Άρης Μητσόπουλος (RAFARM): Τα γενόσημα καταλύτης για εξορθολογισμό της φαρμακευτικής δαπάνης
- 19/03/2025, 12:05
- SHARE

Ο Άρης Μητσόπουλος, Αντιπρόεδρος της RAFARM, ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας με ένα από τα μεγαλύτερα επενδυτικά προγράμματα στον κλάδο, ύψους 120 εκατ. ευρώ, μιλά για τα σχέδιά του αλλά και για τις εφικτές λύσεις στη δύσκολη εξίσωση της βιωσιμότητας του φαρμακευτικού συστήματος.
Στη συνέντευξη που παραχώρησε στο Fortune Greece, χαρτογραφεί την αγορά γενοσήμων στην Ευρώπη και στην Ελλάδα θεωρώντας ότι απαιτούνται νέες αποδοτικές θεσμικές πρωτοβουλίες που θα αυξήσουν το μερίδιο των γενοσήμων στο 50% στην Ελλάδα, ενώ υποστηρίζει ότι ισχυροποιώντας τα κίνητρα για επενδύσεις και δημιουργώντας ένα σταθερό επιχειρηματικό περιβάλλον με μειούμενο clawback, χωρίς υπερφορολόγηση, η Ελλάδα μπορεί να προσβλέπει σε αύξηση των επενδύσεων της φαρμακοβιομηχανίας σε παραγωγή και έρευνα. Έτσι, εκτιμά ότι θα ενισχυθεί η αυτάρκεια της χώρας σε φάρμακα και θα αυξηθούν οι εξαγωγές με αποτύπωμα στο ΑΕΠ της χώρας.
Είναι εφικτή μια πιο αποτελεσματική, δίκαιη και χρηματοοικονομικά επαρκής φαρμακευτική δαπάνη σε μια χώρα με περιορισμένες δημοσιονομικές αντοχές;
Αναμφίβολα πρόκειται για μια δύσκολη άσκηση, όμως ναι, είναι εφικτή. Απαιτεί στρατηγικό σχεδιασμό και συνεργασία όλων των ενδιαφερόμενων μερών. Οι περιορισμένοι πόροι και οι αυξανόμενες ανάγκες των ασθενών καθιστούν κρίσιμη τη δίκαιη κατανομή της φαρμακευτικής δαπάνης. Πάντα με γνώμονα το όφελος των ασθενών, χρειάζεται ένα βιώσιμο πλαίσιο φαρμακευτικής πολιτικής που θα ενισχύει τη χρηματοδότηση, θα εξορθολογεί την κατανάλωση, θα μειώνει τις συμμετοχές των ασθενών, θα διατηρεί χώρο για την καινοτομία και θα ενισχύει τη χρήση γενοσήμων, που αποδεδειγμένα μειώνουν το κόστος και βελτιώνουν την πρόσβαση στις θεραπείες.
Παράλληλα, η σταθερότητα στο επιχειρηματικό περιβάλλον είναι απαραίτητη. Η θέσπιση ενός τριετούς πλαισίου συνεργασίας μεταξύ της φαρμακοβιομηχανίας και του υπουργείου Υγείας, η αύξηση της δημόσιας δαπάνης, η μείωση της υπερφορολόγησης (clawback) και η ενίσχυση των κινήτρων για επενδύσεις μπορούν να συμβάλλουν ουσιαστικά στη βιωσιμότητα του συστήματος.
92% των φαρμάκων που περιλαμβάνονται στη λίστα κρίσιμων φαρμάκων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για μείζονα περιστατικά και καταστάσεις έκτακτης ανάγκης στη δημόσια υγεία είναι γενόσημα. Συνολικά, τα γενόσημα φάρμακα αντιπροσωπεύουν περίπου το 80% ΤΩΝ δραστικών ουσιών.
Ως Αντιπρόεδρος της RAFARM, μιας από τις μεγαλύτερες φαρμακοβιομηχανίες στη χώρα, πού βλέπετε περιθώρια βελτίωσης, πέρα από την αύξηση της δημόσιας δαπάνης;
Η αύξηση της διείσδυσης των γενοσήμων αποτελεί κομβικό παράγοντα εξορθολογισμού της φαρμακευτικής δαπάνης, αλλά δεν αρκεί από μόνη της. Χρειάζονται στοχευμένες παρεμβάσεις που θα ενισχύσουν τη σταθερότητα του συστήματος και θα διασφαλίσουν τη βιωσιμότητα.
