Μαρίνα Οικονόμου-Λαλιώτη: Ζούμε κάτι πρωτοφανές. Και οι αποτελεσματικοί leaders εκτιμώνται αυτές τις ώρες
- 09/04/2020, 14:00
- SHARE
Διακεκριμένη ψυχίατρος με μεγάλη κλινική, ερευνητική και εκπαιδευτική δραστηριότητα, η Μαρίνα Οικονόμου Λαλιώτη έγινε ευρύτερα γνωστή όταν, ως επιστημονικά υπεύθυνη του Προγράμματος «Αντι-στίγμα», έδωσε μάχες για να απενοχοποιήσει στην Ελλάδα την ψυχική ασθένεια. Από μικρή ήξερε ότι θέλει να γίνει γιατρός για να προσφέρει. Κυρίως, την ενδιέφερε η ψυχή και το μυαλό των ανθρώπων.
Καθηγήτρια Ψυχιατρικής στην Α’ Ψυχιατρική Κλινική της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Επιστημονική Συνεργάτης του Ερευνητικού Πανεπιστημιακού Ινστιτούτου Ψυχικής Υγιεινής – Ε.Π.Ι.Ψ.Υ και πρόεδρος του Ελληνικού κλάδου της Παγκόσμιας Εταιρείας Ψυχοκοινωνικής Αποκατάστασης, η Μαρίνα για όσους την γνωρίζουν είναι ένα σπάνιο κράμα γλυκύτητας και αυστηρότητας, που ξέρει να απαιτεί αλλά και να υποχωρεί, να διαισθάνεται και να συναισθάνεται. Γιατί τη ζωή την σέβεται, την χαίρεται, γι’ αυτό και τη «φοβάται».
Άνθρωπος βαθύς, με χαμόγελο πλατύ και γενναιοδωρία ψυχής, η Μαρίνα είναι πέρα και πάνω από όλα φίλη μου.
Αυτό όμως δεν ανατρέπει τους κανόνες της δημοσιογραφικής δεοντολογίας στην συζήτηση που ακολουθεί. Με το ξέσπασμα της επιδημίας, πολύ πριν μπούμε σε υποχρεωτική καραντίνα, έκρουσε στους φίλους της τον κώδωνα του κινδύνου, με το #μένουμε_σπίτι να θεωρεί ότι είναι η ενδεδειγμένη αντιμετώπιση της πανδημίας που τελικά ερχόταν… Στη συζήτηση που ακολουθεί, ο λόγος της είναι ζυγισμένος αλλά «ποταμός». Έχεις πολλά να μάθεις και τροφή να στοχαστείς.
Σας καλώ να την «ρουφήξετε» λέξη προς λέξη και κρατώ την επισήμανσή της που είναι, ίσως, από τις πιο κρίσιμες, για τους ανθρώπους, τις εταιρείες και την επόμενη μέρα: «Η άσκηση που πραγματοποιείται τώρα στην ψυχική μας ανθεκτικότητα θα είναι και μια άσκηση για την οικονομία, μια άσκηση και μια πρόκληση ταυτόχρονα για τις επιχειρήσεις να αποδείξουν πως μπορούν να απορροφήσουν τους κραδασμούς που επέφερε η πανδημία».
Η απειλή του COVID-19 αναδεικνύει την επιστήμη την έρευνα και την τεχνολογία, τους απόλυτους πρωταγωνιστές σε όλα τα επίπεδα. Ζούμε σε συνθήκες virtual reality. Στην υγεία, στην εργασία, στην εκπαίδευση, στο εμπόριο, στην επικοινωνία. Πώς το βιώνετε ως ψυχίατρος;
Η Ψυχιατρική είναι εκείνη η ειδικότητα της Ιατρικής που περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη προϋποθέτει τη διαπροσωπική επαφή και τη σχέση ανάμεσα στον ψυχίατρο και τον ασθενή, το θεραπευτή και το θεραπευμένο. Έτσι, η θεραπευτική συνεδρία γίνεται ένας «τόπος» ασφαλής όπου εκτυλίσσεται όλη η μαγεία της επικοινωνίας, λεκτικής και εξωλεκτικής. Καταλαβαίνετε λοιπόν ότι η τεχνολογία δημιουργεί πράγματι μια virtual reality, η οποία δε μπορεί με τίποτα να υποκαταστήσει τη φυσική επαφή.
