Το Eurogroup έφερε δόση και άνοιγμα της συζήτησης για τα δάνεια του ΔΝΤ
- 05/04/2019, 15:17
- SHARE
Την έγκριση της δόσης ενός περίπου δισεκατομμυρίου (973 εκατ. ευρώ) από την ενεργοποίηση των μέτρων ελάφρυνσης του χρέους επιβεβαίωσε ο πρόεδρος του Eurogroup, Μάριο Σεντένο, κατά τη συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε μετά το πέρας της συνεδρίασης στο Βουκουρέστι.
Όπως σημείωσε ο ίδιος, η απόφαση λήφθηκε στη βάση της θετικής αξιολόγησης των θεσμών για την εκπλήρωση από την Ελλάδα των συμφωνημένων δεσμεύσεων, που αφορούν μεταξύ άλλων τον προϋπολογισμό για το 2019 και την ολοκλήρωση «σημαντικών διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων», συμπεριλαμβανομένης της νομοθεσίας για την προστασία της πρώτης κατοικίας. «Η εν λόγω νομοθεσία θα είναι προσωρινή και θα τερματιστεί στο τέλος του 2019», ανέφερε ο Μ. Σεντένο, παραπέμποντας σε σχετικές δεσμεύσεις του Έλληνα υπουργού Οικονομικών, ενώ σημείωσε ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, θα παρακολουθεί το δημοσιονομικό και χρηματοπιστωτικό αντίκτυπο του μέτρου.
Σύμφωνα με τον πρόεδρο του Eurogroup, η έγκριση της δόσης είναι ένα «θετικό σημάδι» για τους επενδυτές ειδικά σε ό,τι αφορά στην “ιδιοκτησία” των μεταρρυθμίσεων, κάτι που φάνηκε στις αγορές «ήδη από σήμερα».
Ως ένα «ακόμα βήμα» προκειμένου να γίνει το ελληνικό ζήτημα μια «ιστορία επιτυχίας» χαρακτήρισε από την πλευρά του τη σημερινή απόφαση ο επίτροπος Οικονομικών Υποθέσεων, Πιερ Μοσκοβισί, κάνοντας λόγο, επίσης, για «ισχυρό σήμα» προς τους επενδυτές και τις αγορές, καθώς αποδεικνύει ότι η Ελλάδα συνεχίζει τις μεταρρυθμίσεις και οι Ευρωπαίοι εταίροι της συνεχίζουν να την υποστηρίζουν.
«Η Ελλάδα έχει κάνει ό,τι ήταν δυνατό προκειμένου να σεβαστεί τις δεσμεύσεις της» δήλωσε ο Π. Μοσκοβισί, σημειώνοντας ότι η Επιτροπή κατέθεσε την επικαιροποιημένη έκθεση ενισχυμένης εποπτείας την Τετάρτη προκειμένου να προετοιμάσει τη σημερινή απόφαση. Σε ό,τι αφορά στο διάδοχο σχήμα του νόμου Κατσέλη, ανέφερε ότι έχει συγκεκριμένο σκοπό, να προστατεύσει τα ευάλωτα νοικοκυριά, χωρίς να υπονομεύσει τις προσπάθειες μείωσης των κόκκινων δανείων, ενώ τόνισε και αυτός την ανάγκη να είναι «προσωρινό».
Το μέλος του Εκτελεστικού Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Μπενουά Κερέ, που συμμετείχε επίσης στη συνέντευξη Τύπου του Eurogroup, εξέφρασε την ικανοποίησή του για το τελικό νομοσχέδιο για την προστασία της πρώτης κατοικίας. Όπως είπε, στην αρχική πρόταση η ΕΚΤ είχε καταγράψει κάποιους κινδύνους που ενδεχομένως θα επηρέαζαν αρνητικά τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, τη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων ακόμα και το δικαστικό σύστημα. Ωστόσο, στην τελική νομοθεσία οι εν λόγω κίνδυνοι περιορίζονται σημαντικά και αναμένεται θετικός αντίκτυπος στη μείωση των “κόκκινων δανείων”. Επίσης, ανέφερε ότι η ΕΚΤ θα παρακολουθεί στενά την εφαρμογή της νομοθεσίας και θα δημοσιεύσει την πρώτη αξιολόγησή της στα μέσα του 2019.
Κλάους Ρέγκλινγκ: Θετικός ο ESM για πρόωρη αποπληρωμή του ΔΝΤ. Θα συνέβαλε στη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους
Τέλος, από την πλευρά του, ο επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας, Κλάους Ρέγκλινγκ, επανέλαβε ότι το ακριβές ποσό της εκταμίευσης ανέρχεται στα 973 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων τα 644 εκατ. αφορούν την επιστροφή των κερδών των κεντρικών τραπεζών από τα ελληνικά ομόλογα και τα υπόλοιπα την αναστολή της προσαύξησης του επιτοκίου για τη δεύτερη δανειακή σύμβαση.
Υπενθύμισε επίσης ότι δεν πρόκειται για νέο δάνειο αλλά για “μεταφορά” κεφαλαίων, χωρίς προϋποθέσεις που συνδέονται μόνο με τη δέσμευση της Ελλάδας να συνεχίσει τις μεταρρυθμιστικές προσπάθειες και που θα τη βοηθήσουν να αποπληρώσει τα δάνειά της.
Ο Κ. Ρέγκλινγκ ανέφερε πως η εκταμίευση θα γίνει μόλις ολοκληρωθούν οι εθνικές διαδικασίες έγκρισης και «όχι αργότερα από τις αρχές Μαΐου».
Ερωτηθείς σχετικά με την πρόθεση της Ελλάδας να αποπληρώσει πρόωρα μέρος των δανείων της από το ΔΝΤ, είπε πως από πλευράς ESM «θα το υποστήριζε», ενώ τόνισε πως θα πρέπει πρώτα να συζητηθεί με τους πιστωτές προκειμένου να διασφαλιστεί ότι πληρούνται όλες οι προϋποθέσεις. Εξάλλου, σημείωσε ότι κάτι τέτοιο θα συνέβαλε στη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους καθώς για το ένα τρίτο των δανείων του ΔΝΤ (3,5 δισ.) η Ελλάδα πληρώνει «πολύ ακριβό» επιτόκιο 5%, «πολύ υψηλότερο» από το κόστος δανεισμού της στις αγορές.