Πιστεύω ότι χρειάζεται να ενισχυθεί το θεσμικό πλαίσιο για τα γενόσημα. Η ελληνική φαρμακοβιομηχανία έχει κυρίαρχο ρόλο στο νέο παραγωγικό μοντέλο της χώρας με επενδύσεις ύψους 1,5 δισ. ευρώ έως το 2026. Ωστόσο, τα γενόσημα φάρμακα κατέχουν μόλις 27% του όγκου της αγοράς, σε σύγκριση με το 70% στην υπόλοιπη Ευρώπη. Χρειάζεται να υλοποιηθούν επιπρόσθετες και αποδοτικές θεσμικές πρωτοβουλίες που θα αυξήσουν το μερίδιο των γενοσήμων στο 50%.
Αναμφίβολα απαιτείται να κάνουμε μια στροφή σε μια πιο στρατηγική χρήση των γενοσήμων. Εννοώ ότι για πολλά χρόνια, τα γενόσημα φάρμακα αντιμετωπίζονταν αποκλειστικά ως εργαλεία μείωσης του κόστους, γεγονός που οδήγησε σε διαρκή πίεση στις τιμές τους. Αυτή η προσέγγιση υποβαθμίζει τη στρατηγική σημασία των γενοσήμων στη φαρμακευτική περίθαλψη.
H πραγματικότητα είναι διαφορετική: Ο κατάλογος κρίσιμων φαρμάκων της Ε.Ε. περιλαμβάνει φαρμακευτικά προϊόντα των οποίων η αδιάλειπτη διαθεσιμότητα θεωρείται προτεραιότητα, ώστε να αποτραπεί σοβαρή βλάβη στους ασθενείς και να διασφαλιστεί η εύρυθμη λειτουργία των συστημάτων υγείας. Το 92% των φαρμάκων που περιλαμβάνονται στη λίστα κρίσιμων φαρμάκων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για μείζονα περιστατικά και καταστάσεις έκτακτης ανάγκης στη δημόσια υγεία είναι γενόσημα. Συνολικά, τα γενόσημα φάρμακα αντιπροσωπεύουν περίπου το 80% των δραστικών ουσιών και το 90% του όγκου των κρίσιμων φαρμάκων στις ευρωπαϊκές χώρες.
Επιπλέον, υπάρχουν δραστικές ουσίες για τις οποίες τα γενόσημα φάρμακα αποτελούν τη μοναδική διαθέσιμη θεραπευτική επιλογή. Αυτές οι περιπτώσεις αναδεικνύουν τον ουσιαστικό ρόλο των γενοσήμων στη φροντίδα των ασθενών, πέρα από την εξοικονόμηση κόστους και τη διεύρυνση της πρόσβασης στη θεραπεία.
Οπότε τι πρέπει να κάνουμε;
Ισχυροποιώντας τα κίνητρα για επενδύσεις και δημιουργώντας ένα σταθερό επιχειρηματικό περιβάλλον με μειούμενο clawback, χωρίς υπερφορολόγηση, επιτρέπουμε στις φαρμακευτικές εταιρείες να επενδύσουν στην Ελλάδα σε παραγωγή και έρευνα. Έτσι, θα ενισχύσουμε την αυτάρκεια της χώρας σε φάρμακα, θα αυξήσουμε τις εξαγωγές και θα συμβάλουμε ακόμα περισσότερο στο Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ).
Έχουν τα κίνητρα αποτέλεσμα;
Απολύτως, η δυνατότητα συμψηφισμού του clawback με επενδύσεις μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης έχει ήδη οδηγήσει σε επενδύσεις συνολικού ύψους –όπως είπαμε– 1,5 δισ. ευρώ, ενισχύοντας περαιτέρω την παραγωγική ικανότητα και την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας.
Σύμφωνα με την πιο πρόσφατη μελέτη του ΙΟΒΕ, η συνεισφορά του φαρμακευτικού κλάδου στο συνολικό εξωτερικό εμπόριο ήταν σημαντική, καθώς οι εξαγωγές φαρμακευτικών προϊόντων ανήλθαν το 2023 στα 2,8 δισ. ευρώ και αντιστοιχούν στο 5,5% των συνολικών εξαγωγών αγαθών. Επίσης, η συνολική συνεισφορά της φαρμακοβιομηχανίας στην ελληνική οικονομία υπολογίζεται σε 6,5 δισ. ευρώ, που αντιστοιχεί στο 3,2% του ΑΕΠ το 2022. Έτσι, για κάθε 1 ευρώ προστιθέμενης αξίας των εταιρειών που δραστηριοποιούνται στον κλάδο του φαρμάκου, δημιουργούνται συνολικά 2,3 ευρώ στην ελληνική οικονομία.
