Τι κομίζει σε Γερμανία και Ευρώπη το ιστορικό πακέτο των 500 δισ. και το «σπάσιμο του φρένου» για το χρέος

Τι κομίζει σε Γερμανία και Ευρώπη το ιστορικό πακέτο των 500 δισ. και το «σπάσιμο του φρένου» για το χρέος
Friedrich Merz, leader of Germany's conservative Christian Democratic Union (CDU) and his party's main candidate for Chancellor addresses supporters after the first exit polls in the German general elections were announced on TV during the electoral evening in Berlin on February 23, 2025. (Photo by INA FASSBENDER / AFP) Photo: AFP
Η ING αναλύει τις οικονομικές και πολιτικές διαστάσεις αυτής της απόφασης, εξετάζοντας τόσο τις άμεσες επιπτώσεις στη γερμανική οικονομία όσο και τις ευρύτερες συνέπειες για την Ευρώπη

Η πρόσφατη απόφαση της γερμανικής Βουλής να εγκρίνει ένα εκτεταμένο δημοσιονομικό πακέτο και να τροποποιήσει τον μηχανισμό φρένου χρέους σηματοδοτεί μια ιστορική καμπή για τη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης. Η εξέλιξη αυτή δεν επηρεάζει μόνο τη Γερμανία, αλλά και το σύνολο της Ευρωζώνης, καθώς η χώρα εγκαταλείπει, έστω και μερικώς, την αυστηρή δημοσιονομική πολιτική που τη χαρακτήριζε.

Σε αυτό το πλαίσιο, η ING αναλύει τις οικονομικές και πολιτικές διαστάσεις αυτής της απόφασης, εξετάζοντας τόσο τις άμεσες επιπτώσεις στη γερμανική οικονομία όσο και τις ευρύτερες συνέπειες για την Ευρώπη. Με το νέο Ταμείο Υποδομών των 500 δισεκατομμυρίων ευρώ και τη χαλάρωση των δημοσιονομικών περιορισμών, η Γερμανία στοχεύει σε μια κυκλική ανάκαμψη, αλλά το ερώτημα παραμένει αν αυτά τα μέτρα αρκούν για να οδηγήσουν σε διαρθρωτική ανάπτυξη.

Ειδικότερα, η γερμανική Βουλή ενέκρινε ένα εκτεταμένο δημοσιονομικό πακέτο και αλλαγές στον μηχανισμό φρένου χρέους, σε μια ιστορική απόφαση με ευρύ αντίκτυπο τόσο στη χώρα όσο και διεθνώς.

Το Κοινοβούλιο συμφώνησε στη δημιουργία ενός ταμείου υποδομών ύψους 500 δισεκατομμυρίων ευρώ, καθώς και σε τροποποιήσεις στο φρένο χρέους, που θα επιτρέψουν αυξημένες αμυντικές δαπάνες και μεγαλύτερη δημοσιονομική ευελιξία. Η συμφωνία εγκρίθηκε με πλειοψηφία δύο τρίτων, έπειτα από δύσκολες διαπραγματεύσεις και συμβιβασμούς μεταξύ των CDU/CSU, SPD και Πρασίνων. Αν και η βασική συμφωνία είχε σχεδόν επιτευχθεί την προηγούμενη Παρασκευή, οι διαβουλεύσεις για ορισμένες αμφιλεγόμενες πτυχές της συνεχίστηκαν όλο το Σαββατοκύριακο.

Το ταμείο υποδομών, που θα χρηματοδοτήσει έργα για τα επόμενα 12 χρόνια, προβλέπει άμεση διάθεση 100 δισ. ευρώ στο Ταμείο Μετάβασης για το Κλίμα. Από τα υπόλοιπα κεφάλαια, 300 δισ. ευρώ θα διατεθούν στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση και 100 δισ. ευρώ στα κρατίδια της Γερμανίας για επιπλέον επενδύσεις σε υποδομές.

Επιπλέον, η συμφωνία προβλέπει την εξαίρεση των αμυντικών δαπανών που υπερβαίνουν το 1% του ΑΕΠ από το φρένο χρέους, ενώ οι τοπικές κυβερνήσεις θα μπορούν να διατηρούν ετήσια δημοσιονομικά ελλείμματα έως 0,35% του ΑΕΠ.

