EquiFund: Η μεγάλη ευκαιρία της Ελλάδας είναι τώρα
- 09/07/2018, 12:57
- SHARE
Ο CEO του Ευρωπαϊκού Ταμείου Επενδύσεων, Pier Luigi Gilibert, μιλά στο Fortune για την πρωτοβουλία που αλλάζει τα δεδομένα για τις startups.
Η Ελλάδα, έπειτα από οκτώ χρόνια ειδικών συνθηκών και τριών προγραμμάτων δημοσιονομικής προσαρμογής, επιχειρεί να αλλάξει σελίδα. Οι συζητήσεις για την επόμενη μέρα και για το νέο μοντέλο ανάπτυξης που πρέπει να ακολουθήσει η χώρα δίνουν και παίρνουν.
Στο πλαίσιο αυτό, κάθε «παράθυρο ευκαιρίας» πρέπει να μένει ανοιχτό, ειδικά αν αφορά στον ιδιωτικό τομέα και στις επιχειρήσεις που δοκιμάστηκαν από την οικονομική ασφυξία και την υπερφορολόγηση. Μόνο έτσι θα μπορούσε να χαρακτηριστεί το EquiFund, μια μοναδική πρωτοβουλία, ειδικά σχεδιασμένη για την ελληνική οικονομία.
Πρόκειται για μια επενδυτική πλατφόρμα, ένα υπερταμείο με πολλαπλασιαστικό αντίκτυπο στην οικονομία και την κοινωνία, ένα καινοτόμο προϊόν για την επιχειρηματικότητα, που συνδυάζει χρηματοδότηση και εμπειρία από σημαντικούς θεσμικούς φορείς, την απαραίτητη ευελιξία για τη δημιουργία επιτυχημένων επενδύσεων σε startups, MμΕ, αλλά και στην έρευνα και την καινοτομία. Μια πρωτοβουλία υπερδιπλάσια σε μέγεθος σε σχέση με τo JEREMIE, καταλύτη αλλαγών για την ελληνική αγορά των venture capitals, με αξιοσημείωτο μέγεθος και εύρος, σε σύγκριση με παρόμοιες επενδυτικές δράσεις στην υπόλοιπη Ευρώπη. Οι αριθμοί είναι ενδεικτικοί, καθώς σχεδόν 260 εκατ. ευρώ θα τοποθετηθούν από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Επενδύσεων (EIF) και το ΕΣΠΑ (Επιχειρησιακό Προγράμμα Ανταγωνιστικότητα, Επιχειρηματικότητα και Καινοτομία), 40 εκατ. ευρώ από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, ενώ 100-200 εκατ. ευρώ θα κληθούν να τοποθετήσουν άλλοι ιδιώτες επενδυτές. Συνολικά, 400-500 εκατ. ευρώ αναμένεται να διοχετευτούν στην αγορά, ενώ η περίοδος επένδυσης έχει οριστεί έως το 2023 και η περίοδος αποεπένδυσης έως το 2028. Βασικός «πυλώνας» σε όλη αυτή την προσπάθεια είναι το Ευρωπαϊκό Ταμείο Επενδύσεων (EIF), το οποίο είναι και ο διαχειριστής του Ταμείου.
Ο CEO του ΕIF, Pier Luigi Gilibert, ανοίγει τα χαρτιά του στο Fortune, κάνει λόγο για μια πρωτοβουλία που θα αφήσει το σημάδι της και την οποία θα μνημονεύουμε ως τον καταλύτη μιας νέας εποχής, προβλέπει ότι το συνολικό ποσό επένδυσης μέσω των υποταμείων που συνεπενδύουν με το EquiFund μπορεί να φτάσει το ένα δισ. ευρώ και δηλώνει σίγουρος για σημαντικά αποτελέσματα τα επόμενα χρόνια.
