μέτρα κατά το δεύτερο κύμα της πανδημίας, μέτρα τα οποία σταδιακά ενισχύθηκαν πριν επεκταθούν στο σύνολο της επικράτειας. Στην Αττική, που αντιπροσωπεύει και τη μερίδα του λέοντος της αγοράς, ήτοι 53,3% σημειώνεται ανάπτυξη πωλήσεων 5% ενώ γύρω στο 2% είναι η αύξηση πωλήσεων για Πελοπόννησο και Κρήτη, με την Κεντρική και Βόρεια Ελλάδα να γράφουν αρνητικά πρόσημα.
Όσο για την τάση ανά κατηγορία καταστήματος προβάδισμα έχουν τα υπερμάρκετ (καταστήματα άνω των 2.500 τ.μ.) που εμφανίζουν αύξηση πωλήσεων κατά 17,7%, ενώ τα μεσαία καταστήματα (επιφάνειας 2.500 έως 1.000 τ.μ.) παρουσίασαν αύξηση πωλήσεων κατά 2,7%. Τα μικρότερα σημεία πώλησης (επιφάνειας 1.000 έως 400 τ.μ.) σημείωσαν αύξηση πωλήσεων κατά 1,8% και τα μίνι μάρκετ (έως 400 τ.μ.) ενισχύθηκαν κατά 2,6%.