Παρ’ όλα αυτά, η χρήση της τεχνολογίας και του διαδικτύου έχει παρουσιάσει μεγάλη άνοδο τα τελευταία χρόνια ως θεραπευτική πρακτική. Και θα ήθελα να πω, ότι στις καινοφανείς και κατακλυσμιαίες συνθήκες που αντιμετωπίζουμε, οφείλουμε να αξιοποιήσουμε οποιοδήποτε όπλο και τρόπο μας προσφέρει η τεχνολογία για να προσεγγίσουμε ανθρώπους που βάλλονται ψυχικά. Η διαδικτυακή θεραπεία, με τους όποιους περιορισμούς της, είναι τώρα πολύτιμη και σπουδαίο μέσο συνέχισης της θεραπείας για προϋπάρχοντες ασθενείς μας, ή για άλλους που νοιώθουν να πλήττονται ψυχικά αυτή τη στιγμή.
Είναι υποχρέωσή μας να ανακόψουμε τη ροή των συναισθημάτων, του άγχους, της ανασφάλειας, της αγωνίας και του φόβου, του πανικού, ώστε να μην πάρουν τη μορφή οργανωμένης παθολογίας. Και οι ψυχίατροι, μπορούμε και πρέπει να απαντήσουμε σε αυτή την υποχρέωση με τα εργαλεία που μας προσφέρει η τεχνολογία. Αρκεί βεβαίως να ακολουθούμε με επιστημονική επάρκεια τις αρχές της ηθικής και της δεοντολογίας.
Έχετε ζήσει φαντάζομαι έντονα, μέσα από μαρτυρίες ασθενών σας, τον τρόπο που η δεκαετής οικονομική κρίση στην Ελλάδα ταρακούνησε και σε κάποιες περιπτώσεις απείλησε την ψυχική και υπαρξιακή υπόσταση συμπολιτών μας. Ποιες είναι οι διαφορές εκείνης της κρίσης σε σχέση με την σημερινή παγκόσμια απειλή και πώς αποτυπώνεται μέσα από τα δικά σας μάτια στην «ψυχή» μας;
Εκείνη η κρίση απείλησε την ευμάρειά μας. Αυτή εδώ την ίδια μας τη ζωή. Το διακύβευμα της κρίσης του 2008 ήταν η φτωχοποίηση των Ελλήνων. Σε αυτή την κρίση είναι η ενθύμηση του θανάτου και της προσωρινότητας. Σε εκείνη την κρίση, η χώρα μας βρέθηκε στο μάτι ενός παγκόσμιου κυκλώνα. Σήμερα η χώρα μας δεν είναι στοχοποιημένη αρνητικά όπως τότε, αλλά μοιάζουμε όλοι έγκλειστοι και εγκλωβισμένοι σε ένα κοινό λαβύρινθο.
Επίσης, σε εκείνη την κρίση είδαμε τις επιπτώσεις σταδιακά, είχαμε έστω κάποιον υποτυπώδη χρόνο «προετοιμασίας» απέναντι στην αντιξοότητα. Αυτή εδώ, φέρει το χαρακτήρα ενός απόλυτου και βίαιου αιφνιδιασμού, που δεν αφήνει πολλά περιθώρια αντίδρασης. Επιπλέον, όσο κι αν η οικονομική κρίση έπληξε μαζικά τη χώρα μας, είναι σαφές ότι δεν επηρέασε τους πολίτες διαφορετικών κοινωνικοοικονομικών τάξεων με την ίδια ένταση. Η παρούσα κρίση φαίνεται να λειτουργεί πέρα από τάξεις. Ο φόβος και ο πανικός που σπέρνει φέρει μια παράδοξη «δημοκρατία», απειλώντας όλους με τις ίδιες πιθανότητες.
Η γενιά μας, για πρώτη φορά βλέπει να αίρονται με βίαιο τρόπο οι βεβαιότητές μας κι αυτό ισχύει για όλους παντού στον κόσμο. Βοηθάει ή τρομάζει το γεγονός ότι δεν αισθανόμαστε «μόνοι» απέναντι σε αυτή την απειλή;
Έχω την πεποίθηση ότι το «μαζί» πάντα βοηθάει. Ακόμα κι όταν πρόκειται για τόσο βίαιες, ακραίες και απρόβλεπτες αλλαγές. Η οικουμενικότητα της νόσου σπάει τα σύνορα της πληροφορίας, ενδυναμώνει την αίσθηση της κοινότητας, ενισχύει το επιστημονικό προσωπικό να συσπειρωθεί μπροστά στη νέα, αόρατη απειλή ερευνώντας πυρετωδώς τρόπους πρόληψης και θεραπείας.
Για πρώτη φορά στη σύγχρονη ιστορία μας έχουμε βρεθεί τόσο σφιχτά δεμένοι, σε μια παγκόσμια αλυσίδα αλληλεγγύης, υπό το κράτος πρωτόγνωρων συνθηκών. Το αναπόδραστο της απειλής του θανάτου καλεί τον καθένα μας, ανεξαρτήτως εθνικότητας, φύλου, θρησκείας, οικονομικού ή μορφωτικού επιπέδου, σε μια πιο ενσυνείδητη και υπεύθυνη στάση απέναντι στη ζωή.
Η παρούσα κρίση φαίνεται να λειτουργεί πέρα από τάξεις. Ο φόβος και ο πανικός που σπέρνει φέρει μια παράδοξη “δημοκρατία”, απειλώντας όλους με τις ίδιες πιθανότητες.
Μας εξοικειώνει, επομένως, όλους, ο COVID-19 με το θάνατο;
Με έναν ανυπόφορο και βίαιο τρόπο, συστηνόμαστε μαζί του συλλογικά. Ξέρετε, η ιδέα του θανάτου δεν είναι ποτέ ευπρόσδεκτη από τον ανθρώπινο νου. Άλλωστε ο φόβος του θανάτου και ο φόβος της τρέλας θεωρούνται οι δυο αρχετυπικοί φόβοι του ανθρώπου. Ο φόβος του θανάτου με την έννοια του φόβου για την απώλεια της ζωής και ο φόβος της τρέλας με την έννοια του φόβου για την απώλεια του μυαλού, του νου, της πεμπτουσίας της ανθρώπινης ύπαρξης.
Ειδικά εμείς, οι πολίτες του δυτικού κόσμου, θέλουμε να κρατάμε μακριά μας και το θάνατο και την τρέλα. Έχουμε την ψευδαίσθηση ότι είμαστε κύριοι των πραγμάτων, αρνούμαστε συχνά να αποδεχτούμε ότι είμαστε φθαρτοί. O απρόσκλητος, αόρατος εχθρός όμως ακύρωσε τις ματαιοδοξίες μας και μας υπενθύμισε αρχέγονες και δομικές αγωνίες επιβίωσης του ανθρώπινου είδους.
Αυτή την περίοδο η επαφή μας με το θάνατο είναι ιδιαιτέρως έντονη είτε σε πραγματικό, είτε σε φαντασιωσικό επίπεδο με τη συστηματική μας έκθεση στην πληροφορία που διακινείται μαζικά. Κανένα όμως νόμισμα δεν έχει μια μόνο όψη. Στον αντίποδα του άγχους θανάτου, βρίσκεται η κινητοποίηση νέων μηχανισμών προσαρμογής και επιβίωσης. Ο covid-19 δε μας εξοικειώνει μόνο με το θάνατο. Μας συστήνει από την αρχή με τον εαυτό μας και με το διπλανό μας και μας διδάσκει νέες μορφές συλλογικής και ατομικής αντίστασης, όσο κι αν αυτό φαντάζει παράδοξο την εποχή της κοινωνικής απόστασης.
Η μεγάλη αγωνία των περισσοτέρων από τους ανθρώπους που μας καλούν, είναι για το αν θα τα καταφέρουν να ανταπεξέλθουν οικονομικά.
