Τράπεζες: Επιταχύνει deals με ξένους επενδυτές η «επενδυτική βαθμίδα»
- 24/10/2023, 09:38
- SHARE
Με την Alpha Bank και την Εθνική Τράπεζα στο επίκεντρο ανεβάζουν ταχύτητα οι διαδικασίες για την αποεπένδυση του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ) από τις τράπεζες ως αποτέλεσμα και της αλλαγής στο status του ρίσκου της χώρας.
Αυτό επισημαίνουν οικονομικοί παράγοντες κοντά στις τραπεζικές εξελίξεις τονίζοντας την αλλαγή που επέφερε στο περιβάλλον εν μέσω ανησυχιών για τις γεωπολιτικές εξελίξεις στην ευρύτερη περιοχή η αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας από τον οίκο Standard & Poor’s που “κλείδωσε” την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας.
Σημειώνεται ότι το ΤΧΣ γνωστοποίησε χθες ότι ξεκίνησε τη διαδικασία διορισμού Συμβούλου Διάθεσης για το deal UniCredit – Alpha Bank για την απόκτηση από την ιταλική τράπεζα του 9% της ελληνικής ενώ εντός των ημερών αναμένονται αποφάσεις και για την διαγωνιστική διαδικασία διάθεσης του 20% του Δημοσίου στην Εθνική Τράπεζα. Οι εξελίξεις χαιρετίζονται από στελέχη της αγοράς που σχολιάζουν το ειδικό βάρος της τοποθέτησης στην ελληνική αγορά της μεγάλης ξένης τράπεζας.
Σημειώνεται ότι το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας διαδραμάτισε κρίσιμο ρόλο στην ανακεφαλαιοποίηση του ελληνικού τραπεζικού συστήματος και στην αποκατάσταση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας μετά τη χρηματοπιστωτική κρίση της Ελλάδας την περίοδο 2012-2015. Έχει επενδύσει σημαντικά κεφάλαια τα τελευταία 10 χρόνια και στις τέσσερις ελληνικές συστημικές τράπεζες και πλέον εκτιμάται ότι θα λάβει σημαντικό αντίτιμο.
Σε πρόσφατο σημείωμά της η Moody’s εκτίμησε ότι το ΤΧΣ θα λάβει 3 με 4 δισ. ευρώ από την αποεπένδυση των ελληνικών τραπεζών μειώνοντας έτσι το συνολικό κόστος του ελληνικού δημοσίου από την ανακεφαλαιοποίηση και συνεισφέροντας στην σταθεροποίηση του τραπεζικού συστήματος.
Οι εξελίξεις επιταχύνονται, με την προσέλκυση μάλιστα ισχυρών ξένων επενδυτων καθώς σήμερα η Ελλάδα έχει βγει από τα μνημόνια και έχει ανακτήσει την εμπιστοσύνη των επενδυτών.
Μετά από 13 χρόνια ανέκτησε την επενδυτική βαθμίδα από τον οίκο Standard & Poor’s, που αναβάθμισε την Παρασκευή την αξιολόγηση της χώρας δίνοντας βαθμολογία ΒΒΒ- από BB+, με σταθερό το outlook. Η πρόοδος ως προς την δημοσιονομική εξυγίανση μετά την κρίση χρέους της περιόδου 2009 – 2015 αποτέλεσε πρόκριμα γι’ αυτή την εξέλιξη, σύμφωνα με τους οικονομικούς αναλυτές.
Ο οίκος ωστόσο αναμένει περαιτέρω δημοσιονομική πρόοδο και διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και εκτιμά ότι τα κονδύλια της ΕΕ που θα εισρεύσουν στην οικονομία θα στηρίξουν την ανάπτυξη την περίοδο 2023 – 2026 και θα συνεισφέρουν στη μείωση του χρέους. Προβλέπει ότι θα επιτευχθεί πρωτογενές πλεόνασμα τουλάχιστον 1,2% του ΑΕΠ φέτος, πάνω από τον στόχο του 0,7%, παρά το δημοσιονομικό κόστος που πρόσθεσαν οι πρόσφατες καταστροφές από τις πυρκαγιές και τις πλημμύρες.
Ωστόσο όπως σημειώνουν οικονομικοί αναλυτές και διεθνείς οργανισμοί η επενδυτική βαθμίδα δεν αποτελεί πανάκεια. Άλλοι παράγοντες είναι αυτοί που κάνουν τις ξένες επιχειρήσεις και τα κεφάλαια να τοποθετούνται σε μια χώρα. Πρακτικά, οι καλές αποδόσεις θα προσελκύσουν επενδυτές και θα καταστήσουν βιώσιμη την ανάπτυξη της οικονομίας στη νέα φάση. Αυτό άλλωστε παρατηρείται σήμερα στις ΗΠΑ, όπου ενισχύεται σταθερά το δολάριο έναντι του ευρώ, ακριβώς επειδή οι αποδόσεις είναι πιο ελκυστικές.
Επομένως, η χώρα πρέπει να πείσει σε σταθερή βάση τους επενδυτές μετά την πιστοληπτική διαβάθμιση, ώστε να εδραιώσει την εμπιστοσύνη τους και να μεγιστοποιήσει τα οφέλη της επενδυτικής βαθμίδας. Έτσι, θα μπορεί να δανείζεται φθηνότερα και το ίδιο θα μπορούν να πετύχουν οι ελληνικές επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά, ειδικά σε μια εποχή που πλήττονται λόγω της ακρίβειας βασικών αγαθών, των παρενεργειών του πληθωρισμού σε μια σειρά από τομείς και τα υψηλά επιτόκια.
Εξάλλου και στην έκθεσή του ESM καταγράφεται η ανάγκη να διατηρηθεί η μεταρρυθμιστική πορεία και να εδραιωθεί το κλίμα εμπιστοσύνης που συνεπάγεται η επενδυτική βαθμίδα. Με πολιτικές προς αυτή την κατεύθυνση μακροπρόθεσμα η χώρα θα έχει μια διαφορετική αντιμετώπιση από τους επενδυτές, με την τοποθέτηση στην τοπική αγορά ξένων επιχειρήσεων και την εισροή κεφαλαίων.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ: