Το πλάνο που υπόσχεται μείωση 53 δισ. ευρώ στα κόκκινα δάνεια ως το 2021 και ο ρόλος του «Ηρακλή»
- 22/10/2019, 15:46
- SHARE
Η πρόοδος που έχει επιτευχθεί στη διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων και σε νομοθετικό και σε πραγματικό επίπεδο τα τελευταία τρία χρόνια είναι σημαντική. Η Ελλάδα μπορεί να εμφανίζει ακόμη στην Ευρώπη υψηλό επίπεδο κόκκινων δανείων, παράλληλα όμως διαθέτει πλέον ένα από τα πιο σύγχρονα νομοθετικά πλαίσια στον τομέα αυτό, ιδίως σε ό,τι αφορά τις πωλήσεις, τιτλοποιήσεις και διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Στο πλαίσιο αυτού του σημαντικού νομοθετικού εκσυγχρονισμού εντάσσεται και το πρόσφατα εγκριθέν σχέδιο «Ηρακλής».
Το συμπέρασμα αυτό προκύπτει από τις τοποθετήσεις, στη διάρκεια του πρώτου πάνελ του 11ου συνεδρίου «Risk Management and compliance» της ΕΕΔΕ, τόσο της γενικής γραμματέως της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών (ΕΕΤ), καθηγήτριας Χαρούλας Απαλαγάκη, που συντόνισε την συζήτηση, όσων και της Φωτεινής Ιωάννου (γενικής διευθύντριας διαχείρισης απαιτήσεων εταιρικής και λιανικής τραπεζικής της Εθνικής Τράπεζας) και των κ.κ Θ. Αθανασόπουλου (εντεταλμένου γενικού διευθυντή καθυστερήσεων Wholesale Banking της Alpha Bank) Γ. Γεωργακόπουλου (διευθ. σύμβουλος της AFS, εταιρίας διαχείρισης απαιτήσεων του Ομίλου της Τράπεζας Πειραιώς και εκτελεστικό μέλος του ΔΣ της Τράπεζας) και Τ. Πανούση ( γενικός διευθυντής διαχείρισης προβληματικών δανείων λιανικής τραπεζικής της Eurobank και διευθύνων σύμβουλος της Eurobank FPS).
Όπως επισημάνθηκε, μεταξύ άλλων, οι εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων, 21 σε αριθμό σήμερα, που έχουν αναλάβει να διαχειριστούν σημαντικό όγκο μη εξυπηρετούμενων δανείων λειτουργούν με θεσμικές και λειτουργικές εγγυήσεις και διαθέτουν τη σωστή στελέχωση. Το κρίσιμο είναι η διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων να γίνει με τρόπο ώστε να διατηρηθεί η βιωσιμότητα των επιχειρήσεων και η πρόσβαση τους στον τραπεζικό δανεισμό. Τονίστηκε επίσης, ότι σε κάθε αναδιάρθρωση το κριτήριο είναι η διαφύλαξη του επιχειρηματικού συμφέροντος της τράπεζας και βεβαίως η τήρηση του αυστηρού κανονιστικού πλαισίου.
Όπως ανέφερε ο κ. Πανούσης, τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα θα μειωθούν την τριετία 2019-2021 κατά 53 δισ. ευρώ ακόμη. Η μείωση αυτή, όπως είπε ο κ. Πανούσης, θα προέλθει κατά 60% από πωλήσεις και τιτλοποιήσεις δανείων, κατά 20% από βιώσιμες λύσεις και αύξηση της εισπραξιμότητας και κατά 20% από ρευστοποιήσεις και διαγραφές. Όπως τόνισε όμως ο κ. Πανούσης, η προσπάθεια θα συνεχιστεί με ακόμη ταχύτερα βήματα και μετά αυτό το χρονικό ορόσημο καθώς τελικός στόχος είναι και στη χώρα μας τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια να συγκλίνουν στο μέσο ευρωπαϊκό όρο που είναι 5%.
Ο κ. Γεωργακόπουλος από την πλευρά, επισήμανε ότι για να υπάρξει πραγματική επανεκκίνηση της οικονομίας, πρέπει εκτός από την μείωση του δείκτη των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων, να γίνουν βιώσιμα και τα δάνεια των νοικοκυριών και επιχειρήσεων. Με απλά λόγια να θεραπευτούν οι λογαριασμοί των πολιτών και επιχειρήσεων (δάνεια) ώστε να μπορούν να ενταχθούν ξανά στον οικονομικό κύκλο και στο πλαίσιο αυτό θα πρέπει να εστιασθεί η προσπάθεια.
Η κ. Ιωάννου επισήμανε μεταξύ άλλων, ότι βιώσιμες επιχειρήσεις καθώς και τα νοικοκυριά που έχουν ρυθμίσει τα δάνεια τους και έχουν εξυγιανθεί είναι ξανά υποψήφιοι προς χρηματοδότηση σε περίπτωση που το επιθυμούν.
Ο κ. Αθανασόπουλος επισήμανε ότι η πρόοδος στον τομέα των μη εξυπηρετούμενων δανείων οφείλεται, μεταξύ άλλων, στη δημιουργία οργανωτικών δομών στις τράπεζες, στο θεσμικό πλαίσιο και στην βελτίωση του μακροοικονομικού περιβάλλοντος. Καθώς και στην πειθαρχία που δείχνουν οι διοικήσεις των τραπεζών στην επίτευξη των στόχων που έχουν υποβληθεί στις εποπτικές αρχές.