Η οικονομική ανασκόπηση του 2014
- 31/12/2014, 15:01
- SHARE
Τα γεγονότα που σημάδεψαν τη χρονιά που φεύγει και τα νέα δεδομένα για τη χρονιά που έρχεται.
Το 2014 φεύγει και αφήνει πίσω του νέα δεδομένα για την παγκόσμια οικονομία. Αν θα πρέπει να μιλήσουμε για νικητές και χαμένους, κάνοντας έναν γενικό απολογισμό, από τη μια θα μπορούσαμε να βάλουμε τις ΗΠΑ και από την άλλη την Ευρωζώνη και τη Ρωσία.
Μπορεί τα δομικά προβλήματα της οικονομίας στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού να μην έχουν διορθωθεί, με αποτέλεσμα π.χ τα επιτόκια των αμερικανικών ομολόγων να παραμένουν σε μηδενικά επίπεδα, όμως στις ΗΠΑ δρέπουν, έστω και προσωρινά, τους καρπούς των δισεκατομμυρίων δολαρίων που έριξαν στο χρηματοπιστωτικό σύστημα.
Από την άλλη, η Ευρωζώνη σημειώνει πολύ χαμηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, με τις εκτιμήσεις για το 2015 να μην είναι καλύτερες και να βάζουν στο «κάδρο» της στασιμότητας ακόμη και την ατμομηχανή της οικονομίας της Ε.Ε. που δεν είναι άλλη από τη Γερμανία. Επίσης ο πληθωρισμός βρίσκεται σε πολύ χαμηλά επίπεδα, πολύ πιο κάτω από το 2%, ποσοστό-στόχο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, οι κινήσεις της οποίας το 2015 μπορεί να αποτελέσουν τη βάση για ριζικές αλλαγές στη ζώνη του ευρώ.
Η Ρωσία έχει υποστεί μεγάλο πλήγμα από τις δυτικές κυρώσεις και την πτώση στην τιμή του πετρελαίου. Το ΑΕΠ μειώθηκε μέσα στο Νοέμβριο, ενώ το ρούβλι έχει χάσει μεγάλο μέρος της αξίας του.
Ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) στην τελευταία του έκθεση, προβλέπει ρυθμό ανάπτυξης στο 3,3% για το 2014. Αντίστοιχα ο οργανισμός εκτιμά ότι το ποσοστό αυτό θα αυξηθεί ελαφρώς στο 3,7% το 2015 και στο 3,9% το 2016.
Ας δούμε ποια είναι εκείνα τα οικονομικά γεγονότα που «σφράγισαν» φέτος την παγκόσμια οικονομία.
Το τέλος της ποσοτικής χαλάρωσης στις ΗΠΑ
Στις 29 Οκτωβρίου του 2014, η επικεφαλής της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ (FED), Τζάνετ Γέλεν, ανακοινώνει και επίσημα τη λήξη του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης (quantitative easing), που είχε ως στόχο τη στήριξη της αμερικανικής οικονομίας εν μέσω κρίσης. Στο πλαίσιο του προγράμματος, που άρχισε στα τέλη του 2008 και είχε φανατικούς υποστηρικτές, αλλά και εχθρούς, η Fed αγόρασε μεγάλες ποσότητες ομολόγων και άλλων χρεογράφων από μεγάλες εμπορικές τράπεζες, παραχωρώντας τους κατ’ αυτόν τον τρόπο ρευστότητα.
Συνολικά σε διάστημα πέντε ετών η Τράπεζα αγόρασε στοιχεία αξίας 3,7 τρισεκατομμυρίων δολαρίων, οκταπλασιάζοντας τον ισολογισμό της. Στόχος ήταν οι μεγάλες ποσότητες ρευστού να «μεταγγιστούν» στην πραγματική οικονομία μέσω τραπεζικών δανείων, ώστε να τονωθεί η επιχειρηματικότητα και η δημιουργία θέσεων εργασίας. Οι ΗΠΑ ακολουθώντας τη γνωστή τους συνταγή και ρίχνοντας «χρήμα στο πρόβλημα» κατάφεραν να αυξήσουν τους ρυθμούς ανάπτυξης, να μειώσουν το ποσοστό ανεργίας και να ενισχύσουν το χρηματοπιστωτικό σύστημα, αλλά και τη Wall Street.
