Το οικονομικό θαύμα της Κίνας τα τελευταία 35 χρόνια
- 30/06/2016, 18:30
- SHARE
Πώς από μια φτωχή αγροτική οικονομία έγινε η μεγαλύτερη βιομηχανική και εξαγωγική χώρα του κόσμου.
Ο μετασχηματισμός της Κίνας τα τελευταία 35 χρόνια από μία φτωχή αγροτική οικονομία στη μεγαλύτερη βιομηχανική και εξαγωγική χώρα του κόσμου, αποτέλεσε μοναδικό στα χρονικά φαινόμενο αναπτυξιακής δυναμικής.
Σημειώνοντας έναν μέσο ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης σχεδόν 10% την περίοδο αυτή, η Κίνα ξεπέρασε το 2010 την Ιαπωνία σε οικονομικό μέγεθος και είναι η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου μετά την αμερικανική.
Η θεαματική ανάπτυξη της πιο πολυπληθούς χώρας του κόσμου – με 1,374 δισεκατομμύρια κατοίκους το 2015 – αντανακλάται σε μία εξ ίσου θεαματική βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των πολιτών της. Εκατοντάδες εκατομμύρια Κινέζοι μετακινήθηκαν σε υψηλότερα εισοδηματικά επίπεδα και δημιουργήθηκε μία νέα μεσαία τάξη με υψηλές δυνατότητες κατανάλωσης. Σύμφωνα με στοιχεία του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, το κατά κεφαλήν εισόδημα της Κίνας (σε ισοτιμίες αγοραστικής δύναμης) αυξήθηκε πέρυσι σε 14.107 δολάρια από 13.130 δολάρια το 2014 και προβλέπεται να υπερβεί τα 20.000 δολάρια το 2020.
Ο ρυθμός ανάπτυξης της κινεζικής οικονομίας επιβραδύνθηκε τα τελευταία χρόνια, εν μέσω περιορισμού της παγκόσμιας ζήτησης μετά τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008, αλλά παραμένει σε υψηλά επίπεδα. Πέρυσι, το ΑΕΠ (Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν) της Κίνας αυξήθηκε 6,9% έναντι 7,3% το 2014. Για το 2016, το ΔΝΤ προβλέπει ρυθμό ανάπτυξης 6,5%, ενώ για την περίοδο 2018-2021 εκτιμά ότι αυτός θα σταθεροποιηθεί στο 6%. Η εκτίμηση, επομένως, του ΔΝΤ, είναι ότι η κινεζική οικονομία θα αποφύγει μία ανώμαλη προσγείωση και ύφεση της οικονομίας της.
Η κινεζική κυβέρνηση προβλέπει, επίσης, ότι τα επόμενα χρόνια θα υπάρξει σταθεροποίηση των ρυθμών ανάπτυξης σε ικανοποιητικό επίπεδο. Για την επίτευξη του στόχου αυτού, το Πεκίνο διαμορφώνει ένα νέο μοντέλο ανάπτυξης, που θα βασίζεται πλέον περισσότερο στον τομέα των υπηρεσιών και την εγχώρια κατανάλωση, καθώς και στη σταδιακή περαιτέρω λειτουργία της οικονομίας με βάση τις δυνάμεις της αγοράς. Ο τομέας της βιομηχανίας, ο οποίος είχε υπερδιογκωθεί και έφθασε να αντιστοιχεί στο 46,7% του ΑΕΠ την 15ετία 1995-2010, έχει αρχίσει να περιορίζεται προς όφελος του τομέα των υπηρεσιών που αντιστοιχούσε στο 43,1% του ΑΕΠ την ίδια περίοδο. Ήδη, το Πεκίνο έχει ανακοινώσει μέτρα για τη συρρίκνωση κλάδων, όπου υπάρχει παγκόσμια υπερβάλλουσα προσφορά, όπως του χάλυβα και του άνθρακα, θέτοντας ως στόχο την ανάπτυξη κλάδων υψηλότερης τεχνολογίας. Ταυτόχρονα, ο στόχος είναι να μειώνονται και οι επενδύσεις (και η αποταμίευση) που είχαν φθάσει στο 49% στο ίδιο διάστημα προς όφελος της εγχώριας κατανάλωσης που αντιστοιχούσε μόνο στο 47%, ενώ στις αναπτυγμένες χώρες το ποσοστό αυτό είναι κατά κανόνα υψηλότερο από το 70%. Οι επενδύσεις αντιστοιχούσαν το 2015 στο 43,3% του ΑΕΠ και η αποταμίευση στο 46% του ΑΕΠ.