Πέρα από το οικονομικό κίνητρο, ποια είναι τα οφέλη του ασθενή από την προτίμηση ενός γενοσήμου έναντι ενός πρωτότυπου φαρμάκου;
Τα γενόσημα αποτελούν έναν από τους βασικούς πυλώνες του συστήματος υγείας, διασφαλίζοντας μείωση των ελλείψεων, πρόσβαση των ασθενών και εφοδιαστική σταθερότητα.
Σήμερα διαθέτουμε επιστημονικά τεκμηριωμένα στοιχεία που δείχνουν ότι η ευρύτερη χρήση γενοσήμων διασφαλίζει την πρόσβαση στις θεραπείες οδηγώντας σε βελτιωμένα κλινικά αποτελέσματα. Επιπρόσθετα, οι ελλείψεις φαρμάκων αποτελούν ένα διαρκώς αυξανόμενο πρόβλημα παγκοσμίως, επηρεάζοντας εκατομμύρια ασθενείς. Τα γενόσημα φάρμακα παίζουν κρίσιμο ρόλο στη μείωση αυτού του φαινομένου, καθώς μπορούν να παραχθούν σε μεγάλες ποσότητες και να υποκαταστήσουν πρωτότυπα φάρμακα που βρίσκονται σε έλλειψη διασφαλίζοντας τη φαρμακευτική αυτάρκεια της χώρας.
Ένα ακόμη σημείο που θα ήθελα να σημειώσω είναι ότι η ελληνική φαρμακοβιομηχανία γενοσήμων επενδύει σε φάρμακα προστιθέμενης αξίας (Value-Added Medicines, VAMs), δηλαδή αναπτύξεις που βελτιώνουν τα υπάρχοντα φάρμακα μέσω νέων μορφών χορήγησης, νέων ενδείξεων για δραστικές, πρακτικά θεραπευτικά σχήματα που οδηγούν σε καλύτερη συμμόρφωση των ασθενών. Αυτό σημαίνει ότι προσφέρουμε στους ασθενείς βελτιωμένες εκδοχές υπαρχόντων φαρμάκων που ανταποκρίνονται στις ανάγκες τους. Παράλληλα, η ενίσχυση της εγχώριας έρευνας και ανάπτυξης γενοσήμων με προστιθέμενη αξία (VAMs) συνδέεται με ισχυρότερη βιομηχανική ανάπτυξη, επενδύσεις σε τεχνολογία και δημιουργία θέσεων εργασίας υψηλής εξειδίκευσης, ενισχύοντας έτσι το αποτύπωμα της ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας.
Συνοψίζοντας, τα γενόσημα φάρμακα δεν αφορούν μόνο στην εξοικονόμηση κόστους. Ο ρόλος τους εξελίσσεται, καθώς πλέον χρησιμοποιούνται όλο και περισσότερο για την αντιμετώπιση σύνθετων χρόνιων ασθενειών και διαδραματίζουν κρίσιμο ρόλο στη θωράκιση του συστήματος υγείας.
Μετά την πανδημία είδαμε μια στροφή της Ευρώπης στην παραγωγή εντός των συνόρων της, αλλά ο πόλεμος στην Ουκρανία, με τη διαταραχή που προκάλεσε στις προμήθειες πρώτων υλών και στο κόστος ενέργειας ανέδειξε προκλήσεις. Ποια είναι η κατάσταση σε αυτούς τους παράγοντες κινδύνου σήμερα;
Γενικά, η Ευρώπη αντιμετωπίζει προκλήσεις στην εξασφάλιση πρώτων υλών και ενέργειας λόγω των γεωπολιτικών εξελίξεων, γεγονός που επηρεάζει την οικονομία και την παραγωγή της και την ωθεί να χάνει έδαφος σε κάποιους δυναμικούς τομείς της φαρμακοβιομηχανίας. Βέβαια, το μάθημα της πανδημίας, την έκανε να αναγνωρίσει και να επιδιώξει την ενίσχυση της εγχώριας παραγωγής φαρμάκου με στόχο να μειώσει την εξάρτησή της από τρίτες χώρες. Η θέσπιση ενός νόμου περί κρίσιμων φαρμάκων που θα ενισχύσει τη φαρμακευτική της ανεξαρτησία και θα αντιμετωπίσει τις προκλήσεις που σχετίζονται με τις ελλείψεις φαρμάκων και τις ευπάθειες της εφοδιαστικής αλυσίδας, βρίσκεται στο επίκεντρο της ευρωπαϊκής ατζέντας. Είναι μια ουσιαστική πρωτοβουλία που θα αυξήσει την ανεξαρτησία και την ανταγωνιστικότητα της Ε.Ε.
Οι παραγωγοί γενοσήμων συνεχίζουν να επενδύουν στην Ευρώπη. Σε ευθυγράμμιση με τον στόχο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την ασφάλεια της εφοδιαστικής αλυσίδας, γίνεται ολοένα και πιο αισθητή η σημασία της τοπικής παραγωγής και της ενίσχυσης της εφοδιαστικής αλυσίδας στον κλάδο των γενοσήμων.
Επιπλέον προκλήσεις αναδύει και το περιβάλλον του ανταγωνισμού, με δυνάμεις, όπως Ινδία, Κίνα, και ενόψει εξελίξεων που δρομολογεί η νέα ηγεσία των ΗΠΑ. Σε αυτό το περιβάλλον πώς θα διατηρήσει τη δυναμική της η φαρμακοβιομηχανία, ως ισχυρός πυλώνας της οικονομίας;
Παρά την αυξανόμενη επένδυση στην Ευρώπη, η φαρμακοβιομηχανία γενοσήμων συνεχίζει να αντιμετωπίζει προκλήσεις από ανταγωνιστές εκτός Ευρώπης. Αν και η διείσδυση των μη ευρωπαϊκών παραγωγών γενοσήμων στην ευρωπαϊκή αγορά παραμένει χαμηλότερη σε σύγκριση με τις ΗΠΑ, ολοένα και περισσότερες εταιρείες από την Ινδία και την Κίνα στρέφουν το ενδιαφέρον τους στην ευρωπαϊκή αγορά γενοσήμων. Το χαμηλότερο κόστος παραγωγής και ένα διαφορετικό σύστημα προστασίας πατεντών προσφέρουν ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα, θέτοντας τη βιομηχανία γενοσήμων της Ευρώπης σε μειονεκτική θέση. Επιπλέον, επιδοτήσεις, δάνεια με χαμηλό επιτόκιο και κίνητρα εξαγωγών δημιουργούν πλεονεκτήματα κόστους που δεν μπορούν να επιτευχθούν εντός της Ε.Ε.
Η ευρωπαϊκή φαρμακοβιομηχανία πρέπει να ισορροπήσει μεταξύ στρατηγικής αυτονομίας και παγκόσμιας ανταγωνιστικότητας. Αν καταφέρει να ενισχύσει την καινοτομία της, να βελτιώσει το ρυθμιστικό της περιβάλλον και να διαφοροποιήσει τις εφοδιαστικές της αλυσίδες, θα μπορέσει να παραμείνει ισχυρός πυλώνας της ευρωπαϊκής οικονομίας, παρά τις προκλήσεις από Ινδία, Κίνα και ΗΠΑ. Για να το πετύχει θα πρέπει να κινηθεί σε δύο βασικούς άξονες. Πρώτον, να ενισχύσει την παραγωγική της ανεξαρτησία και να διασφαλίσει την εφοδιαστική αλυσίδα, στηρίζοντας την εγχώρια παραγωγή πρώτων υλών και δραστικών ουσιών όπως προτείνεται στο Critical Medicines Act. Δεύτερον, να αυξήσει την ανταγωνιστικότητά της επενδύοντας σε νέες τεχνολογίες για έρευνα και ανάπτυξη (R&D), ειδικά σε βιοτεχνολογία, εξατομικευμένη ιατρική και ψηφιακή υγεία.
Η Ελλάδα διαθέτει ισχυρή παραγωγική βάση και εμφανίζει τις χαμηλότερες ελλείψεις φαρμάκων στην Ε.Ε.