Το ερώτημα βέβαια που θα πρέπει να «βασανίζει» τους αναλυτές είναι, εάν το «πάρτι διαρκείας» στο αμερικανικό χρηματιστήριο δικαιολογείται, ή, εάν οι επενδυτές στις ΗΠΑ θα πρέπει να είναι πιο προσεκτικοί στις τοποθετήσεις τους. Δεν είναι λίγες οι φωνές που προειδοποιούν για τον κίνδυνο βίαιης διόρθωσης, αφού μπορεί οι ειδήσεις να είναι θετικές και η οικονομία των ΗΠΑ να δείχνει σημάδια ανάκαμψης, τα προβλήματα όμως, όπως το υψηλό δημόσιο χρέος που ξεπερνά τα 15 τρισ. δολάρια, εξακολουθούν να υπάρχουν. Σε ό,τι αφορά στις ΗΠΑ, η ανάπτυξη θα διαμορφωθεί σε 2,2% εφέτος, σε 3,1% το 2015 και σε 3,0% το 2016, σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ.
Ευρωζώνη το «προβληματικό παιδί»
Η Ευρωζώνη ακολούθησε και το 2014 τον γερμανικό δρόμο εξυγίανσης, που προβλέπει δημοσιονομική πειθαρχία και συγκρατημένα ελλείμματα και χρέη. Όμως η απουσία κάποιου οργανωμένου σχεδίου για την ανάπτυξη, η δυστοκία στη λήψη κρίσιμων αποφάσεων και οι κακές αποδόσεις των μεγάλων οικονομιών της Ευρωζώνης προβληματίζουν τους αναλυτές, που εκτιμούν ότι αυτή η κατάσταση θα επηρεάσει ακόμα και την «ατμομηχανή» του ευρώ, τη Γερμανία.
Σύμφωνα με την Bundesbank το γερμανικό ΑΕΠ αναμένεται να αυξηθεί μόλις κατά 1% το 2015, ενώ ταυτόχρονα Γερμανοί οικονομολόγοι χρεώνουν στο Βερολίνο ανεπάρκεια στη προώθηση μεταρρυθμίσεων και αδυναμία επανεπένδυσης του πλεονάσματος του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών στην οικονομία, γεγονός που θα επέτρεπε κάποια, έστω και μικρή, δημοσιονομική «χαλάρωση» στη Γερμανία και θα άνοιγε το δρόμο και για άλλες χώρες στο ευρώ.
Παράλληλα οι χώρες του Νότου εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν οικονομικά προβλήματα, κυρίως χρέους, αλλά και διαρθρωτικής φύσεως, τα οποία δεν έχουν αντιμετωπιστεί, όπως θα έπρεπε με τη μονόπλευρη στρατηγική της λιτότητας.
Έτσι μεγάλο στοίχημα για την Ευρωζώνη το 2015 παραμένουν οι κινήσεις του επικεφαλής της ΕΚΤ, Μάριο Ντράγκι, ο οποίος έχει δεσμευτεί ότι «θα πράξει ό,τι είναι απαραίτητο», για την αναζωογόνηση της οικονομίας της ευρωζώνης, προχωρώντας ακόμη και σε αγορές ομολόγων και άλλων στοιχείων ενεργητικού για τη μεγιστοποίηση της παρεχόμενης ρευστότητας σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις.
Πλήγμα για τη ρωσική «αρκούδα»
Η απότομη κάμψη της ρωσικής οικονομίας μετά τον Σεπτέμβριο έκανε τον Βλαντιμίρ Πούτιν να φαίνεται λιγότερο ισχυρός. Ο Ρώσος πρόεδρος μετά τη προσάρτηση της Κριμαίας, αλλά και τη σύσφιξη των σχέσεων της χώρας του με τις μεγαλύτερες αναπτυσσόμενες οικονομίες (Κίνα, Ινδία, Βραζιλία), πρέπει πλέον να αντιμετωπίσει τις συνέπειες από τη μεγάλη πτώση της τιμής του πετρελαίου, από τη στιγμή που η χώρα στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στην εξαγωγή ορυκτών καυσίμων, αλλά και από τις δυτικές κυρώσεις για τις κινήσεις του στην Ουκρανία.
Το ρωσικό ΑΕΠ μειώθηκε μέσα στο Νοέμβριο κατά 0,5%, γεγονός που συμβαίνει για πρώτη φορά μέσα στην τελευταία πενταετία.
Στην κακή οικονομική συγκυρία, έρχεται να προστεθεί και η υποτίμηση του ρωσικού νομίσματος, κάτι που ενισχύει αντί να ανακόπτει την καθοδική τροχιά των ρωσικών οικονομικών δεικτών. Σύμφωνα με τον Ρώσο υπουργό Οικονομικών, Άντον Σιλουάνοφ, εάν η τιμή του πετρελαίου παραμείνει στα σημερινά επίπεδα, η οικονομική απόδοση της χώρας αναμένεται να συρρικνωθεί κατά 4% το 2015. Εάν μάλιστα επαληθευτεί αυτό το σενάριο, θα είναι η πρώτη φορά που η Ρωσία δεν σημειώνει ανάπτυξη.