Η μεγάλη επιτυχία της αναπτυξιακής πολιτικής της Κίνας τις τελευταίες δεκαετίες έγινε δυνατή χάρη στη σταδιακή στροφή από το 1978, με προσεκτικά αλλά σταθερά βήματα, στην οικονομία της αγοράς από μία κεντρικά κατευθυνόμενη οικονομία. Η κεντρική κυβέρνηση επιδίωξε την προσέλκυση ξένων επενδύσεων και έδωσε στις τοπικές κυβερνήσεις τα περιθώρια να διαμορφώσουν δικές τους πολιτικές και πρωτοβουλίες για την ανάπτυξη, γεγονός που προκάλεσε έναν ανταγωνισμό στην κατεύθυνση αυτή μεταξύ των περιφερειών της που απέβη προς όφελος όλης της χώρας. Η κεντρική κυβέρνηση εισήγαγε θεσμούς αναδιανομής του εισοδήματος μεταξύ των περιφερειών και προσέφερε χρηματοδότηση για τη δημιουργία βασικών υποδομών που ενοποίησαν την εγχώρια αγορά και αύξησαν την ελκυστικότητα της οικονομίας. Το οικονομικό μοντέλο είναι σήμερα δυαδικό, καθώς οι παλαιές επιχειρήσεις παραμένουν υπό πλήρη κρατικό έλεγχο, ενώ ταυτόχρονα ευνοείται η δημιουργία νέων ιδιωτικών επιχειρήσεων και η οικονομία απελευθερώνεται.
Οι κινεζικές κυβερνήσεις εφάρμοσαν, παράλληλα, αποτελεσματικές μακροοικονομικές πολιτικές, συνδυάζοντας με επιτυχία τη δημοσιονομική και νομισματική πολιτική με πολιτικές απασχόλησης, ώστε να αντιμετωπίσουν γρήγορα τους κινδύνους – όπως τον υψηλό πληθωρισμό και την ανεργία τριβής – που προκαλούν οι υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης και διαρθρωτικών αλλαγών σε μεγάλη χρονική διάρκεια. Η κινεζική οικονομία αντιμετώπισε πληθωριστικά κύματα στα τέλη της δεκαετίας του ’80 και πιο πρόσφατα μετά τη μεγάλη άνοδο των τιμών των πρώτων υλών το 2008, αλλά κατάφερε να τις αντιμετωπίσει, χωρίς να επηρεασθεί η αναπτυξιακή δυναμική της. Ο πληθωρισμός διαμορφώθηκε στο 1,4 % σε μέσα επίπεδα του 2015, ενώ η ανεργία ήταν πολύ χαμηλή (4,1%).
Το αναπτυξιακό «θαύμα» της Κίνας στηρίχθηκε στις φθηνές εξαγωγές της στον υπόλοιπο κόσμο, οι οποίες έγιναν δυνατές όχι μόνο λόγω του χαμηλού κόστους εργασίας της, αλλά και λόγω της διοικητικά καθοριζόμενης συναλλαγματικής ισοτιμίας του νομίσματός της, Οι τεράστιες εξαγωγές της έχουν καταστήσει μόνιμα πλεονασματικό το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της (το 2015 ανήλθε στα 2,7% του ΑΕΠ αλλά το 2007 είχε φθάσει στο 10,1% του ΑΕΠ). Ωστόσο, ο όγκος των εξαγωγών μειώθηκε κατά 2,2% πέρυσι, ενώ των εισαγωγών μειώθηκε κατά 0,7%.