To ΕquiFund έκανε επίσημο «ντεμπούτο» τον Απρίλιο με μια μεγάλη τελετή. Πόσο ικανοποιημένοι μείνατε και ποιες είναι οι επόμενες κινήσεις για τη διάδοση πληροφοριών στους επιχειρηματίες στην Ελλάδα;
Πραγματικά, ήταν ένα μεγάλο γεγονός. Έπρεπε να ανταποκριθούμε στις πολύ υψηλές προσδοκίες της επιχειρηματικής κοινότητας και πιστεύω ότι τα καταφέραμε. Είχαμε την τιμή να υποδεχθούμε τον πρωθυπουργό, πέραν της προγραμματισμένης παρουσίας των υπουργών Αλέξη Χαρίτση και Κώστα Φωτάκη, και χαρήκαμε ιδιαίτερα που ήταν παρόντες και όλοι μας οι εταίροι.
Πρωτίστως, όμως, είμαστε ευτυχείς που είδαμε τους επιχειρηματίες να συνδιαλέγονται με τους διαχειριστές των funds και, κυρίως, να συνειδητοποιούν ότι δεν είναι μόνοι. Η Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση στην Αθήνα, η οποία φιλοξένησε την εκδήλωση, ήταν κατάμεστη. Παράλληλα, πραγματοποιήθηκαν συγκεντρώσεις στην Καλιφόρνια και στο Λονδίνο. Περισσότερα από 4.000 άτομα παρακολούθησαν το event μέσω live streaming. Είμαστε σίγουροι ότι και στο μέλλον οι διαχειριστές των funds θα συνεχίσουν αυτό που κάνουν ήδη: να επισκέπτονται μέρη σε όλες τις περιφέρειες της Ελλάδος, αναζητώντας επιχειρηματικές ιδέες. Με τη βοήθεια και των τοπικών φορέων, το γραφείο της Αθήνας θα συνεχίσει ενεργά να ενημερώνει και να παρουσιάζει όλες τις πτυχές της πρωτοβουλίας EquiFund.
Το νέο «εργαλείο» αναμένεται να προσφέρει, μέσω εννέα επενδυτικών κεφαλαίων, πάνω από 400 εκατομμύρια ευρώ σε νεοφυείς επιχειρήσεις και ΜμΕ, συνδυάζοντας κρατικά, κοινοτικά και ιδιωτικά κεφάλαια. Πόσο αισιόδοξος είστε για την επιτυχία του εγχειρήματος αυτού;
Η επιτυχία του εγχειρήματος έγκειται στα στοιχεία που αναφέρατε στην ερώτησή σας: εννέα funds, 400 εκατομμύρια ευρώ, startups και ΜμΕ, ένα μείγμα διαφορετικών χρηματοδοτικών πόρων. Σύντομα, και τα εννέα funds θα είναι ενεργά στα τρία «παράθυρα»: τέσσερα στο παράθυρο της καινοτομίας, δύο στο παράθυρο της πρώιμης φάσης (early stage) και τρία στο παράθυρο της ανάπτυξης (growth). Συνεπώς θα υπάρχει πληθώρα ομάδων που θα αναζητούν επιχειρηματικές ευκαιρίες σε όλες τις περιφέρειες της χώρας, σε όλους τους τομείς και σε όλα τα στάδια ανάπτυξης, από αυτά που προηγούνται της φάσης του startup, μέχρι και πέραν των ορίων μιας μικρομεσαίας επιχείρησης. Αξίζει να σημειωθεί ότι τα funds της καινοτομίας θα εξετάζουν ιδέες ή προϊόντα έρευνας και ανάπτυξης ακόμη και πριν τη μετεξέλιξή τους σε επιχειρηματικές προσπάθειες – είναι επίσης πιθανό να αξιολογούν την ιδέα ή το προϊόν έρευνας και ανάπτυξης ενός φυσικού ατόμου, χωρίς να υπάρχει καμία επιχειρηματική οντότητα. Επιπρόσθετα, τα growth funds είναι πιθανό να εξετάζουν και επιχειρήσεις που δεν θεωρούνται μικρομεσαίες.