Το επόμενο κρίσιμο στάδιο είναι η έγκριση του πακέτου από το Ομοσπονδιακό Συμβούλιο (Bundesrat), όπου τα κρατίδια έχουν λόγο ανάλογα με τον πληθυσμό τους. Σύμφωνα με την παράδοση, μια πρόταση εγκρίνεται μόνο εάν συμφωνούν όλα τα κόμματα που συμμετέχουν στις τοπικές κυβερνήσεις. Το μεγαλύτερο εμπόδιο φαίνεται να είναι η Βαυαρία, όπου οι Ελεύθεροι Ψηφοφόροι, κυβερνητικοί εταίροι της CSU, δεν έχουν ακόμα εκφράσει την υποστήριξή τους.

Παράλληλα, η Γερμανία βρίσκεται εν μέσω διαπραγματεύσεων για τον σχηματισμό νέας κυβέρνησης, γεγονός που περιπλέκει την κατάσταση. Οι συζητήσεις ενδέχεται να γίνουν ακόμη πιο έντονες λόγω της δημόσιας αντίδρασης σε ορισμένα από τα δημοσιονομικά μέτρα, όπως η μείωση του ΦΠΑ στην εστίαση, η φορολογική ελάφρυνση για τους αγρότες και οι αυξήσεις στον κατώτατο μισθό. Αυτές οι προτάσεις θα μπορούσαν να αυξήσουν σημαντικά το γερμανικό έλλειμμα, που σήμερα βρίσκεται στο 2% του ΑΕΠ.

Επιπτώσεις στην Ευρώπη

Σύμφωνα με την ING, η απόφαση της Γερμανίας σηματοδοτεί μια στροφή από την παραδοσιακή δημοσιονομική πειθαρχία της, γεγονός που μπορεί να έχει επιπτώσεις σε ολόκληρη την Ευρώπη. Αν και το φρένο χρέους δεν καταργείται επίσημα, στην πράξη χαλαρώνει σημαντικά, με αποτέλεσμα η Γερμανία να απομακρύνεται από τον ρόλο του ηγέτη της δημοσιονομικής λιτότητας στην ΕΕ.

Εάν η επόμενη κυβέρνηση δεν εφαρμόσει περαιτέρω διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, όπως αλλαγές στο συνταξιοδοτικό σύστημα και στην ηλικία συνταξιοδότησης, η Γερμανία μπορεί να δυσκολευτεί να πείσει τους Ευρωπαίους εταίρους της να ακολουθήσουν αυστηρότερη δημοσιονομική πολιτική.

Οικονομικές προοπτικές

Η χαλάρωση του φρένου χρέους δεν εγγυάται αυτόματα υψηλότερη ανάπτυξη. Η ρήτρα διαφυγής του μηχανισμού έχει ήδη ενεργοποιηθεί αρκετές φορές τα τελευταία χρόνια, χωρίς να αποτρέψει τη δομική στασιμότητα της γερμανικής οικονομίας. Η διαφορά αυτή τη φορά είναι η δημιουργία του Ταμείου Υποδομών των 500 δισ. ευρώ, το οποίο, αν χρησιμοποιηθεί σωστά, θα μπορούσε να στηρίξει μια κυκλική ανάκαμψη.

Ωστόσο, από μόνα τους αυτά τα μέτρα δεν αρκούν για να ενισχύσουν την ανταγωνιστικότητα της χώρας. Οι επενδύσεις σε υποδομές είναι αναγκαίες, αλλά δεν εγγυώνται καινοτομία, ανάπτυξη νέων τομέων ή διαρθρωτική οικονομική ανάκαμψη.

Σε κάθε περίπτωση, οι πιθανότητες για μια σύντομη ανάκαμψη ενισχύονται λόγω της βελτίωσης του οικονομικού κλίματος και των επερχόμενων δημοσίων δαπανών. Το ερώτημα είναι εάν αυτή η ανάκαμψη μπορεί να αποκτήσει διαρθρωτικό χαρακτήρα, κάτι που θα εξαρτηθεί από τις μεταρρυθμίσεις που θα συμφωνηθούν στον νέο κυβερνητικό συνασπισμό. Αν αυτές δεν υλοποιηθούν, το τρέχον δημοσιονομικό πακέτο κινδυνεύει να αποδειχθεί μια προσωρινή ενίσχυση που σύντομα θα εξανεμιστεί, όπως σημειώνει η ING.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ: