Τα σημαντικότερα διεθνή επιχειρηματικά deals του 2021
- 30/12/2021, 16:20
- SHARE
Από την Μαρία Ακριβού
Η χρονιά που φεύγει χαρακτηρίζεται από έντονη επενδυτική δραστηριότητα και deals που αλλάζουν για ακόμα μια φορά τον παγκόσμιο επιχειρηματικό χάρτη, αλλά και την ισορροπία της παγκόσμιας οικονομίας. Το 2022 προμηνύεται ακόμη πιο ενδιαφέρον καθώς οι εταιρείες προβαίνουν σε μεγαλύτερα σχήματα και υλοποιούν επενδύσεις που «κόλλησαν» την προηγούμενη διετία λόγω της πανδημίας.
Πάμε να δούμε μερικά από τα σημαντικότερα deals του πλανήτη για το 2021.
KCS και Canadian National Railway
Το αστρονομικό ποσό των 30 δις δολαρίων θα δώσει η Canadian Pacific Railway για την εξαγορά της Kansas City Southern με σκοπό να δημιουργήσει το πρώτο δίκτυο εμπορευματικών σιδηροδρόμων που θα συνδέει το Μεξικό, τις ΗΠΑ και τον Καναδά. Πρόκειται για τη μεγαλύτερη συμφωνία συγχωνεύσεων και εξαγορών του έτους, η οποία έχει μπει στο μικροσκόπιο των νομοθετών που εξετάζουν εάν η συναλλαγή είναι θεμιτή ή λειτουργεί ενάντια στον ανταγωνισμό στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Η Kansas Southern είναι η τρίτη κατά σειρά σιδηροδρομική εταιρεία των ΗΠΑ που στοχεύει η Canadian Pacific με στόχο να δημιουργήσει ένα παναμερικανικο δίκτυο, έχοντας εγκαταλείψει στο παρελθόν δυο άλλες εξαγορές το 2014 και το 2016.
Οι προβλέψεις για το νέο σχήμα που θα ακούει στο όνομα Canadian Pacific Kansas City, είναι ότι τα ετήσια έσοδα θα αγγίζουν τα 8,7 δισεκατομμύρια δολάρια και ο αριθμός των εργαζομένων θα ανέρχεται σε 20.000 άτομα.
Rogers και Shaw Communications
Εις σάρκαν μια ενώνονται οι εταιρείες Rogers και Shaw Communications με την πρώτη να ανακοινώνει τον περασμένο Μάρτιο ότι θα καταβάλει το αντίτιμο των 16,02 δις δολαρίων. Χάρη σε αυτή τη στρατηγική κίνηση η Rogers θα γίνει η δεύτερη μεγαλύτερη εταιρεία τηλεπικοινωνιών μετά την BCE που ηγείται της αγοράς.
Εφόσον ολοκληρωθεί και λάβει το πολυπόθητο πράσινο φως από τις ρυθμιστικές αρχές, η συμφωνία θα είναι η μεγαλύτερη στον κλάδο τηλεπικοινωνιών του Καναδά από όταν η BCE ολοκλήρωσε την απόσχιση της από τη Nortel Networks το 2000, σε μία συναλλαγή αξίας 88,7 δισ. καναδικά δολάρια, σύμφωνα με τη Refinitiv.
Deutsche Wohnen και Vonovia
Για τα γερμανικά δεδομένα θεωρήθηκε ως deal μαμούθ που αλλάζει το σκηνικό στον χάρτη του real estate. Πιο συγκεκριμένα, οι γερμανικές εισηγμένες κτηματομεσιτικές εταιρείες Vonovia και Deutsche Wohnen ήρθαν σε συμφωνία συγχώνευσης ύψους 18 δις ευρώ θέτοντας τα θεμέλια για τη δημιουργία ενός κολοσσού, όχι μόνο σε εγχώριο επίπεδο, αλλά και σε ευρωπαϊκό, που θα διαθέτει στο χαρτοφυλάκιό του 550.000 διαμερίσματα.
Η Vonovia κατέβαλε 52 ευρώ για κάθε μετοχή της Deutsche Wohnen, ενώ αξίζει να σημειωθεί ότι πρόκειται για την τρίτη προσπάθεια να εξαγοράσει τη Deutsche Wohnen, με την τελευταία προσφορά του 2016 να ήταν ύψους 9,9 δισ. ευρώ.
Microsoft και Nuance Corporation
Να ισχυροποιήσει τη θέση της στο πεδίο του ΑΙ επιχειρεί η Microsoft μετά την απόκτηση της Nuance Communications, έναντι 19,7 δισ. δολαρίων, ήτοι 56 δολάρια ανά μετοχή, η οποία δραστηριοποιείται στον χώρο της τεχνητής νοημοσύνης και της φωνητικής αναγνώρισης.
Η εξαγορά της εταιρείας, η οποία ιδρύθηκε το 1992 και απασχολεί 7.100 εργαζόμενους σε 28 διαφορετικές χώρες, εντάσσεται στην προσπάθεια της Microsoft να ενδυναμώσει τις ροές κερδοφορίας, μέσω μιας σειράς εταιρικών deals. Η εν λόγω επιχειρηματική συμφωνία είναι η μεγαλύτερη από το 2016, όταν ο αμερικανικός κολοσσός είχε προβεί στην απόκτηση του LinkedIn έναντι 26 δισ. δολαρίων.
Όσο για τη Nuance έχει έδρα τη Μασσαχουσέτη και τα τελευταία χρόνια έχει εστιάσει στην παροχή ειδικού λογισμικού στον κλάδο της ιατρικής, συμβάλλοντας στην αυτοματοποίηση των αναφορών ακτινογραφίας.
PPD και Thermo Fisher Scientific
Η Thermo Fisher με έδρα το Waltham της Μασαχουσέτης ανακοίνωσε το 2021 ότι εντάσσεται υπό τη σκέπη της η PPD, εταιρεία που παρέχει υπηρεσίες κλινικής έρευνας στη βιομηχανία βιοφαρμακευτικών και βιοτεχνολογικών προϊόντων.
Τα διοικητικά συμβούλια και των δύο εταιρειών ενέκριναν την οριστική συμφωνία τον Απρίλιο, η οποία επιβεβαίωσε ότι η Thermo Fisher θα αγόραζε την PPD για 47,50 δολάρια ανά μετοχή, πληρώνοντας συνολικά 17,4 δις δολάρια, συν την υπόθεση καθαρού χρέους περίπου 3,5 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Η PPD προσφέρει κλινική έρευνα και εργαστηριακές υπηρεσίες δίνοντας τη δυνατότητα στους πελάτες της να επιταχύνουν την καινοτομία και να αυξήσουν την παραγωγικότητα ανάπτυξης φαρμάκων. Απασχολεί περισσότερους από 26.000 εργαζόμενους σε 50 χώρες και απέφερε έσοδα 4,7 δισεκατομμυρίων δολαρίων το 2020.
William Grace και Humana
Ένα ακόμη επιχειρηματικό deal ύψους 8 δις δολαρίων απασχόλησε τη διεθνή επιχειρηματική σκηνή. Πρόκειται για τον επιχειρηματικό γάμο μεταξύ Humana και William Grace. Η Humana κατείχε ήδη το 40% της William Grace μέσω της εξαγοράς της εταιρείας σε συνεργασία με τις εταιρείες ιδιωτικών μετοχών TPG Capital και WCS το 2018. Χάρη στη νέα συμφωνία εξασφαλίζεται και το υπόλοιπο 60% των μετοχών της William Grace.
Η νέα εταιρεία θα βγει στην αγορά με το brand «CenterWell Home Health». Σημειώνεται ότι στο β’ τρίμηνο του έτους τα κέρδη της Humana ξεπέρασαν τα 700 εκατομμύρια δολάρια λόγω του μεγάλου αριθμού εγγραφών στο πρόγραμμα Medicare Advantage η οποία ήταν απόρροια του αβέβαιου κλίματος που διαμόρφωσε η πανδημία Covid-19.
MGM Studios και Amazon
Τα χέρια έδωσαν Amazon και MGM Studios υπογράφοντας μια χρυσή συμφωνία 8,45 δισ. δολαρίων, αλλά αυτό δεν σημαίνει πως οι χρήστες της θα αποκτήσουν πρόσβαση στους περισσότερους από τους κλασικούς τίτλους του θρυλικού στούντιο, όπως “Ο Μάγος του Οζ και το “Singin’ in the Rain”, καθώς η ταινιοθήκη της MGM με παραγωγές προ του 1986 έχει περάσει στην κατοχή του Τεντ Τέρνερ και της WarnerMedia.
