Τι κάνουν σήμερα οι κύριοι πρωταγωνιστές της παγκόσμιας χρηματοοικονομικής κρίσης;
- 13/08/2017, 20:02
- SHARE
Πού βρίσκονται δέκα χρόνια μετά τη μεγάλη χρηματοπιστωτική κρίση οι «υπαίτιοι αυτής».
Πριν δέκα χρόνια ξέσπασε η κρίση των ενυπόθηκων δανείων subprime, ένα γεγονός το οποίο οδήγησε στη μεγαλύτερη χρηματοπιστωτική κρίση προκαλώντας απότομη ύφεση στο βιομηχανικό κόσμο.
Οι Αμερικανικές τράπεζες είχαν ξεκινήσει να κυκλοφορούν στην αγορά στεγαστικών δανείων πιστώσεις με επίπεδο κινδύνου υψηλότερο από το μέσο όρο των άλλων δανείων (subprime). Αυτά τα ‘τοξικά’ στεγαστικά δάνεια «συσκευάζονταν» σε χρεωστικούς τίτλους και πωλούνταν ως χρηματοοικονομικά προϊόντα υψηλής ποιότητας. Και η φούσκα διογκωνόταν συνέχεια και με αυξητικό ρυθμό στον τομέα των στεγαστικών στις ΗΠΑ, ώσπου μία μέρα «έσπασε».
Ανάμεσα στον Ιούλιο και τον Αύγουστο του 2007, τα προβλήματα αρχίζουν για τα επενδυτικά κεφάλαια, τις τράπεζες και τους άλλους οργανισμούς ενυπόθηκων δανείων στις ΗΠΑ, στο βαθμό που τα subprime στεγαστικά δάνεια έμεναν ακάλυπτα. Στις 9 Αυγούστου η μετάδοση της κρίσης φτάνει και στην Ευρώπη: Η τράπεζα BNP Paribas αναστέλλει τρία επενδυτικά κεφάλαια λόγω έλλειψης ρευστότητας. Υστερία ξεκινά να καταλαμβάνει τις αγορές και η ΕΚΤ, όπως και η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ αποδύονται σε εκτεταμένες ενέσεις μετρητών για να αμβλύνουν τις εντάσεις. Αλλά η αστάθεια θα συνεχιστεί μέχρι το τελικό χτύπημα, που σηματοδοτεί η κατάρρευση της τράπεζας Lehman Brothers στις 15 Σεπτεμβρίου 2008.
Αναλυτές και ειδικοί επισημαίνουν ότι η οικονομική φούσκα κατέστη δυνατή σε μεγάλο βαθμό εξαιτίας της απορρύθμισης και της άρσης των ελέγχων που ακολούθησε μετά την ανάρρηση στην προεδρία του Ρόναλντ Ρέιγκαν, που οι επόμενοι πρόεδροι δεν ήθελαν ή θα μπορούσαν να επιβραδύνουν, ή να ελέγξουν. Η χιονοστιβάδα μεγάλωσε μέχρι που παρέσυρε και το σύνολο του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος.
Οι πληγές της κρίσης δεν έχουν ακόμη επουλωθεί. Αλλά μεταξύ των πολιτών παραμένει ζωντανή η εντύπωση ότι οι υπεύθυνοι ή οι ένοχοι αυτής της κρίσης δεν έχουν τιμωρηθεί. Η Ουάσιγκτον έστειλε μια έκθεση προς το Κογκρέσο επισημαίνοντας ότι μόνο 35 τραπεζίτες καταδικάστηκαν στα δικαστήρια για την εν λόγω κρίση. Και σε μια πρόσφατη έκθεση των Financial Times σημειώνεται ότι οι μεγάλες τράπεζες των ΗΠΑ έχουν πληρώσει περισσότερα από 150 δισεκατομμύρια δολάρια σε πρόστιμα για την συμβολή τους την κρίση.
Ας δούμε που βρίσκονται και τι κάνουν σήμερα οι πρωταγωνιστές αυτής της κρίσης, που όλος ο κόσμος εξακολουθεί να πληρώνει.
Πηγή: El Publico – ΑΠΕ-ΜΠΕ
Άλαν Γκρίνσπαν
Ο Πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ μεταξύ των ετών 1987 και 2006, ήταν ο πατέρας του δόγματος της «παράλογης ευφορίας» και ηγήθηκε της οικονομικής πολιτικής που εφαρμόσθηκε εκείνη την περίοδο στις ΗΠΑ και χαρακτηρίστηκε από πολλούς ως ένας από τους πυλώνες της κρίσης των ενυπόθηκων δανείων. Ό διάσημος οικονομολόγος παραδέχτηκε τον Οκτώβριο του 2008 ότι η τυφλή πίστη του στην οικονομία της αγοράς τον ώθησε να διαπράξει ένα «λάθος», υποθέτοντας πως τα συμφέροντα των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων θα είναι πάντα ευθυγραμμισμένα με εκείνα των μετόχων τους και ότι αυτά δεν θα αναλαμβάνουν μεγαλύτερο κίνδυνο από ό, τι θα μπορούσαν να αντέξουν οικονομικά. Σημειώνεται ότι ο Γκρίνσπαν έφυγε από το αξίωμά του στην Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ το 2006, αρκετούς μήνες πριν από το ξέσπασμα της κρίσης, και σήμερα έχει ιδρύσει τη δική του οικονομική εταιρεία συμβουλών, την Greenspan Associates, η οποία συμβουλεύει τράπεζες και επενδυτικά κεφάλαια.
Bear Stearns και η Washington Mutual Inc.
Η επενδυτική τράπεζα Bear Stearns και η Washington Mutual Inc. εκμεταλλεύτηκαν υπέρμετρα τα στεγαστικά δάνεια subprime, συσσωρεύοντας αντίστοιχα 87 δισ. και 45.6 δισ. δολάρια σε subprimes κατά την έναρξη της κρίσης. Δικαστικές έρευνες αργότερα κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι οι δύο τραπεζικές οντότητες κατέφυγαν σε δόλιες πρακτικές στη διαχείριση των ενυπόθηκων ομολόγων. Η Bear Stearns παραπλάνησε τους επενδυτές της, λέγοντας ψέματα για την ποιότητα των τίτλων αυτών, που σε πολλές περιπτώσεις συνδυάζονταν με πακέτα άνευ αξίας και πολύ υψηλού κινδύνου στεγαστικών δανείων, ενώ η Washington Mutual εξαπάτησε τους δανειολήπτες και τους επενδυτές, πείθοντας τους πρώτους να συνάψουν δάνεια που δεν ήταν σε θέση να πληρώσουν και στη συνέχεια τα περνούσε στους δεύτερους σε μορφή άλλου πακέτου τραπεζικών προϊόντων. Η απληστία τους όμως θα τελειώσει με καταστροφικό τρόπο: Η Bear Stearns θα καταρρεύσει τον Μάιο του 2008, ενώ η Washington Mutual θα αντέξει μόνο μέχρι τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους. Και οι δύο οργανισμοί έχουν εξαγορασθεί από τον τραπεζικό κολοσσό JP Morgan Chase, ο οποίος είχε να αντιμετωπίσει τα βαριά πρόστιμα για τις εγκληματικές ενέργειες των δύο αυτών ιδρυμάτων.
Λιούις Ρανιέρι
Γνωστός κι ως «νονός των ενυπόθηκων ομολόγων», καθώς πιστώνεται τη δημιουργία της διαδικασίας τιτλοποίησης, με την οποία τα μη ρευστοποιήσιμα περιουσιακά στοιχεία (όπως στεγαστικά δάνεια) ομαδοποιούνται μέσω χρηματοοικονομικών τεχνικών σε τίτλους για να μπορούν να γίνουν εύκολα εμπορεύσιμα. Ο Ρανιέρι, τότε αντιπρόεδρος της επενδυτικής τράπεζας Salomon Brothers, είναι ο ιδρυτής και σημερινός πρόεδρος του Ranieri Partners, μια συμβουλευτική εταιρεία για επενδύσεις σε ακίνητα.
Fannie Mae και Freddy Mac
Η Ομοσπονδιακή Εθνική Ένωση Δανείων (κοινώς γνωστή ως Fannie Mae) και η Ομοσπονδιακή Ένωση Στεγαστικών Δανείων (Freddie Mac) είναι οι κύριοι φορείς έκδοσης ενυπόθηκων δανείων στις ΗΠΑ. Αποστολή τους ήταν να αναζωογονήσουν την αγορά ενυπόθηκων δανείων, εξαγοράζοντας αυτά τα δάνεια από τις τράπεζες για να είναι σε θέση να διατηρήσουν τη ρευστότητά τους και να μπορούν να εκδώσουν ακόμη περισσότερα. Προκειμένου να αποφύγουν να βρεθούν ουραγοί στις τάσεις της αγοράς, γύρω από το 2006 οι Fannie και Freddy άρχισαν να αποκτούν ορισμένα ομόλογα υψηλού κινδύνου, εγγυημένα από τους οργανισμούς αξιολόγησης. Όταν η φούσκα έσκασε, οι Fannie και Freddy, που λειτουργούν αποκλειστικά και μόνο στην αγορά στεγαστικών δανείων, κατέρρευσαν σχεδόν αμέσως και χρειάσθηκε η παρέμβαση της κυβέρνησης για τη διάσωσή τους. Μέχρι σήμερα η μοίρα τους παραμένει άδηλη.
Moody’s, Standard & Poors και Fitch
Οι οίκοι αξιολόγησης, υπεύθυνοι για την αξιολόγηση της ποιότητας των χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων, έχουν κατηγορηθεί για «φούσκωμα» των βαθμολογιών των πακέτων στεγαστικών δανείων «σκουπίδια», ενθαρρύνοντας τους επενδυτές να αναλάβουν, χωρίς να το γνωρίζουν, υψηλούς κινδύνους. Οι oίκοι λάμβαναν αμοιβές άμεσα από τους εκδότες των ομολόγων για να εκδίδουν αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας, πρακτική που κάλλιστα θα μπορούσε να δημιουργήσει υπόνοιες για συγκρούσεις συμφερόντων. Ο ανταγωνισμός μεταξύ των Οίκων έχει εξάλλου θεωρηθεί ως πιθανότερη αιτία γι’ αυτήν την ύποπτη συμπεριφορά.
Η Moody’s και η Standard & Poors κλήθηκαν να πληρώσουν πρόστιμα 864 εκατ. και 1,375 δισ. δολαρίων , αντίστοιχα στις αρχές των ΗΠΑ για να διευθετήσουν τις κατηγορίες που αντιμετώπισαν για χειραγώγηση των αξιολογήσεων καθώς και για μη εφαρμογή αυστηρών κανόνων δεοντολογίας. Η Κάθλιν Κόρμπετ, διευθύντρια του μεγαλύτερου οίκου αξιολόγησης Standard & Poor πριν και κατά τη διάρκεια της κρίσης του 2007, ίδρυσε το 2008 το Cross Ridge Capital LLC, που ειδικεύεται στα κεφάλαια υψηλού κινδύνου , το οποίο και διευθύνει. Ο Ρέιμοντ Μακντάνιελ, διευθυντής της Moody’s εκείνη την εποχή, συνεχίζει να διευθύνει τον ίδιο οίκο αξιολόγησης.
Goldman Sachs
Η επενδυτική τράπεζα Goldman Sachs βγήκε νικήτρια από την κρίση, κερδίζοντας περισσότερα από 4 δισ., εξέλιξη που προκάλεσε ρίγος στις μεγάλες τράπεζες του κόσμου. Μια έκθεση της Επιτροπής Λεβίν, που συγκροτείται από βουλευτές της Μόνιμης Υποεπιτροπής Ερευνών της Γερουσίας, αναφέρει από το 2011ότι αυτή η πλεονεκτική θέση της τράπεζας θα μπορούσε να οφείλεται στο γεγονός ότι Goldman Sachs παραπλάνησε τους επενδυτές να τους πωλήσει περιουσιακά στοιχεία που συνδέονταν με στεγαστικά δάνεια υψηλού κινδύνου και στη συνέχεια να υποβαθμίσει αυτά τα περιουσιακά στοιχεία, παράγοντας ένα διπλό όφελος για την τράπεζα. Ωστόσο, δικαστήριο των ΗΠΑ αποφάνθηκε ότι στην έκθεση δεν υπήρχαν επαρκή στοιχεία που να καθιστούν αναγκαία τη διερεύνηση ποινικών διώξεων κατά της τράπεζας ή στελεχών της. Ο Διευθύνων Σύμβουλος της τράπεζας, Λόιντ Μπλάνκφιν εξακολουθεί να βρίσκεται στη θέση του.
Τζον Πόλσον
Ο δισεκατομμυριούχος Τζον Πόλσον ήταν ο μεγαλύτερος κερδισμένος από την κρίση των ενυπόθηκων δανείων. Ο ίδιος πόνταρε στο σκάσιμο της φούσκας των στεγαστικών δανείων και κέρδισε 3.7 δισ. δολάρια, όταν η πρόβλεψή του αποδείχθηκε ακριβής, προκαλώντας σκληρές επικρίσεις για τον πλουτισμό του από τις γενικευμένες απώλειες των άλλων. Από το 2011, το επενδυτικό κεφάλαιο που διευθύνει, το Paulson & Co., έχει απωλέσει τα δύο τρίτα της αξίας του, πέφτοντας από τα 36 δισ. δολάρια το 2011στα 10 δισ. σήμερα. Ωστόσο, μια νέα επένδυσή του στην αγορά ακινήτων και στην πολιτική (στο πρόσωπο του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ) είναι δυνατόν να αναστρέψει αυτήν την πτώση.
