Μιχάλης Σάλλας: H πολιτική αβεβαιότητα οδηγεί σε αναστολή της επενδυτικής δραστηριότητας
- 23/12/2022, 13:00
- SHARE
Από τον Απρίλιο του 2021 στους Δελφούς είχα επισημάνει ότι οδεύουμε προς στασιμοπληθωρισμό. Oι αρχικοί χειρισμοί της κρίσης από την Ευρώπη ήταν ιδιαίτερα άτολμοι, με αποτέλεσμα να ενταθεί το φαινόμενο. Στη συνέχεια, τα κίνητρα περιορισμού της κατανάλωσης ενέργειας σε πολλές χώρες οδήγησαν στην πτώση του σχετικού δείκτη ενέργειας, αλλά και του πληθωρισμού. Στη χώρα μας ο δείκτης που αφορά στην Ενέργεια υποχώρησε από 55% στο 20%. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την υποχώρηση του πληθωρισμού κάτω του 10% τον Οκτώβριο από 12%. Ωστόσο, ο δομικός πληθωρισμός παραμένει σε υψηλό επίπεδο, γεννώντας ανησυχίες. Παράλληλα η μεγάλη καθυστέρηση ανάπτυξης των κατάλληλων πολιτικών σε ευρωπαϊκό επίπεδο, αλλά και οι αποφάσεις της ΕΚΤ να αυξήσει απότομα και υπερβολικά τα βασικά επιτόκια, επιβαρύνουν το παραγωγικό κόστος και εντέλει μπορεί να λειτουργήσουν αντίθετα του επιθυμητού αποτελέσματος.
Διαφορές και ομοιότητες με το παρελθόν
O πληθωρισμός τη δεκαετία του 1970 και σήμερα ήταν και είναι πληθωρισμός κόστους, δηλαδή αύξησης του κόστους παραγωγής προϊόντων. Η αύξηση της τιμής των πρώτων υλών και της ενέργειας, τότε και τώρα, αλλά και η δημοσιονομική χαλάρωση και η στρεβλή νομισματική πολιτική που προηγήθηκε, απογείωσαν τον πληθωρισμό. Μην ξεχνάμε ότι το 1971 είχαμε και την αποδέσμευση του δολαρίου από τον χρυσό.
Στην πρώτη πετρελαϊκή κρίση το 1973 η τιμή του μαύρου χρυσού πήγε άμεσα από τα 3 δολάρια το βαρέλι στα 12 δολάρια. Ακολούθησε ως οικονομική πολιτική η μείωση των επιτοκίων και περαιτέρω δημοσιονομική χαλάρωση, που αποδείχθηκαν εντελώς λάθος.
Επίσης, ένα από τα μεγάλα προβλήματα που ανατροφοδότησε τον πληθωρισμό ήταν η αυτόματη αναπροσαρμογή τιμών και εισοδημάτων στις δεκαετίες του 1970-1980. Αυτή οδήγησε ως έναν βαθμό σε αδιαφορία των καταναλωτών, αλλά και των παραγωγών ως προς τις πληθωριστικές πιέσεις με αποτέλεσμα αυτές να επιμείνουν επί μακρόν. Από την πλευρά της προσφοράς υπήρχε η δυνατότητα άμεσης μετακύλησης του κόστους στις τιμές, χωρίς ιδιαίτερη αντίδραση από τους καταναλωτές, γιατί είχαμε ταυτόχρονη αναπροσαρμογή μισθών και εισοδημάτων.
Σήμερα ο κορωνοϊός επέβαλε πάλι δημοσιονομική και νομισματική χαλάρωση που μαζί με τις εξελίξεις σε Ρωσία-Ουκρανία και την επιδείνωση της ενεργειακής κρίσης, που είχε ήδη ξεκινήσει, ενέτειναν τις πληθωριστικές πιέσεις. Επειδή ο πληθωρισμός στην Ευρώπη είναι καθαρά πληθωρισμός κόστους, η ταχεία άνοδος των επιτοκίων στην παρούσα φάση, δημιουργεί σημαντικό κίνδυνο για επιδείνωση της παραγωγικότητας και των επενδύσεων. Θα έλεγα ότι στην Ευρώπη σήμερα, δεν θα πρέπει να μειωθεί απλώς ο ρυθμός αύξησης του βασικού επιτοκίου από την EΚΤ. Θα πρέπει να σταματήσει η περαιτέρω αύξηση. Η πολιτική της EKT, με εξαίρεση την περίοδο Draghi, απέχει από το να έχει αντιληφθεί τα σύγχρονα προβλήματα των ευρωπαϊκών οικονομιών. Σήμερα η EKT ακολουθεί την πολιτική της FED, μόνον που οι ΗΠΑ δεν έχουν ανεργία. Στις ΗΠΑ ουσιαστικά υπάρχει πλήρης απασχόληση, επομένως μια άνοδος των επιτοκίων αποθερμαίνει ελαφρώς την κατανάλωση, χωρίς να δημιουργεί ιδιαίτερα προβλήματα στους παραγωγικούς τομείς, λόγω των πολλών εναλλακτικών τρόπων που υπάρχουν εκεί, για την άντληση κεφαλαίων από τις επιχειρήσεις.