Τι θα λέγατε ειδικότερα για την περαιτέρω ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας; Ποιες είναι οι ιδιαιτερότητες;
Η Ελλάδα διαθέτει ισχυρή παραγωγική βάση και η χώρα εμφανίζει τις χαμηλότερες ελλείψεις φαρμάκων μεταξύ των χωρών της Ε.Ε. Χρειάζεται να αξιοποιήσουμε περισσότερο το πλεονέκτημα της ύπαρξης εγχώριας φαρμακευτικής παραγωγής, ενός κλάδου που επενδύει, δραστηριοποιείται με εξωστρέφεια και παράγει διεθνώς εμπορεύσιμα προϊόντα. Οι επενδύσεις που υλοποιεί η ελληνική φαρμακοβιομηχανία –και στο πλαίσιο του κινήτρου που δίνει η κυβέρνηση μέσω του ταμείου ανάκαμψης– δημιουργούν προστιθέμενη αξία για τον κλάδο, την οικονομία και την κοινωνία. Σαφώς και η μείωση της μεγάλης φορολόγησης είναι μείζονος σημασίας και αποτελεί κίνητρο για ακόμα μεγαλύτερες επενδύσεις από τη φαρμακοβιομηχανία που θα αυξήσουν περαιτέρω την ανταγωνιστικότητά της. Πολύ σημαντική είναι και η παρότρυνση και επένδυση στο ανθρώπινο δυναμικό, σε γνώσεις και δεξιότητες σε νέους επιστήμονες που θα συμβάλλουν στο αναπτυξιακό όραμα της ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας.
Η ελληνική φαρμακοβιομηχανία διατηρεί ισχυρό αποτύπωμα στην Ευρώπη αποτελώντας τροφοδότη της οικονομίας. Ειδικότερα, η RAFARM πώς συνεισφέρει σε αυτά τα επιτεύγματα;
Η ελληνική φαρμακοβιομηχανία είναι κινητήριος μοχλός της οικονομίας, η εξαγωγική της δραστηριότητα συνεχίζει να αυξάνεται, τα ελληνικά φαρμακευτικά προϊόντα καταλαμβάνουν την 4η θέση στο σύνολο των εξαγωγών της μεταποίησης και, το πιο σημαντικό, –σύμφωνα με στοιχεία της ΠΕΦ– απασχολεί 12.000 εργαζόμενους και συνεχίζει να δημιουργεί νέες θέσεις εργασίας.
Η RAFARM είναι μία από τις μεγαλύτερες ελληνικές φαρμακοβιομηχανίες, με έντονη εξωστρέφεια και υψηλή εξειδίκευση στα στείρα φαρμακευτικά προϊόντα, κυρίως οφθαλμικά και ενέσιμα. Με παρουσία σε περισσότερες από 60 χώρες, συνεχίζουμε να ενισχύουμε τη διεθνή μας δραστηριότητα, επενδύοντας στρατηγικά σε ανάπτυξη, καινοτομία και σύγχρονες παραγωγικές υποδομές.
Επενδύουμε περισσότερο από το 10% του κύκλου εργασιών μας ετησίως στην έρευνα και ανάπτυξη, αναπτύσσουμε νέα, σύνθετα φαρμακευτικά προϊόντα και εισάγουμε τεχνολογίες αιχμής στην παραγωγή μας. Ταυτόχρονα, διευρύνουμε συνεχώς το χαρτοφυλάκιό μας στην εγχώρια αγορά, ώστε να διασφαλίσουμε την πρόσβαση των ασθενών σε υψηλής ποιότητας θεραπείες και να υποστηρίξουμε το έργο των επαγγελματιών υγείας.
Για εμάς, η ανάπτυξη δεν είναι απλώς ένας στόχος, είναι η φιλοσοφία μας. Με επενδύσεις σε υπερσύγχρονες παραγωγικές εγκαταστάσεις, ρομποτικό εξοπλισμό και εξειδικευμένες πλατφόρμες τεχνολογίας, διαμορφώνουμε το μέλλον της ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας και ενισχύουμε τη θέση της χώρας στον παγκόσμιο χάρτη.
Αλλά πάνω από όλα, η RAFARM αναπτύσσεται μέσα από τους ανθρώπους της. Επενδύουμε στις δεξιότητες και το ταλέντο τους, δημιουργούμε νέες θέσεις εργασίας, προσφέρουμε ίσες ευκαιρίες και διαμορφώνουμε ένα εργασιακό περιβάλλον που στηρίζει την εξέλιξη.
Στη RAFARM, δεν ακολουθούμε απλώς τις εξελίξεις, τις διαμορφώνουμε. Και μέσα από τη συνεχή μας πρόοδο, δημιουργούμε θετικό αποτύπωμα στην κοινωνία και την υγεία.
Επενδύουμε περισσότερο από το 10% του κύκλου εργασιών μας ετησίως στην Έρευνα & Ανάπτυξη.