AIG
Η ασφαλιστική εταιρεία American International Group εξέδιδε ασφάλιστρα έναντι μη εξυπηρετούμενων στεγαστικών ομολόγων, υποθέτοντας πως αυτά, που περιγράφονταν ως πολύ ασφαλή περιουσιακά στοιχεία, σπάνια θα θεωρούνταν μη εξυπηρετούμενα προϊόντα. Η πραγματικότητα όμως δεν δικαίωσε την πολιτική της. Η κατάρρευση των ενυπόθηκων δανείων έφερε την εταιρεία στο χείλος της χρεοκοπίας, αναγκάζοντας την κυβέρνηση των ΗΠΑ να σπεύσει προς διάσωσή της με ένα έκτακτο δάνειο 85 δισ.δΔολαρίων. Στην περίπτωση της AIG, η κυβέρνηση υποστήριξε πως οι επιπτώσεις της κατάρρευσής της στη οικονομία θα ήταν τέτοιες, που η παρέμβαση του δημοσίου καθίστατο επιβεβλημένη. Η AIG συνεχίζει τη λειτουργία της μέχρι και σήμερα, ενώ ο Διευθύνων Σύμβουλος Μορίς Γκρίνμπεργκ διευθύνει την ασφαλιστική Starr & Co. Inc.
Lehman Brothers
Ο οικονομικός κολοσσός Lehman Brothers, η τέταρτη μεγαλύτερη επενδυτική τράπεζα στις ΗΠΑ, επίσημα κήρυξε σε πτώχευση στις 15 Σεπτεμβρίου 2007. Η κυβέρνηση των ΗΠΑ αρνήθηκε να διασώσει την εταιρεία, επικαλούμενη τον «ηθικό κίνδυνο» που θα επέσυρε μία τέτοια κίνηση, καθότι έπειτα όλες οι άλλες τράπεζες θα απαιτούσαν την ίδια ευνοϊκή μεταχείριση σε περίπτωση αποτυχίας. Μετά την κατάρρευση του ιδρύματος, ο διευθύνων σύμβουλός της Ντίκ Φάλντ, ξεκίνησε το 2009 τη Matrix Advisors, μια εταιρεία συμβούλων για μικρές επιχειρήσεις, προσφέροντας συμβουλές για την ανάπτυξη των επιχειρήσεων και την πρόσβαση σε κεφάλαια. Ο επενδυτικός διευθυντής της Lehman Brothers, Χιου Μακ Γκι ΙΙΙ, βρέθηκε σε διάφορες επιτελικές θέσεις για τη χάραξη πολιτική της τράπεζας Barclays και από το 2008 έως σήμερα διευθύνει την Intrepid Financial Partners, LLC, στην ίδρυση της οποίας είχε συμβάλλει κι ο ίδιος.
Merril Lynch
Η επενδυτική τράπεζα Merril Lynch έκανε «μεγάλες δουλειές» με τα στεγαστικά και τα παράγωγα. Η αξία της μετοχής της σημείωσε αύξηση κατά 40% το 2006 όταν αποφάσισε να εξαγοράσει την First Franklin, εταιρεία που ειδικευόταν σε δάνεια υψηλού κινδύνου, προκειμένου να ενισχύσει την ανάπτυξή της. Ωστόσο, το κύμα των απλήρωτων ενυπόθηκων δανείων το 2007 έπληξε καίρια την τράπεζα. Στις 15 Σεπτεμβρίου εξαγοράστηκε από την Bank of America, με τη στήριξη του δημοσίου προκειμένου να επιβιώσει. Η Bank of America χρειάσθηκε να αναλάβει τα πρόστιμα για τις νομικές προσφυγές κατά της προηγούμενης από την κρίση δραστηριότητα της Merril Lynch, αλλά και για τις εμπιστευτικές πληροφορίες που της παρείχε το αμερικανικό κράτος σχετικά με την κατάσταση της τράπεζας κατά τη διάρκεια της εξαγοράς της. Ο CEO της Merril Lynch κατέληξε στο διοικητικό συμβούλιο της πολυεθνικής αλουμινίου Alcoa, λίγο μετά την κρίση, ενώ κορυφαία στελέχη της, Οσμάν Σεμέρτσι και Αχμάς Λ Φακαχάνι συνέχισαν τη σταδιοδρομία τους σε διάφορους τομείς.