ΤτΕ: Τρεις προκλήσεις οικονομικής πολιτικής εν μέσω πληθωριστικών πιέσεων
- 22/12/2022, 09:25
- SHARE
Εξέλιξη μισθών και ενεργειακού κόστους, ανάσχεση μέρους των επιπτώσεων του πληθωρισμού και επενδύσεις με ευρωπαϊκές χρηματοδοτήσεις αποτελούν τις βασικές προκλήσεις της οικονομικής πολιτικής, σύμφωνα με τον διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννη Στουρνάρα, που προβλέπει πληθωρισμό στα επίπεδα του 5,8% το 2023.
Σύμφωνα με την Ενδιάμεση Έκθεση Νομισματικής Πολιτικής 2022, καθώς ο υψηλός πληθωρισμός πλήττει αναλογικά περισσότερο τις χαμηλότερες εισοδηματικές ομάδες του πληθυσμού, τα μέτρα στήριξης κρίνονται αναγκαία αλλά θα πρέπει να είναι στοχευμένα και προσωρινά στο πλαίσιο του διαθέσιμου δημοσιονομικού χώρου. Κάτι τέτοιο είναι απαραίτητο, καθώς η δημοσιονομική πολιτική θα πρέπει να έχει περιοριστική κατεύθυνση, ώστε να δράσει συμπληρωματικά με τη νομισματική πολιτική, συμβάλλοντας στην κάμψη του πληθωρισμού, και ταυτόχρονα να διασφαλίσει τη δημοσιονομική σταθερότητα.
Σύμφωνα με τον διοικητή της ΤτΕ, οι όποιες μισθολογικές αυξήσεις αποφασιστούν (για παράδειγμα στον κατώτατο μισθό) θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τις δυνατότητες της οικονομίας, να μην τροφοδοτούν περαιτέρω την άνοδο του πληθωρισμού και συνολικά να μην υπονομεύουν την πρόοδο που έχει επιτευχθεί σε όρους ανταγωνιστικότητας την τελευταία δεκαετία.
Καθώς εντείνονται οι αβεβαιότητες που συνδέονται με το διεθνές οικονομικό περιβάλλον, την επιτάχυνση του πληθωρισμού και τον ενεργειακό εφοδιασμό, η ΤτΕ αναδεικνύει 3 προκλήσεις οικονομικής πολιτικής:
-Την εξέλιξη των μισθών αλλά και του ενεργειακού κόστους, ώστε να διατηρηθούν τα οφέλη σε όρους ανταγωνιστικότητας που έχουν επιτευχθεί,
-Την ανάσχεση μέρους των επιπτώσεων των πληθωριστικών πιέσεων στο εισόδημα των νοικοκυριών, κυρίως για τις ευάλωτες ομάδες του πληθυσμού, προκειμένου να στηριχθεί η κατανάλωση και να διατηρηθεί η αναπτυξιακή δυναμική και
-Τη μεγιστοποίηση του οφέλους από την υλοποίηση των επενδυτικών δράσεων που συνδέονται με το NextGenerationEU.
Καμπανάκι για τη ζήτηση η απομείωση καταθέσεων
Σημειώνεται ότι κινητήριος μοχλός της ανάπτυξης το εννεάμηνο του 2022 ήταν η ιδιωτική κατανάλωση, η οποία κατέγραψε ισχυρούς ρυθμούς ανόδου (+9,5% σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2021, με συμβολή +6,5 ποσ. μον.), παρά τη μείωση του πραγματικού διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών λόγω των έντονων πληθωριστικών πιέσεων. Σύμφωνα με στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, το ονομαστικό διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών και των μη κερδοσκοπικών ιδρυμάτων που εξυπηρετούν τα νοικοκυριά αυξήθηκε κατά 3,2% κατά μέσο όρο το πρώτο εξάμηνο του 2022, ενώ το πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα μειώθηκε κατά 4,7% λόγω του αυξανόμενου πληθωρισμού.
Η άνοδος της ιδιωτικής κατανάλωσης αντανακλά την αποδέσμευση της αναβληθείσας κατανάλωσης των νοικοκυριών, η οποία υποστηρίχθηκε από τις αποταμιεύσεις που είχαν συσσωρευτεί κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Ο μέσος όρος του ποσοστού αποταμίευσης των νοικοκυριών για κυλιόμενο διάστημα τεσσάρων τριμήνων καταδεικνύει τη σημαντική αποκλιμάκωση των υψηλών ποσοστών αποταμίευσης από το τέλος του 2021 και ιδιαίτερα τα δύο πρώτα τρίμηνα του 2022, λόγω της άρσης των περιοριστικών μέτρων που είχαν οδηγήσει σε αναγκαστική αποταμίευση των νοικοκυριών, καθώς και λόγω του υψηλού πληθωρισμού που μείωσε την αγοραστική τους δύναμη οδηγώντας σε απομείωση των αποταμιεύσεων για τη στήριξη της καταναλωτικής τους δαπάνης.
Η αύξηση του δείκτη όγκου λιανικών πωλήσεων και η άνοδος των πωλήσεων οχημάτων ιδιωτικής χρήσης επιβεβαιώνουν τη θετική πορεία της ιδιωτικής κατανάλωσης. Παράλληλα, καταγράφεται αυξημένη κατανάλωση υπηρεσιών τις οποίες είχαν στερηθεί τα νοικοκυριά κατά τη διάρκεια της πανδημικής κρίσης. Ωστόσο, η εξέλιξη της ιδιωτικής κατανάλωσης το τρέχον έτος περιβάλλεται από αβεβαιότητες, που αφορούν κυρίως την αύξηση του πληθωρισμού, που πλήττει το πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών, καθώς και την απομείωση των αποταμιευτικών πόρων των νοικοκυριών που συσσωρεύτηκαν την περίοδο της πανδημίας. Επιπλέον, οι αυξήσεις των τιμών, ιδίως στα αγαθά με ανελαστική ζήτηση, έχουν διανεμητικές επιδράσεις, πλήττοντας περισσότερο τα νοικοκυριά με χαμηλότερα εισοδήματα, τα οποία δαπανούν σχετικά υψηλότερο ποσοστό του εισοδήματός τους σε είδη διατροφής και ενέργεια.
Εντούτοις, αντισταθμιστική αναμένεται να είναι η επίδραση των στοχευμένων μέτρων της κυβέρνησης για τη στήριξη των ευάλωτων νοικοκυριών έναντι των αυξήσεων των τιμών της ενέργειας (10,7 δισ. ευρώ για το 2022, σύμφωνα με τον Κρατικό Προϋπολογισμό για το 2023), καθώς και της αύξησης των εισοδημάτων από εργασία λόγω της ανάκαμψης της οικονομικής δραστηριότητας.
Εν κατακλείδι, η ΤτΕ επισημαίνει ότι η λήψη μόνιμων οριζόντιων μέτρων στήριξης ενέχει τον κίνδυνο τροφοδότησης του πληθωρισμού από την πλευρά της ζήτησης. Επιπλέον, τα μέτρα στήριξης θα πρέπει να χρηματοδοτούνται από την αξιοποίηση του διαθέσιμου δημοσιονομικού χώρου, έτσι ώστε να μη μεταβάλλεται η περιοριστική κατεύθυνση της δημοσιονομικής πολιτικής και να μην υπονομεύεται η βιωσιμότητα του χρέους. Παράλληλα, η επιδοματική πολιτική για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης θα πρέπει να συνοδεύεται από δράσεις εξοικονόμησης ενέργειας και παροχή κινήτρων για μείωση της κατανάλωσης ενέργειας.