Ανήκετε στον πυρήνα της επιστημονικής ομάδας που πήρε την πρωτοβουλία και οργάνωσε την τηλεφωνική γραμμή ψυχοκοινωνικής υποστήριξης, 10306. Ποια είναι τα πιο συχνά προβλήματα με τα οποία έρχεστε σε επαφή αυτές τις ημέρες και ποιο είναι το προφίλ – αν μπορείτε να το σκιαγραφήσετε – των ανθρώπων που απευθύνονται στη γραμμή για βοήθεια;
Τα στοιχεία διαμορφώνονται μέρα με τη μέρα, βλέπουμε όμως μπροστά μας να ξεδιπλώνονται όλα τα χαρακτηριστικά μιας πανδημίας φόβου και πανικού. Φόβος της ασθένειας, φόβος της απομόνωσης, αγωνίες, αβεβαιότητες, ανασφάλειες σε όλα τα πεδία. Ανασφάλειες για το σήμερα και για το αύριο.
Στην γραμμή τηλεφωνούν καθημερινά εκατοντάδες πολίτες από όλες τις ηλικιακές και κοινωνικές ομάδες, με τις γυναίκες να υπερτερούν τόσο στον αριθμό όσο και στην ένταση έκφρασης των συναισθημάτων.
Στα τηλεφωνήματα των πολιτών αφουγκραζόμαστε το άγχος, το φόβο, τη θλίψη, τη μοναξιά, το αίσθημα εγκατάλειψης, της ανίας και της μονοτονίας, του θυμού κάποιες φορές, τις δυσκολίες διαχείρισης του χρόνου, τις δυσκολίες στον ύπνο, το αίσθημα μη ελέγχου της κατάστασης, αλλά συχνά και το αίσθημα του αδιεξόδου και του αβοήθητου.
Αυτές τις ώρες είναι εμφανές ότι εκτινάσσονται παλαιότερα προβλήματα ψυχικής υγείας, πυροδοτούνται νέα, επιταχύνονται συμπεριφορές και δυναμικά που είχαν ήδη μια προδιάθεση εκδήλωσης και η κρίση τα φέρνει στην επιφάνεια με δύναμη.
Ποια είναι τα πιο συχνά και ποια, τα πιο δύσκολα θέματα στην αντιμετώπιση;
Θα σας έλεγα ότι δεν υπάρχουν δύσκολα ή εύκολα ζητήματα. Υπάρχουν κοινές συνθήκες που δυσχεραίνονται ή διευκολύνονται αναλόγως με τη δομή της προσωπικότητας του κάθε ατόμου, την τυχόν ύπαρξη προηγούμενης ψυχικής διαταραχής, τις προϋπάρχουσες εμπειρίες του, τον τρόπο που αντιμετώπισε ή όχι προηγούμενες αντιξοότητες καθώς και την ύπαρξη ή έλλειψη υποστηρικτικού περιβάλλοντος ή κοινωνικών δικτύων.
Αυτό πάντως που πρέπει να πω είναι ότι η ανελέητη εισβολή του κορωνοϊού στη ζωή µας, έχει φέρει εκρηκτικές ανατροπές µε πολλαπλές επιπτώσεις. Απώλειες ανθρώπινων ζωών, απώλειες ψυχικές, απώλειες υλικές και κοινωνικές. Ο covid-19 αναδεικνύεται εν τέλει ως καταλύτης που αλλάζει ριζικά τον τρόπο σκέψης, τον τρόπο ζωής και την κλίµακα των προτεραιοτήτων, των συναισθημάτων και των βεβαιοτήτων της ζωής, αφήνοντας ένα βαθύ ψυχικό αποτύπωµα.
Αναπτύσσονται φαινόμενα ενδοοικογενειακής βίας την περίοδο της καραντίνας, όταν υποβόσκουν προβλήματα που η απουσία από το σπίτι βοηθάει στο να μην αναδυθούν; Και πώς αντιμετωπίζονται σε αυτή τη φάση;
Αυτό που συμβαίνει σε περιόδους κρίσης είναι ότι παλιά τραύματα, εντάσεις, διαφορές, συγκρούσεις που προϋπάρχουν στη σχέση ενός ζευγαριού βγαίνουν με αιχμηρό τρόπο στην επιφάνεια. Ο επιπλέον χρόνος και ο περιορισμένος χώρος, διογκώνουν τα όποια ζητήματα επικοινωνίας προϋπήρχαν και επιταχύνουν συμπεριφορές ανάλογα με την ποιότητα των σχέσεων και με το αναπτυξιακό στάδιο της κάθε οικογένειας την παρούσα στιγμή. Φαίνεται ότι καθώς στριμωχτήκαμε στα τετραγωνικά του σπιτιού μας, στριμώχτηκε μαζί με εμάς και το συναίσθημά μας. Σε αυτή τη λογική, δύσκολα και αρνητικά συναισθήματα εκτρέπονται κάποιες φορές, παίρνοντας το χαρακτήρα της σκληρής ενδοοικογενειακής βίας.
Δεχόμαστε κλήσεις λοιπόν που καθιστούν σαφές ότι αυτή την ώρα οι σχέσεις δοκιμάζονται. Οι πολλές ώρες εργασίας εκτός σπιτιού έβαζαν κάτω από το χαλί κενά επικοινωνίας ανάμεσα στα μέλη του νοικοκυριού και όλα αυτά τα κενά ψάχνουν τώρα τη θέση τους σε ένα ιδιότυπο παζλ αντοχής διαπροσωπικών σχέσεων.
Με ποιο τρόπο αντιμετωπίζονται όλες αυτές οι δύσκολες σχέσεις;
Στις γραμμές ψυχοκοινωνικής στήριξης εξοικειώνουμε τους καλούντες με αποτελεσματικούς τρόπους επικοινωνίας. Καλούμε ο ένας τον άλλο να αξιοποιήσει στο μέγιστο δυνατό βαθμό τα αποθέματα ανοχής, κατανόησης και ευγένειας που διαθέτει απέναντι στο διπλανό του. Προσκαλούμε τους ανθρώπους που απευθύνονται να μιλήσουν σε μας αλλά και μεταξύ τους. Το συναίσθημα θέλει κίνηση, αλλιώς λιμνάζει και γίνεται τοξικό. Ας μην ξεχνάμε ότι είμαστε όλοι μαζί απέναντι στον κίνδυνο κι αυτό μπορεί να αποδειχθεί παρακαταθήκη-θησαυρός στο πεδίο των διαπροσωπικών σχέσεων, για τη μέρα μετά.
Με απασχολούσε πάντα το αίσθημα της ευθύνης που βαραίνει τον ψυχίατρο, όταν καλείται να δράσει τόσο μέσα από την ψυχανάλυση όσο και μέσω φαρμακευτικής αγωγής, απέναντι σε δύσκολα περιστατικά. Η ψυχή μας είναι άβυσσος, οι ψυχικές διαταραχές δεν έχουν τα χαρακτηριστικά μιας ασθένειας οργανικής που οι λύσεις στη θεραπεία είναι πολύ συγκεκριμένες. Πώς αντιμετωπίζετε εσείς, αυτή την ευθύνη;
Με οδηγό τη μοναδικότητα του καθενός από εμάς. Είτε είναι γιατρός είτε είναι ασθενής. Και χωρίς να παραιτούμαι από την προσήλωσή μου στον άνθρωπο που νοσεί, φέρνοντας στο κέντρο όλες τις δυνάμεις ενσυναίσθησης που διαθέτω.
Όπως άλλωστε πολύ σωστά λέτε και εσείς, οι λύσεις όταν βρισκόμαστε απέναντι στην πολυπλοκότητα του ανθρώπινου ψυχισμού δεν είναι ποτέ συγκεκριμένες. Χρειάζεται να σκύβει κανείς με προσοχή πάνω στη μοναδικότητα του κάθε ασθενή. Να ακούει πίσω από τις λέξεις και πίσω από τις σιωπές του. Να προκρίνει το υγιές κομμάτι που -όσο υπάρχει σώμα και λόγος- είναι εκεί.
Γι’ αυτό και δεν έχουν θέση στη θεραπεία οι ταμπέλες. Οι ασθενείς μας έχουν ονοματεπώνυμο και ιδιαίτερες ιστορίες να αφηγηθούν. Εάν εξαντλήσουμε τις δεξιότητες και τις γνώσεις μας στη στεγνή διάγνωση μιας διαταραχής, χάνουμε το στοίχημα της θεραπείας, που είναι η διαδρομή ενός ανθρώπου μαζί με το θεραπευτή του, να φέρει στην επιφάνεια τη δική του λύση.
