Το κόστος ενέργειας και τα αυξημένα ναύλα γονατίζουν τις επιχειρήσεις
- 27/01/2022, 10:22
- SHARE
Με την πλάτη στραμμένη στον τοίχο παραμένουν οι ελληνικές επιχειρήσεις οι οποίες, εκεί που προσπαθούν να πάρουν ανάσα και να ανασυνταχθούν, βρίσκονται αντιμέτωπες με μια νέα συμφορά που κοστίζει στα ταμεία τους, από μερικές χιλιάδες έως και εκατομμύρια ευρώ, ανάλογα με το μέγεθος της εταιρείας και τον κλάδο στον οποίο δραστηριοποιείται.
Μέσα στην πανδημία η έλλειψη σε αποθήκες logistics ήταν εμφανής και οι διοικήσεις των εταιρειών σύντομα αντιλήφθηκαν την εξάρτησή τους από τρίτα μέρη και συνάμα την αδυναμία ευελιξίας σε έκτακτες καταστάσεις. Είναι άλλο πράγμα να μπορείς να αποθηκεύσεις και να διακινείς ο ίδιος το εμπόρευμά σου ανά πάσα ώρα και στιγμή και, άλλο να περιμένεις να μπεις στο pipeline μιας εξωτερικής εταιρείας logistics, η οποία έχει να εξυπηρετήσει έναν μεγάλο αριθμό πελατών ταυτόχρονα και να δώσει προτεραιότητα όταν το σύστημα είναι«κολλημένο».
Το πάθημα έγινε μάθημα και πλέον στο κομμάτι των logistics, έχουν αρχίσει να επενδύουν ολοένα και περισσότερες επιχειρήσεις. Ωστόσο, μετά την υγειονομική, σειρά έχει η τεράστια ενεργειακή κρίση παράλληλα με ένα υψηλό κόστος μεταφορικών που καθιστά αποτρεπτική την οποιαδήποτε εισαγωγική – εξαγωγική δραστηριότητα εμπορευμάτων, πρώτων υλών και συσκευασιών.
Παράγοντες της αγοράς αποτιμούν στο Fortune Greece τις οικονομικές επιπτώσεις των αυξημένων ναύλων και του κόστους ενέργειας, εκφράζοντας την ανησυχία τους για την επόμενη μέρα.
«Στον Θεό» οι συσκευασίες προϊόντων
Σύμφωνα με τον Κώστα Βαλκανά, συνιδρυτή της εταιρείας Ertha που δραστηριοποιείται στον χώρο των αφεψημάτων με βασικό συστατικό την κάνναβη, η μεγαλύτερη μεταβολή παρατηρείται στα υλικά συσκευασίας και στο κόστος μεταφοράς, το οποίο από τον Δεκέμβριο του 2021 μέχρι και σήμερα ανέβηκε στο + 17% με +25%.
«Ως εταιρεία είμαστε μικροί σε μέγεθος πράγμα που σημαίνει ότι είμαστε αναγκασμένοι να απορροφήσουμε το έξτρα κόστος διαφορετικά μία επιχείρηση όπως η δική μας θα βγει εκτός αγοράς. Το μοντέλο λειτουργίας που ακολουθούμε είναι: πρώτες ύλες, υλικά συσκευασίας, παραγωγή και πώληση. Επομένως δεν μπορείς να κάνεις περικοπές σε κάποιο κομμάτι του PNL. Το όριο επιβίωσης μιας επιχείρησης καθορίζεται από τα ταμειακά της διαθέσιμα αλλά και από το σε ποια φάση ανάπτυξης βρίσκεται. Δυστυχώς δεν υπάρχει plan B, η τρέχουσα κατάσταση είναι μονόδρομος. Αναγκαστικά θα πρέπει να κόψεις budget από το marketing και την επικοινωνία» λέει χαρακτηριστικά στο fortunegreece.com ο κ. Βαλκανάς.
Παρά τις αντίξοες συνθήκες, η εταιρεία του μπήκε το Δεκέμβριο στην αγορά της Ιταλίας και της Τσεχίας ανεβάζοντας τον αριθμό των χωρών που δραστηριοποιείται σε τέσσερις συμπεριλαμβανομένης της Γαλλίας και της Κύπρου. Όπως αποκάλυψε, αυτή την περίοδο διεξάγονται συζητήσεις για είσοδο στην αγορά της Σουηδίας.
«Το κόστος ενέργειας είναι επί δύο ή ακόμη και τρεις φορές πάνω. Δε νομίζω ότι θα εξομαλυνθεί σύντομα η κατάσταση. Παράλληλα σε επίπεδο κατανάλωσης θα παραμείνουν ψηλά οι τιμές ενώ ταυτόχρονα θα πέσει και το εισόδημα του Έλληνα».
Δέκα φορές πάνω τα κοντέινερ από Ασία
Την ίδια αγωνία μοιράζεται και ο Κώστας Καλαφατάς, δεύτερης γενιάς επιχειρηματίας της Samba Cafe, μιας από τις ιστορικότερες ελληνικές εταιρείες καβουρντίσματος καφέ.