Ωστόσο, το deal εξασφαλίζει στην Amazon την απόκτηση δικαιωμάτων για περισσότερες από 4.000 ταινίες και 17.000 τηλεοπτικές εκπομπές από την MGM στο πλαίσιο της συμφωνίας, ακόμη και χωρίς την προ του 1986 ταινιοθήκη. Εκτός από τις σειρές ταινιών “Τζέιμς Μποντ” και “Ρόκι”, ο κατάλογος του στούντιο περιλαμβάνει ταινίες όπως “Η σιωπή των αμνών”, τις σειρές “Ροζ Πάνθηρας” και “Legally Blonde”, καθώς και παραγωγές της “μικρής οθόνης”, όπως τα “The Handmaid’s Tale”, “The Voice” και “The Real Housewives of Beverly Hills”.
Η συμφωνία θα επιφέρει σημαντικά οφέλη και στην MGM, αφού θα προσφέρει στο στούντιο πιο σταθερά οικονομικά θεμέλια αλλά και έναν τεράστιο “βραχίονα” διανομής.
AT&T - Discovery Inc
Η AT&T Inc, η ιδιοκτήτρια εταιρεία των HBO και Warner Bros στούντιο, και η εταιρεία streaming δικτύων Discovery Inc, ιδιοκτήτρια των lifestyle τηλεοπτικών δικτύων tLC και HGTV, προχώρησαν τον Μάιο σε συγχώνευση των media assets τους, προβαίνοντας σε ένα deal ύψους 43 δις δολαρίων.
Η προτεινόμενη συμφωνία θα ενώσει τα πιο ισχυρά στούντιο του Χόλυγουντ, με τα εξίσου ισχυρά τηλεοπτικά σόου μαγειρικής, περιβαλλοντικά και επιστημονικά, του Discovery.
Η συμφωνία επίσης σηματοδοτεί την λύση της εξαγοράς της Time Warner το 2018 από την AT&T έναντι 108,7 δισ. δολαρίων, και υπογραμμίζει την αναγνώριση ότι η τηλεθέαση έχει στραφεί στο streaming.
ΤΙΜ και KKR
Σε αυτή την περίπτωση τα πράγματα παραμένουν ακόμη ρευστά με ένα μεγάλο ερωτηματικό να αιωρείται αναφορικά με την τύχη της ΤΙΜ. Υπενθυμίζεται πως πριν από έναν μήνα κατατέθηκε μη δεσμευτική προσφορά ύψους 10,8 δισ. ευρώ για εξαγορά από το αμερικανικό επενδυτικό ταμείο KKR, μια κίνηση που στοχεύει στην ιδιωτικοποίηση του μεγαλύτερου τηλεφωνικού ομίλου της Ιταλίας.
Η πρόταση έρχεται σε μια περίοδο κατά την οποία ο διευθύνων σύμβουλος της ΤΙΜ, Λουίτζι Γκουμπιτόσι, βρίσκεται υπό έντονη πίεση από τη Vivendi που είναι από τους μεγαλύτερους μετόχους, μετά από δύο προειδοποιήσεις για τα έσοδα της εταιρείες σε διάστημα τριών μηνών.
Blackstone και Medline Industries
Ένα consortium από private equity εταιρείες, επικεφαλής των οποίων είναι η Blackstone, έδωσε την έγκρισή του για την απόκτηση της εταιρείας ιατρικών προμηθειών, Medline Industries, καταβάλλοντας 34 δις δολάρια.
Ο όμιλος, που αποτελείται από την Blackstone, την Carlyle και την Hellman & Friedman, θα πάρει το μερίδιο πλειοψηφίας στη Medline, ενώ συμμετοχή θα έχει και η GIC Pte της Σιγκαπούρης.
Η συναλλαγή αποτελεί σύμφωνα με τους αναλυτές τη μεγαλύτερη εξαγορά από τη μεγάλη χρηματοπιστωτική κρίση του 2007. Μάλιστα, είναι η δεύτερη τη τάξει εξαγορά σε ό,τι αφορά το ποσό που πρόκειται να διακινηθεί, με την πρώτη θέση να καταλαμβάνει η εξαγορά της TXU Corporation αντί 44 δισεκατομμυρίων δολαρίων.