Όλα τα παραπάνω θα χρηματοδοτηθούν με 400 εκατ. ευρώ, ένα ποσό που πιστεύουμε ότι θα συμβάλει σημαντικά στην αντιμετώπιση του κενού χρηματοδότησης στον τομέα των επιχειρηματικών συμμετοχών τα επόμενα χρόνια. Πίσω από όλη αυτή την προσπάθεια βρίσκονται η αποφασιστικότητα και η δέσμευση των δύο θεμελιωδών επενδυτών, της ελληνικής κυβέρνησης και του EIF, το ενδιαφέρον των οποίων είναι πλήρως εναρμονισμένο. Χωρίς τη δέσμευση του υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης, δεν θα ήμαστε εδώ να μιλάμε για την πρωτοβουλία του EquiFund. Αυτή πιστεύουμε ότι είναι η συνταγή της επιτυχίας, και διαθέτουμε όλα τα συστατικά.
Ποιοι είναι οι βασικοί δείκτες απόδοσης (KPIs) του ΕIF για την αξιολόγηση της πορείας του νέου υπερταμείου;
Η δραστηριότητα των fund managers που υποστηρίζονται από το EquiFund θα παρακολουθείται διαρκώς. Παρ’ όλα αυτά πρέπει να τονίσουμε ότι η επιτυχία του EquiFund δεν μπορεί να μετρηθεί αποκλειστικά με τη συνήθη παρακολούθηση των βασικών δεικτών επίδοσης (KPIs). Είμαστε εξαιρετικά ευτυχείς που έχουμε εννέα λειτουργικά funds στα τρία παράθυρα του EquiFund, στα οποία έχουμε δεσμεύσει το σύνολο του ποσού των διαθέσιμων πόρων των Διαρθρωτικών Ταμείων (ΕΔΕΤ) και του EIF. Είμαστε εξίσου ευτυχείς που ιδιώτες επενδυτές συμμετέχουν στα funds, συμβάλλοντας στην επίτευξη του target size του καθενός, της αναμενόμενης μόχλευσης και των αρχικών προβλέψεων για τις αναλογίες δημόσιου και ιδιωτικού χρήματος – σε κάποιες περιπτώσεις ακόμη και ξεπερνώντας τες. Η μελλοντική χρηματοδότηση που θα μοχλεύσουν οι επιχειρήσεις είναι πιθανό να φτάσει και την αρχική εκτίμηση του ενός δισεκατομμυρίου ευρώ. Πιστεύουμε, όμως, ότι ο συνολικότερος αντίκτυπος στην οικονομία γενικότερα και στις μελλοντικές εκφάνσεις του τοπικού οικοσυστήματος θα το μετασχηματίσουν πραγματικά – πιθανά και σε ανάλογο βαθμό με αυτόν της πρωτοβουλίας Yozma στο ισραηλινό οικοσύστημα.
Ποια είναι εκείνα τα στοιχεία που πιστεύετε ότι διαφοροποιούν τη συγκεκριμένη πρωτοβουλία;
Αυτό που είναι μοναδικό είναι το εύρος και το βάθος της παρέμβασης. Ενεργοποιούμε εννέα funds, είμαστε ο καταλύτης προκειμένου η χρηματοδότηση των επιχειρηματικών κεφαλαίων να φτάσει στο ποσό των 400 εκατομμυρίων ευρώ, υποστηρίζουμε επιχειρηματικές ιδέες από τη φάση της μεταφοράς τεχνολογίας (technology transfer) και επιχειρηματικής επιτάχυνσης (acceleration), στις startups και στο στάδιο της ανάπτυξης. Αυτήν τη στιγμή δεν υπάρχει άλλη δραστηριότητα αυτής της κλίμακας σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Το νέο υπερταμείο γίνεται φορέας μιας σημαντικής αλλαγής μέσω της οποίας η Ελλάδα μπαίνει στον ευρωπαϊκό χάρτη των κεφαλαίων επιχειρηματικών συμμετοχών (venture capital & private equity).
Πόσο έτοιμη είναι η ελληνική αγορά να υποδεχτεί σχεδόν μισό δισεκατομμύριο ευρώ σε πέντε χρόνια;
Το EIF έχει δει σε άλλες χώρες τη σημασία που έχει το equity financing στη δημιουργία μιας επιχειρηματικής κουλτούρας. Μόνο ο χρόνος θα δείξει πόσο γρήγορα θα αναπτυχθεί το ελληνικό επιχειρηματικό οικοσύστημα. Ωστόσο πιστεύουμε ότι η παροχή πρόσβασης στη χρηματοδότηση είναι ένα κρίσιμο πρώτο βήμα. Περαιτέρω, ο αριθμός των ατόμων που συμμετείχαν στο EquiFund event και το γεγονός ότι περίπου 51% αυτών που έκαναν προεγγραφή δήλωσαν ότι έχουν ήδη εγκαταστήσει ή σκέφτονται να εγκαταστήσουν μια επιχείρηση στην Ελλάδα είναι παράγοντες που μας κάνουν αισιόδοξους για την παρούσα κατάσταση της επιχειρηματικότητας στην Ελλάδα.
Το Equifund έρχεται ως συνέχεια των επενδυτικών κεφαλαίων τύπου JEREMIE, τα οποία ήταν ουσιαστικά ο «πρόδρομός» τους, και μέσω αυτών επενδύθηκαν 50 εκατ. ευρώ στην ελληνική αγορά. Τι μάθατε από την περίοδο 2010-2016;
Θα δίσταζα να χαρακτηρίσω το JEREMIE πρόδρομο ή πιλότο και να επιχειρήσω συγκρίσεις με το EquiFund. Η πρωτοβουλία JEREMIE συνήδε με την εποχή της – ήταν η πρώτη προσπάθεια να μετασχηματιστούν τα Ευρωπαϊκά Διαρθρωτικά Ταμεία σε χρηματοδοτικά εργαλεία, αντί για επιδοτήσεις. Αλλά για τον Έλληνα επιχειρηματία ήταν μια άκρως αναγκαία ώθηση. Τώρα είμαστε αντιμέτωποι με κάτι μεγαλύτερο και όχι απολύτως συγκρίσιμο: είναι μια πρωτοβουλία πλήρους εύρους και βάθους – ο αρχικός προϋπολογισμός είναι αρκετά σημαντικός και το πεδίο εφαρμογής της δεν έχει περιορισμούς. Είναι μια πρωτοβουλία που θα αφήσει το σημάδι της και την οποία θα μνημονεύουμε ως τον καταλύτη μιας νέας εποχής. Παρ’ όλα αυτά έχετε δίκιο να επισημαίνετε ότι προέκυψαν διδάγματα και κερδίσαμε εμπειρίες. Το EIF βολιδοσκόπησε το κομμάτι του early stage της ελληνικής αγοράς, νέες επιχειρήσεις ιδρύθηκαν, μεγάλωσαν και προσείλκυσαν ξένους επενδυτές. Την ίδια στιγμή, και οι διαχειριστές των ταμείων εξελίχθηκαν, ενώ κάποιοι από αυτούς εξασφάλισαν χρηματοδότηση για διάδοχα σχήματα μέσω του EquiFund. Ένας άλλος σημαντικός παράγοντας ήταν η εμπειρία που αποκτήθηκε στη χρήση των διαρθρωτικών πόρων, μέσω χρηματοδοτικών εργαλείων. Αυτό ήταν θεμελιώδους σημασίας όχι μόνο για το EIF, αλλά και για την ελληνική κυβέρνηση και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Μόνο το 2017 η συνολική χρηματοδότηση από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων στον δημόσιο και ιδιωτικό τομέα στην Ελλάδα ανήλθε σε 2,5 δισ. ευρώ. Πιστεύετε ότι η στρατηγική σας για την υποστήριξη της επιχειρηματικότητας αποφέρει αποτελέσματα;