Στην Ευρώπη σήμερα, δεν θα πρέπει να μειωθεί απλώς ο ρυθμός αύξησης του βασικού επιτοκίου από την EΚΤ. Θα πρέπει να σταματήσει η περαιτέρω αύξηση. Οι πληθωριστικές πιέσεις, αποτέλεσμα της γεωπολιτικής αστάθειας που κλιμακώνεται, σε συνδυασμό με την ενεργειακή κρίση, την κλιματική αλλαγή και την απειλή για την παγκόσμια υγεία, είναι η μεγάλη πρόκληση για τις επιχειρήσεις και τους επενδυτές.
Ποιοι ευνοούνται από την άνοδο των τιμών
Tον πρώτο και βασικό «παίχτη» που ευνοεί η άνοδος των τιμών βραχυπρόθεσμα είναι το κράτος, αφού οι αυξημένες τιμές δημιουργούν σημαντικές εισροές ΦΠΑ στα ταμεία του. Βεβαίως, σημαντικό κομμάτι αυτών των αυξημένων εσόδων, το κράτος τα χρησιμοποιεί για κοινωνική πολιτική, που σε άλλη περίπτωση θα δυσκολευόταν να εφαρμόσει απέναντι σε αυτούς που πλήττονται περισσότερο. Επιπλέον, για τη χώρα μας, που έχει ρυθμίσει για μακρά περίοδο το δημόσιο χρέος σε χαμηλά επιτόκια, ουσιαστικά ο πληθωρισμός μειώνει το ύψος του χρέους ως προς το Εθνικό Προϊόν. Επίσης, ευνοούνται κάποια ολιγοπώλια που μπορούν και μετακυλήσουν χωρίς πρόβλημα τα αυξημένα κόστη προς τους εμπόρους και τους καταναλωτές, επιβαρύνοντας το κόστος λειτουργίας των επιχειρήσεων, ανεξαρτήτως μεγέθους, οι οποίες δεν έχουν τρόπο να αντιδράσουν.
Οι βασικές προκλήσεις για την οικονομία
To μεγαλύτερο πρόβλημα της χώρας σε αυτήν τη φάση δεν είναι άλλο από την πολιτική αβεβαιότητα που οδηγεί σε αναστολή της επενδυτικής δραστηριότητας. Παρατεταμένη, μάλιστα, πολιτική αβεβαιότητα μπορεί να οδηγήσει όχι μόνο σε επιβράδυνση της οικονομίας, αλλά και σε σημαντική πτώση στις αξίες περιουσιακών στοιχείων.
Ο δεύτερος μεγαλύτερος κίνδυνος είναι ο πληθωρισμός, αλλά η εκτίμησή μου είναι πως αυτός θα υποχωρήσει. Ο τρίτος και πολύ σημαντικός κίνδυνος είναι εξωγενής αφορά τις ευρωπαϊκές αποφάσεις και πολιτικές και θα επαναλάβω ως κίνδυνο ότι οι καθυστερήσεις και η ολιγωρία των ευρωπαϊκών οργάνων μπορεί να οδηγήσει σε κρίση το σύστημα.
Ωστόσο, η Ελλάδα είναι σε καλύτερη θέση, συγκριτικά με άλλες χώρες. Η βαριά μας βιομηχανία είναι ο Τουρισμός, ενώ στη Βόρεια Ευρώπη είναι αυτή καθαυτή βιομηχανία. Κατά συνέπεια, οι αυξήσεις σε πρώτες ύλες και άλλα κόστη δεν επηρεάζουν άμεσα τον πληθωρισμό, παρά μόνο έμμεσα.
Δεν υπάρχει κατά τη γνώμη μου τομέας της οικονομικής δραστηριότητας που να μην μπορεί κάποιος να εντοπίσει ευκαιρίες. Στην Ελλάδα σε πρώτο πλάνο βρίσκεται ο τουρισμός και η αναβάθμισή των υπηρεσιών του, αλλά ευκαιρίες υπάρχουν και στον ενεργειακό χώρο, στο real estate και κυρίως στον αγροτοδιατροφικό τομέα, που στη χώρα μας, λόγω γεωγραφίας και εύκρατου κλίματος, υπάρχουν σημαντικά πλεονεκτήματα.
Δείτε σε βίντεο όλη τη συζήτηση του Μιχάλη Σάλλα με τον Τάσο Ζάχο, στο πλαίσιο του CEO Initiative Forum 2022
*Φωτογραφία: Προσωπικό αρχείο
**Το άρθρο δημοσιεύται στην ειδική έκδοση του CEO Initiative 2022, που κυκλοφορεί Παρασκευή 23/12 μαζί με την ετήσια έκδοση του Fortune Greece με τις μεγαλύτερες εταιρείες στην Ελλάδα