Τα τελευταία χρόνια η RAFARM επενδύει συστηματικά σε νέες γραμμές παραγωγής, αποθήκες, R&D Center κ.ά. Τι επενδύσεις έχετε σχεδιάσει για το 2025 και ποιοι είναι οι στόχοι του μακροπρόθεσμου επενδυτικού πλάνου σας με ορίζοντα το 2027;
Η RAFARM υλοποιεί ένα από τα μεγαλύτερα επενδυτικά προγράμματα, ύψους 120 εκατ. ευρώ για την περίοδο 2021-2027, επιβεβαιώνοντας τη δέσμευσή της για την ενίσχυση της παραγωγής και έρευνας στην Ελλάδα. Οι επενδύσεις κατανέμονται σε 45 εκατ. ευρώ για έργα υποδομής (CAPEX) και 75 εκατ. ευρώ για την ανάπτυξη νέων προϊόντων και την εισαγωγή καινοτομίας.
Οι νέες κτιριακές εγκαταστάσεις περιλαμβάνουν τη δημιουργία σύγχρονων παραγωγικών μονάδων, πλήρως εξοπλισμένων εργαστηρίων ποιότητας και ένα νέο υπερσύγχρονο ερευνητικό κέντρο. Επίσης, επενδύουμε στην ανάπτυξη σύνθετων υψηλής τεχνογνωσίας προϊόντων και συνεργαζόμαστε με έγκριτα ερευνητικά κέντρα, πανεπιστήμια, και start-ups, για να εισάγουμε καινοτομία και να ενισχύσουμε την τεχνογνωσία μας. Είναι ενδεικτικό ότι το 20% των αναπτύξεών μας, αφορά σε σύνθετα προϊόντα προστιθέμενης αξίας με σαφέστατη κατεύθυνση την εισαγωγή καινοτομίας.
Τα επόμενα πέντε χρόνια σηματοδοτούν μια δυναμική φάση ανάπτυξης για εμάς, με ξεκάθαρη στρατηγική σε τρεις κατευθύνσεις. Ενισχύουμε την παρουσία μας στην ελληνική αγορά, εδραιώνοντας τη θέση μας με νέα προϊόντα και συνεργασίες. Παράλληλα, επιταχύνουμε την εξαγωγική μας δραστηριότητα, στοχεύοντας στον διπλασιασμό των εξαγωγών μας μέσα από λανσαρίσματα κυρίως σε Ευρώπη και Αμερική. Στην Αμερική έχουμε καταφέρει να πάρουν έγκριση 10 γενόσημα δικής μας ανάπτυξης και αναμένουμε ακόμα πέντε εγκρίσεις. Παράλληλα, 9 νέα φαρμακευτικά σκευάσματα βρίσκονται σε φάση ανάπτυξης.
Επιπλέον, επενδύουμε στην ανάπτυξη νέων φαρμάκων προστιθέμενης αξίας στον τομέα της Οφθαλμολογίας. Αναπτύσσουμε θεραπείες, χρησιμοποιώντας γνωστές δραστικές ουσίες, για τις οποίες ανακαλύπτουμε νέες ενδείξεις, οι οποίες στοχεύουν σε ιατρικές ανάγκες που δεν καλύπτονται επαρκώς, καθώς και σε θεραπείες για σπάνιες παθήσεις. Συνεργαζόμαστε στενά με ερευνητικά κέντρα και πανεπιστήμια, και εισάγουμε στη RAFARM επιστημονική γνώση και τεχνολογία αιχμής. Αυτή τη στιγμή, έχουμε τρία καινοτόμα προϊόντα σε διαφορετικά στάδια ανάπτυξης: Το πρώτο έχει ολοκληρώσει τις κλινικές δοκιμές φάσης ΙΙ και ετοιμάζεται να περάσει στη φάση ΙΙΙ, που είναι το τελευταίο βήμα πριν από την έγκριση και κυκλοφορία του στην αγορά. Το δεύτερο βρίσκεται σε ενδιάμεσο στάδιο (φάση Ι/2a), όπου δοκιμάζεται η ασφάλεια και η αποτελεσματικότητά του σε μικρό αριθμό ασθενών. Και, το τρίτο βρίσκεται ακόμη σε προκλινικό στάδιο, δηλαδή υποβάλλεται σε εργαστηριακές μελέτες πριν ξεκινήσει τις δοκιμές σε ανθρώπους.
*Το άρθρο δημοσιεύεται στο νέο τεύχος του Fortune Greece κυκλοφορεί από την Παρασκευή 14/03 στα περίπτερα.
**Φωτογραφίες: Σύλβια Διαμαντοπούλου