Αυτές τις ημέρες μας συγκλονίζουν οι μαρτυρίες γιατρών στην Ιταλία, την Ισπανία, τις ΗΠΑ, για την επιλογή ζωής ή θανάτου που καλούνται να κάνουν για ασθενείς, την ώρα που υπάρχουν ελλείψεις σε αναπνευστήρες και θέσεις ΜΕΘ. Σας προβληματίζει η επόμενη ημέρα αυτών των συναδέλφων σας;
Ναι. Όπως με προβληματίζει και η επόμενη μέρα των εδώ συναδέλφων που ευτυχώς δεν έχει χρειαστεί μέχρι τώρα να αντιμετωπίσουν καίρια διλήμματα βιοηθικής που μπορεί να σχετίζονται ακόμα και με το θάνατο ή τη ζωή κάποιου.
Ξέρετε, στην ανάγκη μας να πιαστούμε από την ελπίδα, ηρωοποιούμε γιατρούς και νοσηλευτές και ξεχνάμε καμιά φορά ότι είναι τόσο τρωτοί όσο καθένας από εμάς και έχουν ιδιαιτέρως αυξημένες ανάγκες ψυχικής υποστήριξης τόσο εντός της λαίλαπας που έχει ξεσπάσει, όσο και όταν αυτή θα έχει κοπάσει.
Οι επαγγελματίες υγείας που βρίσκονται στο μέτωπο αντιμετώπισης και περιορισμού του Covid-19 έχουν στην πραγματικότητα πολύ μεγαλύτερη πιθανότητα εκδήλωσης συμπτωμάτων αυξημένου άγχους και ψυχικού τραύματος από οποιονδήποτε άλλο, αναπτύσσοντας το λεγόμενο secondary traumatic stress που περιλαμβάνει αντιδράσεις και συμπτώματα άγχους και θλίψης που σχετίζονται με τη βίωση του τραύματος κάποιου άλλου ατόμου, ως οικείο και προσωπικό.
Έτσι, είναι απολύτως φυσιολογικό, αν όχι αναμενόμενο, να βιώνουν αισθήματα ματαίωσης, κόπωσης, παράπονου, θυμού, και εξάντλησης. Όμως δίπλα σε αυτά, είναι επίσης εύλογο να νοιώθουν τον ίδιο ή και περισσότερο φόβο με αυτόν που νοιώθουμε όλοι μας, σε σχέση με τη μεταδοτικότητα του ιού.
Η περίοδος έχει πολλά στοιχεία θρίλερ. Πώς μπορούμε να απαλύνουμε την αβεβαιότητα που γεννάει η πανδημία αλλά και τη βεβαιότητα, ότι η επόμενη ημέρα θα μας φέρει αντιμέτωπους με μια ακόμη μεγάλη οικονομική κρίση;
Αυτή είναι η μεγάλη αγωνία των περισσοτέρων από τους ανθρώπους που μας καλούν. Αγωνία για το αν θα έχουν δουλειά αύριο, αγωνία για το αν θα τα καταφέρουν να ανταπεξέλθουν οικονομικά. Και για τους ίδιους και για την οικογένειά τους.
Δεκάδες συμπολίτες μας που τηλεφωνούν αναφέρουν ότι εξαιτίας μιας σειράς λόγων – όπως είναι η αδυναμία συγκέντρωσης, οι αυξημένες απαιτήσεις των παιδιών που βρίσκονται όλη μέρα στο σπίτι, η ψυχοκοινωνική επιβράδυνση που προκαλεί το στρες και οι διαταραχές στον ύπνο – δε μπορούν να είναι το ίδιο αποδοτικοί στην εργασία τους, όσο πριν. Συχνά μάλιστα αναφέρουν προστριβές με τους εργοδότες τους για αυτό το λόγο, ή μια αίσθηση δυσαρέσκειας προς το πρόσωπό τους. Άλλοι ζουν με το φόβο μιας επικείμενης απόλυσης που νοιώθουν να καλλιεργείται στον επαγγελματικό τους χώρο.
Κάθε πρόβλημα έχει τη λύση του, αρκεί να μην ψάχνουμε για την ιδανική λύση, αλλά για μια λύση εφικτή και πραγματοποιήσιμη.