«Αμπενόμικς» για την Ιαπωνία
Η εντυπωσιακή συρρίκνωση της τρίτης μεγαλύτερης οικονομίας στον κόσμο, τα δημοσιονομικά προβλήματα, το μεγάλο χρέος , αλλά και ο αποπληθωρισμός, στον οποίο παραμένει εγκλωβισμένη εδώ και δύο δεκαετίες η Ιαπωνία, οδηγούν τον πρωθυπουργό Σίνζο Άμπε σε έκτακτα μέτρα για την οικονομία.
Μετά τη νέα του μαζική νίκη στις πρόσφατες εκλογές, η κυβέρνηση του Άμπε ενέκρινε πακέτο ύψους 29 δισεκ. δολαρίων για την τόνωση της οικονομίας, ενώ προώθησε φορολογικές μειώσεις, ώστε να ενθαρρύνει τις επιχειρήσεις να αυξήσουν τους μισθούς, κάτι που θα οδηγούσε σε αύξηση των καταναλωτικών δαπανών.
Παράλληλα και η κεντρική τράπεζα της Ιαπωνίας ανακοίνωσε μέσα στο 2014 νέα μέτρα ποσοτικής χαλάρωσης, αυξάνοντας τη ρευστότητα της ιαπωνικής οικονομίας στα 80 τρισεκατομμύρια γεν (726 δισεκατομμύρια δολάρια) ετησίως, από τα 60-70 τρισεκατομμύρια γεν, που ήταν ο προηγούμενος στόχος.
Χαμηλώνει ο πήχης για τις αναδυόμενες αγορές
Ο τίτλος που θα μπορούσε να «ντύσει» τις εκτιμήσεις των αναλυτών για τις μεγάλες αναπτυσσόμενες οικονομίες το 2014 είναι: «προβληματισμός για την Κίνα και τη Λατινική Αμερική, χαμόγελα για την Ινδία».
Για την Κίνα, τη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου, οι ειδικοί εκτιμούν ότι ο ρυθμός ανάπτυξης θα κινηθεί γύρω στο 7%. Το ποσοστό αυτό είναι το χαμηλότερο που έχει σημειώσει η χώρα από το 1990, αν και θεωρείται ακόμη υψηλό. Οι μειωμένοι οικονομικοί δείκτες στην χώρα αποδίδονται εν πολλοίς στις προσπάθειες της κινεζικής κυβέρνησης για μια πιο βιώσιμη ανάπτυξη. Το ενδιαφέρον της Κίνας στρέφεται πλέον σταδιακά στην τόνωση της εσωτερικής κατανάλωσης και όχι αποκλειστικά στον εξαγωγικό τομέα.
Από την άλλη η Ινδία σημειώνει αλματώδη πρόοδο και σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ ο ρυθμός ανάπτυξης στη δεύτερη πολυπληθέστερη χώρα του κόσμου αναμένεται να αγγίξει το 6,6%.
Τέλος το γεγονός ότι πολλές χώρες της Λατινικής Αμερικής βασίζονται στις εξαγωγές πρώτων υλών, αποτελεί έναν επιπρόσθετο παράγοντα ανησυχίας, αφού οι τιμές τους αναμένεται να έχουν καθοδική πορεία.
Οικονομικός πόλεμος για το πετρέλαιο
Σε όλα τα παραπάνω, μια κοινή συνισταμένη είναι το ενεργειακό κόστος και κυρίως το ζήτημα της ραγδαίας πτώσης της τιμής του πετρελαίου που σημάδεψε την παγκόσμια οικονομία το 2014.
Οι τιμές του «μαύρου χρυσού» έπεσαν σε επίπεδα που κανείς δεν θα μπορούσε να προβλέψει πριν ένα εξάμηνο. Ο Δεκέμβριος βρήκε το μπρεντ να πωλείται για λιγότερο από 60 δολάρια το βαρέλι. Ας σημειωθεί ότι η τιμή του πετρελαίου έχει μειωθεί από τον περασμένο Ιούλιο περίπου κατά 50%.
Η αυξημένη παραγωγή πετρελαίου στις ΗΠΑ σε συνδυασμό με την άρνηση του ΟΠΕΚ να μειώσει την παραγωγή του, έχουν δημιουργήσει μεγάλη προσφορά την ώρα που η επιβράδυνση της παγκόσμιας ανάπτυξης μειώνει τη ζήτηση.
Πίσω από αυτή τη ραγδαία μείωση «κρύβεται» ένα γεωπολιτικό «power game», που βρίσκει από τη μια πλευρά τις ΗΠΑ και τη Σαουδική Αραβία και από την άλλη τη Ρωσία, τη Βενεζουέλα και το Ιράν.