Μία έκθεση της Παγκόσμιας Τράπεζας από το 2012, με τίτλο: «Κίνα 2030: Δημιουργώντας μία σύγχρονη, αρμονική και δημιουργική κοινωνία υψηλού εισοδήματος», αναφέρει ότι οι χώρες που προχωρούν από την κατηγορία του χαμηλού σε εκείνη του μεσαίου εισοδήματος, όπως η Κίνα, στη συνέχεια «βραχυκυκλώνονται» από κρίσεις και δεν μεταβαίνουν στο επίπεδο του υψηλού εισοδήματος. Θεωρεί, ωστόσο, ότι η Κίνα μπορεί να ξεφύγει από την «παγίδα του μεσαίου εισοδήματος», με την προϋπόθεση ότι η χώρα θα περάσει από τις πολιτικές των τελευταίων 10ετιών σε μία νέα στρατηγική που θα λαμβάνει υπόψη τις διαφορετικές προκλήσεις που θα έχει να αντιμετωπίσει η οικονομία της στο μέλλον. Όπως αναφέρει η Παγκόσμια Τράπεζα, το πλεονέκτημα της Κίνας είναι ότι – σε αντίθεση με τις άλλες μεγάλες οικονομίες – έχει σημαντικά περιθώρια δημοσιονομικής ενίσχυσης της ανάπτυξης της οικονομίας της, καθώς το δημοσιονομικό έλλειμμα και το δημόσιο χρέος της κινούνται σε χαμηλά επίπεδα (2,7% και 43,9% του ΑΕΠ, αντίστοιχα, το 2015).
Η έκθεση αναφέρει ότι η δημοσιονομική στήριξη δεν θα είναι αρκετή και θα χρειαστούν οι διαρθρωτικές αλλαγές και η αλλαγή του θεσμικού πλαισίου της οικονομίας που θα στηρίξουν τη νέα αναπτυξιακή στρατηγική της Κίνας. Η χώρα θα μπορεί να βασισθεί στα δυνατά «χαρτιά» της – τις υψηλές αποταμιεύσεις, την πληθώρα εργατικού δυναμικού που γίνεται όλο και πιο εξειδικευμένο και το περιθώριο περαιτέρω μετακίνησης πληθυσμού από τις αγροτικές στις αστικές περιοχές. Ταυτόχρονα, η χώρα θα πρέπει να αντιμετωπίσει έναν αριθμό σημαντικών προκλήσεων και κινδύνων, όπως η βαθμιαία γήρανση του πληθυσμού, η αυξανόμενη ανισότητα στην κατανομή του εισοδήματος, το μεγάλο έλλειμμα στην προστασία του περιβάλλοντος και τις εξωτερικές ανισορροπίες.
Βασικά μεγέθη οικονομίας της Κίνας, 2015 (Πηγή: Διεθνές Νομισματικό Ταμείο)
ΑΕΠ (σε ισοτιμίες αγοραστικής δύναμης) 19,392 τρισ. δολάρια
Κατά κεφαλήν ΑΕΠ (σε ισοτιμίες αγοραστικής δύναμης) 14,107 χιλιάδες δολάρια
Ρυθμός ανάπτυξης 6,9%
Πληθωρισμός (μέσα επίπεδα έτους) 1,4%
Ανεργία 4,1%
Εξαγωγές (Μεταβολή όγκου) -2,2%
Έσοδα Γενικής Κυβέρνησης 29,2% του ΑΕΠ
Δαπάνες Γενικής Κυβέρνησης 31,9% του ΑΕΠ
Έλλειμμα Γενικής Κυβέρνησης 2,7% του ΑΕΠ
Χρέος Γενικής Κυβέρνησης 43,9% του ΑΕΠ
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