Υπάρχουν απαντήσεις σε όλη αυτή την αβεβαιότητα;
Απάντηση θα έλεγα ότι είναι η επίγνωση ότι αυτό που έχουμε είναι το σήμερα, είναι το «εδώ και τώρα». Και ότι όσο κρατάμε τον εαυτό μας και τους γύρω μας ασφαλείς, θα υπάρχει πάντα η επόμενη μέρα για να τη χτίσουμε πάλι μαζί, με βάση μια νέα σοφία που αποκτάμε σήμερα. Να είστε σίγουρη ότι αυτή η σοφία χαράσσεται τώρα στο συλλογικό μας ασυνείδητο με κεφαλαία γράμματα και ότι η όποια οικονομική κρίση θα αντιμετωπιστεί ατομικά και συλλογικά με παρακαταθήκη αυτόν τον πολύτιμο παρανομαστή.
Τολμώ να ελπίζω ότι αυτή η άσκηση που πραγματοποιείται τώρα στην ψυχική μας ανθεκτικότητα θα είναι και μια άσκηση για την οικονομία, μια άσκηση και μια πρόκληση ταυτόχρονα για τις επιχειρήσεις να αποδείξουν πως μπορούν να απορροφήσουν τους κραδασμούς που επέφερε η πανδημία.
Η ιδιότητά σας ως Ψυχιάτρου εμπεριέχει τον δύσκολο ρόλο του problem solver. Τι θα συμβουλεύατε, λοιπόν, τις εταιρείες, στο πλαίσιο του crisis management που απαιτείται από αυτές, τόσο απέναντι στους εργαζομένους τους όσο και απέναντι στην κοινωνία;
Μου δίνετε την ευκαιρία να αναφερθώ σε μια βασική αρχή του problem solving: ότι κάθε πρόβλημα έχει τη λύση του, αρκεί να μην ψάχνουμε για την ιδανική λύση, αλλά για μια λύση που να είναι εφικτή και πραγματοποιήσιμη. Μια λύση που μπορούμε να εντοπίσουμε, να επιλέξουμε ανάμεσα σε πολλές εναλλακτικές, να οργανώσουμε και να αξιολογήσουμε.
Αυτή η αρχή αφορά τόσο τους εργαζόμενους όσο και τις εταιρείες. Και τους βάζει όλους μπροστά από την ευθύνη τους. Και την ευθύνη απέναντι στον εαυτό τους, αλλά και την ευθύνη απέναντι στην κοινωνία.
Είναι καθήκον ενός σωστού manager να επιδεικνύει κατανόηση απέναντι στις ανάγκες του ανθρώπινου δυναμικού που διευθύνει, ειδικά όπως διαμορφώνονται για όλους μας αυτές τις δύσκολες ώρες. Ζούμε κάτι πρωτοφανές. Και οι αποτελεσματικοί leaders εκτιμώνται αυτές τις ώρες.
Οι εργαζόμενοι χρειάζονται κατανόηση και σεβασμό, ώστε να μπορέσουν να παραμείνουν ενεργοί και λειτουργικοί. Αυτή η στιγμή δεν προσφέρεται για προστριβές, αλλά για συμμαχίες. Η κρίση είναι πολυεπίπεδη για να αρκούν μονοδιάστατες προσεγγίσεις, είτε από την πλευρά των επιχειρήσεων και της οικονομίας είτε από την πλευρά του πόνου και της αγωνίας των εργαζομένων. Είμαστε όλοι κοινωνοί μιας κοινής μοίρας και μιας κοινής επόμενης μέρας.
Οι διεθνείς αναλυτές, οι οίκοι αξιολόγησης, ο Π.Ο.Υ. ήδη υποστηρίζουν ότι η νέα πραγματικότητα – ακόμη κι όταν το εμβόλιο θα είναι έτοιμο – δεν θα έχει καμιά σχέση με αυτά που ξέραμε μέχρι το Γενάρη του 2020. Τι σας φοβίζει περισσότερο;
Αυτή η κρίση κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για το μέλλον και την προοπτική του καθενός μας ξεχωριστά αλλά και του κόσμου όλου. Αυτό που με φοβίζει είναι η αποτυχία μας ως είδος αν δεν καταλάβουμε το μάθημα. Αν δεν εφεύρουμε ένα νέο νόημα-οδηγό για το παρακάτω. Αν δεν αντικρίσουμε ο ένας τον άλλο όπως πραγματικά είμαστε: Ευάλωτοι αλλά και εξελικτικοί. Επισφαλείς αλλά και προσαρμοστικοί. Δηλαδή άνθρωποι.