«Τα μεταφορικά κόστη στα κοντέινερ από Ασία έχουν δεκαπλασιαστεί. Για ένα κοντέινερ που πληρώναμε 1.000 ευρώ τώρα πρέπει να καταβάλουμε έως και 10.000 ευρώ. Δεν είναι τυχαίο που η Ευρωπαϊκή Ένωση σκέφτεται το 2024 να βάλει τις μεγάλες εταιρείες logistics στο μικροσκόπιο των αρχών ανταγωνισμού, διότι αυτή τη στιγμή γίνεται μεγάλη σπέκουλα και εκμετάλλευση της κατάστασης. Τον τελευταίο χρόνο οι εταιρείες εμπορευματοκιβωτίων έχουν δει αύξηση κερδών που ισούται σωρευτικά με τα κέρδη της προηγούμενης δεκαετίας. Δηλαδή μέσα σε ένα χρόνο έβγαλαν όσα χρήματα κέρδισαν αθροιστικά τα προηγούμενα 10 χρόνια» επισημαίνει ο κ. Καλαφατάς.
Εξηγεί πως την εν λόγω οικονομική επιβάρυνση δε γίνεται να την απορροφήσει μία εταιρεία στο 100% και αναγνωρίζει ότι υπάρχει μία οριζόντια ανατίμηση καθώς τίποτα που εμπορεύεται αυτή τη στιγμή δεν έχει μείνει σταθερό. Τουναντίον η τιμή του έχει αυξηθεί προς τα πάνω.
«Ενδεικτικά να σας πω ότι οι τιμές της πρώτης ύλης για τον καφέ βρίσκονται στα ιστορικά υψηλά της τελευταίας δεκαετίας, στα 240 σεντς ανά λίβρα όταν πέρσι βρισκόταν στα 120 σεντς. Τρομακτικές αυξήσεις καταγράφονται στο λογαριασμό του ηλεκτρικού, σχεδόν διπλάσια τα τιμολόγια κάτι που μας αναγκάζει να βάλουμε φωτοβολταϊκά πάνελ στην κτηριακή μας εγκατάσταση. Ως προς τις παραλαβές οριακά προλαβαίνουμε την παραλαβή πρώτων υλών, τόσο από τους Έλληνες, όσο και από τους Ευρωπαίους προμηθευτές. Ειδικά από Ευρώπη υπάρχει καθυστέρηση τουλάχιστον 15 ημερών. Ευτυχώς δεν έχουμε ξεμείνει από εμπόρευμα. Σε ό,τι αφορά την αύξηση της τιμής στις συσκευασίες, στις πλαστικές ανέρχεται σε 10%, ενώ στα χαρτοκιβώτια τα οποία τα παίρνουμε από Έλληνες προμηθευτές αγγίζει το 40%».
Για τον κ. Καλαφατά είναι δυσοίωνα τα σημάδια σε ό,τι αφορά την επάρκεια της εφοδιαστικής αλυσίδας, τα φαινόμενα πληθωρισμού, αλλά και το πως θα επηρεαστεί η καταναλωτική δύναμη.
Επενδύσεις σε λιγότερο ενεργοβόρο εξοπλισμό
«Η ενεργειακή κρίση έχει αναμφίβολα επηρεάσει ανοδικά το κόστος παραγωγής και τα καύσιμα είναι πολύ ακριβά, τόσο για τα οχήματα στόλου, όσο και για αρκετά μηχανήματα που λειτουργούν με πετρέλαιο. Η διοίκηση της ΙΚΤΙΝΟΣ προσπαθεί μέσω της μείωσης του παραγωγικού κόστους, παραμένοντας συνεπής στο επενδυτικό έργο της τελευταίας τριετίας να περιορίσει τον αντίκτυπο» αναφέρει ο Παναγιώτης Λιαρδάκης, Risk & Compliance Officer στην μαρμαροβιομηχανία ΙΚΤΙΝΟΣ.
Διευκρινίζει πως στην περίπτωση της εταιρείας του το μεταφορικό κόστος – το οποίο από την αρχή της πανδημίας έχει ανέβει 4 φορές – επιβαρύνει τον πελάτη. Όμως ακόμη και αυτή η πρακτική έχει σημαντικές οικονομικές επιπτώσεις. «Εμείς πηγαίνουμε το μάρμαρο στο λιμάνι και ο πελάτης το στέλνει όπου εκείνος θέλει. Σε αυτή την περίπτωση ο αντίκτυπος είναι στις πωλήσεις καθώς αυξάνεται το συνολικό κόστος ανά πελάτη και εκείνοι αναγκάζονται να παραγγείλουν μικρότερες ποσότητες. Προς το παρόν αυτή η κατάσταση είναι διαχειρίσιμη διότι η εταιρεία είχε προχωρήσει τα προηγούμενα χρόνια, μέσα από μία επένδυση ύψους 7 εκατομμυρίων ευρώ, σε αντικατάσταση του μηχανολογικού εξοπλισμού με λιγότερο ενεργοβόρα μηχανήματα τα οποία είναι πιο γρήγορα και πιο αποδοτικά. Αν όμως συνεχιστεί τα πράγματα θα είναι δύσκολα για όλους».