Είναι πολύ νωρίς για συμπεράσματα. Παρ’ όλα αυτά θα πρέπει να θυμόμαστε ότι αυτή είναι μια πολιτική στόχευση του EIF, η διευκόλυνση δηλαδή της πρόσβασης των μικρομεσαίων και μεσαίων επιχειρήσεων σε χρηματοδότηση, καθώς και η δράση του ως καταλύτη για την προσέλκυση ιδιωτών επενδυτών για τη διεύρυνση του αντίκτυπου της δημόσιας παρέμβασης ή της συμμετοχής του EIF. Δεν θα συμμετείχαμε εάν δεν υπήρχε προοπτική. Οι κρατικοί πόροι, σε συνδυασμό με τους δικούς μας πόρους, δεν είναι χρήματα που πρέπει να δαπανηθούν χωρίς επιστροφή. Βλέπουμε την κρυμμένη δυναμική που έχει η επιχειρηματικότητα στην Ελλάδα και είμαστε σίγουροι ότι τα αποτελέσματα θα είναι ορατά σε μερικά χρόνια.
Έχετε δηλώσει ότι «δεν υπήρξε ποτέ καλύτερος χρόνος για να γίνει κάποιος επιχειρηματίας στην Ελλάδα». Πού στηρίζετε αυτή σας την άποψη;
Υπάρχουν, όντως, σημάδια οικονομικής ανάκαμψης, αλλά δεν θέλω να μείνω σε αυτό. Ακόμη και σε περιόδους δυσχερών μακροοικονομικών καταστάσεων, ακόμη και εν μέσω της κρίσης, γινόμαστε μάρτυρες της γέννησης νέων επιχειρηματικών προσπαθειών και των υφιστάμενων επιχειρήσεων οι οποίες πάλευαν να συνεχίσουν τη δραστηριότητά τους, και ευτυχώς στο τέλος τα κατάφεραν. Τώρα είμαστε στο σημείο που βλέπουμε μια αναπτυσσόμενη επιχειρηματική κοινότητα, μέσα σε ένα ταχέως μεταβαλλόμενο οικοσύστημα καινοτομίας. Αυτό που έλειπε ήταν ευκαιρίες χρηματοδότησης. Το κενό της αγοράς για χρηματοδότηση επιχειρηματικών συμμετοχών ήταν εμφανές, ειδικά τα τελευταία έτη. Πλέον αυτό το εμπόδιο έχει αρθεί.
Τι πρέπει να βελτιώσουμε για να προσελκύσουμε περισσότερες ιδιωτικές επενδύσεις;
Την εμπιστοσύνη των επενδυτών. Θα πρέπει να δείξουμε το προφανές: ότι οι Έλληνες επιχειρηματίες έχουν τις ιδέες και δεσμεύονται να αναπτύξουν τις επιχειρηματικές προσπάθειές τους ή τις υφιστάμενες επιχειρήσεις τους και να δημιουργήσουν πλούτο για τους μετόχους τους, παρά τις δύσκολες συνθήκες. Υπάρχει ανάγκη για ένα αφήγημα. Το ελληνικό οικοσύστημα έχει τη δυναμική να επεκτείνει αυτό το αφήγημα. Δεν χρειάζεται να δημιουργηθούν νέοι όροι, αλλά η προσαρμογή στην ελληνική πραγματικότητα είναι απαραίτητη. Το EIF φιλοδοξεί να είναι μέρος αυτού του αφηγήματος.
*Η συνέντευξη δημοσιεύεται στο περιοδικό Fortune που κυκλοφορεί στα περίπτερα.